Της Αριάδνης – Παναγιώτας Φατσή,
Λίγες πόλεις της Ευρώπης έχουν βιώσει τις ακρότητες του πολέμου τόσο όσο η πόλη του Βερολίνου. Μέσα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τα χρόνια που ακολούθησαν, η συγκεκριμένη πόλη πέρασε από πολλές φάσεις, άλλοτε ξεγνοιασιάς και ξέφρενης απόλαυσης και άλλοτε πολέμου και εξαθλίωσης. Το Βερολίνο συνδέθηκε με τη Δημοκρατία, τον Ναζισμό, αλλά και τον Σοσιαλισμό, αλλάζοντας πρόσωπο πολλές φορές μέσα στον 20ό έως και τον 21ο αιώνα.
Γι’ αυτό και η πόλη του Βερολίνου είναι το πιο φυσικό τοπίο για να εκτυλιχθούν τα γεγονότα του βιβλίου που παρουσιάζουμε σήμερα. Το Χωριό Ποτέμκιν του Γιώργου Παναγή κυκλοφόρησε εδώ και λίγες εβδομάδες από τις Εκδόσεις Τόπος, αποδίδοντας με μυθιστορηματικό τρόπο τις μεταβολές και τις μεταμορφώσεις του Βερολίνου, μέσα από χαρακτήρες που θα μπορούσαν στην πραγματικότητα να είναι ο καθένας από εμάς. Ο συγγραφέας του βιβλίου, Γιώργος Παναγή, με καταγωγή από τη Λεμεσό της Κύπρου, έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για Νέους Λογοτέχνες, ενώ η πρώτη συλλογή διηγημάτων που έγραψε, με τίτλο Οι Μύθοι, έχει μεταφραστεί και παρουσιαστεί σε εκδηλώσεις εκτός Ελλάδος.
Τι είναι, όμως, τα χωριά Ποτέμκιν, από τα οποία παίρνει το όνομά του το βιβλίο; Πρόκειται για μια έκφραση που χρησιμοποιείται πλέον με παροιμιώδη τρόπο για να δηλώσει ένα τέχνασμα το οποίο χρησιμοποιείται για να εξωραΐσει την αλήθεια και να κρύψει τα πραγματικά προβλήματα. Σύμφωνα με τη σχετική Ιστορία, ο όρος προέρχεται από τον Γρηγόριο Ποτέμκιν, ο οποίος το 1878 ήταν επιφορτισμένος με το έργο της ενσωμάτωσης της Κριμαίας στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Όταν η Μεγάλη Αικατερίνη, Αυτοκράτειρα της Ρωσίας, ταξίδεψε την ίδια χρονιά στην Κριμαία, λέγεται ότι ο Γρηγόριος Ποτέμκιν διέταξε να τοποθετηθούν στα γρήγορα πλαστά χωριά και συνοικίες κατά μήκος του ταξιδιού της Αυτοκράτειρας, ώστε η ίδια να νομίζει ότι το έργο του προχωρούσε με γοργούς ρυθμούς και να μη δει την πραγματικότητα, η οποία δεν ήταν άλλη από την εξαθλίωση των κατοίκων της υπαίθρου. Στο βιβλίο αυτό, ως χωριό Ποτέμκιν παρουσιάζεται το ίδιο το Βερολίνο, άλλοτε γοητευτικό και άλλοτε φρικτό, σαν ένα πεδίο πειραματισμών και αλλαγών.
Το μυθιστόρημα, που είναι, επίσης, το πρώτο του συγγραφέα, είναι σπονδυλωτό και εκτυλίσσεται σε έξι ιστορίες, οι οποίες λαμβάνουν χώρα σε άλλο χρονικό ορίζοντα στην ίδια πόλη. Πρόκειται για ένα λογοτεχνικό τοπίο ενός μεταβαλλόμενου Βερολίνου, που παρουσιάζει διαφορετικούς ήρωες σε κάθε χρονική περίοδο να ζουν τα δικά τους βιώματα. Τους πρώτους ήρωες θα τους συναντήσουμε την εκρηκτική δεκαετία του 1920, κατά την οποία έχει επικρατήσει η Δημοκρατία της Βαϊμάρης και το Βερολίνο είναι σχεδόν ένα ξέφρενο πάρτι. Εκεί θα γνωρίσουμε τον ανάπηρο πολέμου Γκερτ και τη Μάργκοτ, που είναι πλέον σύντροφός του, ενώ τον γνώρισε ως νοσοκόμα. Οι δυο τους βρίσκονται καλεσμένοι σε ένα δείπνο, όπου απέναντι στις προκλήσεις και τη γοητεία του καιρού τους αισθάνονται και οι δύο ελλιπείς: ο Γκερτ λόγω της εμφανούς σωματικής του αναπηρίας και η Μάργκοτ λόγω της επαρχιώτικης καταγωγής της, την οποία διακαώς προσπαθεί να αφήσει πίσω.
Η πρώτη αυτή ιστορία θέτει το πλαίσιο για όσες θα ακολουθήσουν. Οι ήρωες του Παναγή αντικατοπτρίζουν την τάση του να θέλει να πει τις ιστορίες ανθρώπων που βρίσκονται αδικημένοι και ξεχασμένοι από την «επίσημη» Ιστορία. Καθένας από τους ήρωες έχει μια αδυναμία, η οποία δυσκολεύει την επιβίωσή του. Τη δεκαετία του 1940, ακολουθούμε τα ημερολόγια μιας γυναίκας, η οποία προσπαθεί να επιβιώσει σε έναν κόσμο ανδρών, κατά τη ρωσική κατοχή του Βερολίνου. Τη δεκαετία του ‘60, θα γνωρίσουμε τον Μάρκους, που φυλακίζεται από τη μυστική αστυνομία, επειδή προσπαθεί να περάσει κρυφά το Τείχος του Βερολίνου.
Οι δεκαετίες περνούν και οι ιστορίες των ηρώων εμπλέκονται με την ιστορία του Βερολίνου, της Γερμανίας, αλλά και όλης της Ευρώπης, καθώς την οικονομική ευμάρεια της δεκαετίας του ‘80 ακολουθεί η έμφαση στην ανάπτυξη της τεχνολογίας γύρω στο 2000. Η τελευταία ιστορία – την οποία ο συγγραφέας τιτλοφορεί ως «της τελευταίας στιγμής» – εκτυλίσσεται στο 2020, κατά το οποίο ένα ηλικιωμένο ζευγάρι βρίσκεται εγκλωβισμένο στο σπίτι λόγω της πανδημίας. Ο Καρλ και η σύζυγός του, που έχει αναλάβει να τον φροντίζει και προσπαθεί εναγωνίως να του κρύψει τις δικές της ανησυχίες, ζουν μια διαφορετικής μορφής καταπίεση, με μόνη υπενθύμιση της καθημερινότητας τον σκύλο τους, Μίκο, ο οποίος ανύποπτος συνεχίζει να ζητά και να λαμβάνει την καθημερινή του βόλτα.
Οι ιστορίες του βιβλίου μοιάζουν ταυτόχρονα να είναι πολύ κοντά και πολύ μακριά μας, αλλά τα θέματα στα οποία αναφέρονται είναι πολύ γνωστά στη ζωή όλων μας. Η ανάγκη για ανάδειξη, που τόσο εύκολα μπορεί να μεταβληθεί σε ανάγκη για απλή επιβίωση, οι κρυφές και φανερές αδυναμίες μας, αλλά και ο τρόπος που αλληλεπιδρούμε με τον χώρο αντικατοπτρίζονται γλαφυρά μέσα από τις αφηγήσεις του βιβλίου. Πρόκειται για ένα ανάγνωσμα που θα συγκινήσει και θα τέρψει τον αναγνώστη, καθώς θα μας θυμίσει τα «χωριά Ποτέμκιν» της δικής μας ζωής.