16.7 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΥγείαΔιαταραχές Ασβεστίου: Πώς ένα απαραίτητο στοιχείο του οργανισμού μπορεί να αποβεί μοιραίο

Διαταραχές Ασβεστίου: Πώς ένα απαραίτητο στοιχείο του οργανισμού μπορεί να αποβεί μοιραίο


Της Σοφίας Μάντη,

Το ασβέστιο αποτελεί το πιο άφθονο ιχνοστοιχείο στον ανθρώπινο οργανισμό. Το σώμα ενός ενηλίκου περιέχει υπό φυσιολογικές συνθήκες περίπου 1000 με 1500 γραμμάρια ασβεστίου. Το μεγαλύτερο ποσοστό αυτού (περίπου 98%) βρίσκεται αποθηκευμένο στα οστά και τα δόντια, με τη μορφή κρυστάλλων υδροξυαπατίτη, ενώ το υπόλοιπο βρίσκεται είτε στο αίμα ελεύθερο ή συνδεδεμένο με πρωτεΐνες, όπως η λευκωματίνη, είτε μέσα στα κύτταρα του οργανισμού, κυρίως στον μυϊκό ιστό. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο, καθώς συμμετέχει σε διαδικασίες απαραίτητες για την ομαλή λειτουργία του οργανισμού, όπως ο σχηματισμός των οδόντων και των οστών, η μεταβίβαση νευρικών σημάτων, η σύσπαση των μυών και η διατήρηση φυσιολογικού καρδιακού ρυθμού. Επιπλέον, εμπλέκεται στην πήξη του αίματος, αλλά και μεσολαβεί για τη διασφάλιση της λειτουργίας ορισμένων ενζύμων, δηλαδή πρωτεϊνών που συμβάλλουν στην πραγματοποίηση διαφόρων αντιδράσεων στο ανθρώπινο σώμα. Η βιολογικά ενεργή μορφή του ασβεστίου που συμμετέχει στις περισσότερες από αυτές τις διαδικασίες είναι η ελεύθερη (ή, αλλιώς, ιονισμένη) και κυκλοφορεί στο αίμα.

Για να μην διαταραχθούν οι ισορροπίες στον οργανισμό, η ποσότητα του ασβεστίου πρέπει να διατηρείται εντός συγκεκριμένων ορίων. Ειδικότερα, το ελεύθερο ασβέστιο στο αίμα έχει ως όρια τις τιμές 8,5-10,5 mg/dL ή 4,3-5,3 mEq/L. Στη ρύθμιση της ποσότητας του ασβεστίου στο αίμα συμμετέχουν τρεις ορμόνες, τις οποίες αποκαλούμε ασβεστιοτρόπες. Η παραθορμόνη, η οποία παράγεται από τους παραθυρεοειδείς αδένες, καθώς και η βιταμίνη D είναι υπεύθυνες για την αύξηση των επιπέδων του ελεύθερου ασβεστίου σε περιπτώσεις που αυτό ελαττώνεται, μέσω της αύξησης της απελευθέρωσής του από τις αποθήκες των οστών, της μείωσης της αποβολής του από τους νεφρούς με την ούρηση και της αύξησης της απορρόφησης του από το έντερο. Αντίθετα, η καλσιτονίνη, μία ορμόνη που παράγεται από τα παραθυλακικά κύτταρα του θυρεοειδούς αδένα, προωθεί τη μείωση του ιονισμένου ασβεστίου στο αίμα, όταν αυτό αυξάνεται, μέσω της αύξησης της νεφρικής αποβολής του και της μείωσης της οστικής του απελευθέρωσης. Παρά τους ρυθμιστικούς αυτούς μηχανισμούς, πολλές παθολογικές, κυρίως, καταστάσεις μπορεί να οδηγήσουν σε διαταραχή των επιπέδων του ασβεστίου στο αίμα, με αποτέλεσμα την εμφάνιση αντίστοιχων κλινικών εκδηλώσεων.

Πηγή Εικόνας και Δικαιώματα Χρήσης: verywellhealth.com/ JR Bee

Υπερασβεστιαιμία

Υπερασβεστιαιμία ονομάζεται η αύξηση των επιπέδων του ασβεστίου στο αίμα πάνω από την ανώτερη φυσιολογική τους τιμή. Η συχνότερη αιτία της παθολογικής αυτής κατάστασης είναι η υπερλειτουργία των παραθυρεοειδών αδένων, με αποτέλεσμα την υπερπαραγωγή παραθορμόνης (υπερπαραθυρεοειδισμός). Άλλα αίτια είναι  η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, ο υπερθυρεοειδισμός, η λήψη ορισμένων φαρμάκων (π.χ. θειαζιδικά διουρητικά), ορισμένες κοκκιωματώδεις νόσοι, όπως η φυματίωση και η σαρκοείδωση, συγκεκριμένοι τύποι κακοήθειας (μαστού, πνεύμονα, νεφρού), το πολλαπλούν μυέλωμα και η υπερβιταμίνωση D.

Στα πλαίσια της υπερασβεστιαιμίας είναι πιθανό να εμφανιστούν διάφορες κλινικές εκδηλώσεις. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται η ναυτία, οι έμετοι, η δυσκοιλιότητα και η ανορεξία. Επιπλέον, μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα από το μυοσκελετικό σύστημα, όπως πόνος στα οστά και μυϊκή αδυναμία, ή από το καρδιαγγειακό, όπως αίσθημα παλμών και λιποθυμικά επεισόδια, που μπορεί να υποδηλώνουν την παρουσία αρρυθμιών. Αναφορικά με το ουροποιητικό, συχνή είναι η πρόκληση συχνοουρίας και, παράλληλα, η αυξημένη ποσότητα ασβεστίου που φιλτράρεται από το αίμα στους νεφρούς μπορεί να προκαλέσει τον σχηματισμό νεφρικών λίθων. Πιθανή είναι και η εμπλοκή του νευρικού συστήματος, που παρουσιάζεται με υπνηλία, σύγχυση, λήθαργο ή ακόμη και ψυχιατρικές εκδηλώσεις, όπως η κατάθλιψη.

Κατά την εκτίμηση της υπερασβεστιαιμίας, πραγματοποιείται ηλεκτροκαρδιογράφημα, στο οποίο μπορεί να παρατηρηθεί βράχυνση του διαστήματος QT ή κύματα Osborn (ή, αλλιώς, κύματα J), ευρήματα που σχετίζονται με διαταραχές της χρονικής διάρκειας μεταξύ της συστολής και χαλάρωσης των καρδιακών κυττάρων.

Όταν η υπερασβεστιαιμία είναι σημαντική ή όταν επιμένει μακροχρόνια μπορεί να οδηγήσει σε επιπλοκές. Αυτές περιλαμβάνουν την οστεοπόρωση, τη νεφρική ανεπάρκεια, διάφορες νευρολογικές διαταραχές και καρδιακές αρρυθμίες. Για την αντιμετώπιση της, μπορεί να επαρκεί η ενυδάτωση και η χρήση διουρητικών της αγκύλης, όπως η φουροσεμίδη. Σε σοβαρότερες περιπτώσεις, μπορεί να χρησιμοποιηθούν διφωσφορικά, καλσιτονίνη, κορτικοειδή ή να απαιτηθεί αιμοκάθαρση.

Πηγή Εικόνας και Δικαιώματα Χρήσης: archive.org/ Image from textbook “Cardiovascular Pathophysiology for Pre-Clinical Students”

Υπασβεστιαιμία

Υπασβεστιαιμία ονομάζεται η μείωση των επιπέδων του ασβεστίου στο αίμα κάτω από την κατώτερη φυσιολογική τους τιμή. Στα αίτια της συμπεριλαμβάνονται ο υποπαραθυρεοειδισμός, ο ψευδοϋποπαραθυρεοειδισμός, η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, η έλλειψη βιταμίνης D, η υπομαγνησιαιμία, η παγκρεατίτιδα, η ραβδομυόλυση, αλλά και ορισμένα φάρμακα, όπως τα κορτικοστεροειδή.

Είναι δυνατό να εμφανιστεί με πληθώρα κλινικών εκδηλώσεων, όπως μυϊκές κράμπες, παραισθησίες και αιμωδίες στα άκρα ή περιστοματικά, σύγχυση, τετανία και κινητικές διαταραχές. Σε σοβαρότερες καταστάσεις, παρατηρούνται σπασμοί, λαρυγγόσπασμος, αρρυθμίες και καρδιακή ανεπάρκεια, που μπορεί να απειλήσουν τη ζωή του ασθενούς.

Κλινικά, στην υπασβεστιαμία εμφανίζονται θετικά δύο χαρακτηριστικά σημεία. Το σημείο Chvostek θετικοποιείται όταν, μετά από πλήξη στην περιοχή της παρωτίδας, συσπώνται οι προσωπικοί μύες και παρατηρείται σπασμός της γωνίας του στόματος. Το σημείο Trousseau θεωρείται θετικό όταν παρατηρείται χαρακτηριστική θέση της άκρας χείρας (χέρι μαιευτήρα), μετά από άσκηση πίεσης στην περιοχή μέσω περιχειρίδας. Αναφορικά με τα ηλεκτροκαρδιογραφικά ευρήματα, είναι πιθανό να παρατηρηθεί επιμήκυνση του διαστήματος QT, η οποία φανερώνει μια καθυστέρηση στην χαλάρωση των κυττάρων των κοιλιών της καρδιάς.

Η αντιμετώπιση της βασίζεται κυρίως στη χορήγηση ασβεστίου από το στόμα ή ενδοφλέβια, συνήθως σε συνδυασμό με χορήγηση βιταμίνης D.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • Calcium, NIH. Διαθέσιμο εδώ
  • Overview of calcium’s role in the body, MSD Manual. Διαθέσιμο εδώ
  • Hypercalcemia, Mayo Clinic. Διαθέσιμο εδώ
  • Hypocalcemia, Cleveland Clinic. Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σοφία Μάντη
Σοφία Μάντη
Γεννήθηκε το 2000 και ζει έκτοτε στη Θεσσαλονίκη. Είναι τελειόφοιτη στην Ιατρική του ΑΠΘ, με πιθανότερο στόχο την ειδικότητα της Νεφρολογίας. Παράλληλα, ασχολείται με την εκπαίδευση νεότερων φοιτητών Ιατρικής ως συντονίστρια στο Κέντρο Κλινικών Δεξιοτήτων και Προσομοίωσης. Εκτός σχολής, ασχολείται κυρίως με τις δύο μεγάλες της αγάπες: τους καφέδες και τα ταξίδια.