Της Άννας Βραϊμάκη,
Φτάνοντας στο τέλος του χρόνου, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένα έτος με πολυάριθμες πολιτικές εξελίξεις αν αναλογιστεί κανείς ότι οι Έλληνες πολίτες βρέθηκαν σχεδόν 4 φορές στις κάλπες λόγω των εθνικών, δημοτικών και περιφερειακών εκλογών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, να επαναπροσδιορισθούν οι στόχοι του κάθε κόμματος και να ανεβάσουν οι πολιτικοί αρχηγοί τον πήχη ενόψει των Ευρωεκλογών που θα διεξαχθούν τον Ιούνιο του 2024.
Οι αρχηγοί των πιο γνωστών και πολυσυζητημένων κομμάτων (Μητσοτάκης, Κασσελάκης και Ανδρουλάκης) ανεβάζουν σιγά-σιγά τους ρυθμούς με τον σχεδιασμό των στρατηγικών που θα ακολουθήσουν κατά τη διάρκεια της εκλογικής αναμέτρησης του Ιουνίου, αλλά και τώρα με τη στενή παρακολούθηση των δημοσκοπήσεων που προβάλλονται στους τηλεοπτικούς δέκτες. Η μόνη κοινή σύγκλιση των τριών κομμάτων είναι ότι κάθε πολιτικό επιτελείο αντιμετωπίζει την κατάσταση με κρισιμότητα αν και παραδοσιακά οι Ευρωεκλογές χαρακτηρίζονται ως μια χαλαρή αναμέτρηση. Αυτός ο χαρακτηρισμός, ωστόσο, δεν θα μπορούσε να είναι εύστοχος, επειδή αυτή η αναμέτρηση θα δώσει το μήνυμα των πολιτικών συσχετισμών για τα υπόλοιπα τρία χρόνια της χώρας μας.
Στο «γαλάζιο» στρατόπεδο, ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας που έχει τη θέση του Πρωθυπουργού έχει αναφέρει αρκετές φορές μέσα από τις συνεντεύξεις του ότι τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών δεν θα είναι μόνο ένα σημείο αναφοράς για τη θέση της Ελλάδας σε διεθνές επίπεδο, αλλά ταυτόχρονα θα προσδιορισθεί με ακρίβεια η εσωτερική ζωή της. Βέβαια, τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας αντιλαμβάνονται την εσωτερική ζωή ως σταθερή μόνο με την κατάκτηση υψηλών ποσοστών σ’ όλη τη χώρα και αυτό συνεπάγεται με την αύξηση των ποσοστών, συγκριτικά με τις Ευρωεκλογές του 2019 που το ποσοστό της ανερχόταν στο 33%. Στόχος, λοιπόν, του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι να έχει όσο το δυνατόν μικρότερες απώλειες από τις αποφάσεις που έχει πάρει σε θέματα της αντιμετώπισης της ακρίβειας και του νέου φορολογικού νομοσχεδίου και να παραμένει αισιόδοξος, βλέποντας την κατάσταση που επικρατεί στην Αντιπολίτευση.
Στα γραφεία της Κουμουνδούρου, η κατάσταση είναι αρκετά μπερδεμένη. Ο Πρόεδρος του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ, σε συνέντευξη του, έθεσε αρκετά χαμηλά τον στόχο του κόμματος, δηλαδή να κρατήσει το ποσοστό του 17%. Στη συνέχεια, ο Στέφανος Κασσελάκης τροποποίησε τη δήλωση του, λέγοντας ότι το κόμμα του πρέπει να φτάσει στην πρώτη θέση στις ευρωπαϊκές κάλπες. Η Αξιωματική Αντιπολίτευση, όμως, έχει να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα 3 κινδύνους. Η πρώτη απειλή είναι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. που στις δημοσκοπήσεις φαίνεται να αυξάνει τα ποσοστά του και να κατατάσσεται στη δεύτερη θέση. Η εμφάνιση της ομάδας της Αχτσιόγλου που ενώθηκε με τη λεγόμενη «Ομπρέλα» του Ευκλείδη Τσακαλώτου, ονομάζοντας την Κοινοβουλευτική τους Ομάδα «Νέα Αριστερά», φαίνεται ότι επηρεάζει τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Π.Σ. Παράλληλα, στο πολιτικό παιχνίδι εμφανίζεται και το Κ.Κ.Ε. που στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις παρουσιάζεται ενισχυμένο και αυτό το γεγονός ίσως οφείλεται στη δυσπιστία των ψηφοφόρων της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Πάντως, ο Δημήτρης Κουτσούμπας έχει ως στόχο να προσελκύσει το συριζαϊκό εκλογικό κοινό.
Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα κόμματα, ο Πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. φαίνεται ότι έχει ήδη εισέλθει σε προεκλογικούς ρυθμούς, παρά το γεγονός ότι κατατάσσεται στη δεύτερη θέση με ένα ποσοστό 16-17%. Ο Νίκος Ανδρουλάκης και κλιμάκια της «πράσινης» παράταξης επισκέπτονται πληγείσες περιοχές, αλλά και όλη την Ελλάδα. Ο αγροτικός κόσμος, οι δομές υγείας και ασφάλειας και τα σχολεία είναι προτεραιότητα για την πολιτική παράταξη που ηγείται. Τα μέλη του Επιτελείου στη Χαριλάου Τρικούπη θεωρούν ότι η ευρωκάλπη είναι ένας κομβικός σταθμός στη διαδρομή των εθνικών εκλογών του 2027. Το σύγχρονο ΠΑ.ΣΟ.Κ. του Ανδρουλάκη στοχεύει να κάνει μια μεγάλη προσπέραση στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και να εδραιωθεί στη δεύτερη θέση, ώστε με τη συχνή επαφή με τον κόσμο και με τις προτάσεις του να νικήσει τον αξιόμαχο αντίπαλο, δηλαδή τη Νέα Δημοκρατία.
Γίνεται αντιληπτό ότι η ευρωπαϊκή κάλπη θα είναι ένας δυνατός αγώνας από όλα τα πολιτικά κόμματα, καθώς θα δείξει ποιος έχει μέλλον. Άραγε, η Νέα Δημοκρατία θα φτάσει στο ποσοστό του 41%, όπως στις εθνικές εκλογές; Ο Κασσελάκης θα «ρεφάρει» και θα αναδειχθεί νικητής της μάχης ή θα επιβεβαιωθεί ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είναι εδώ, ενωμένο, δυνατό;