11.9 C
Athens
Δευτέρα, 18 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομία«Σύσφιξη» και πάλι «σύσφιξη»...

«Σύσφιξη» και πάλι «σύσφιξη»…


Του Κωνσταντίνου Γκότση, 

Έχοντας περάσει λίγο περισσότερο από δύο χρόνια από την εκκίνηση της αναζωπύρωσης του πληθωρισμού (ναι, ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2021 υπήρχαν ενδείξεις για ένα πληθωριστικό ξέσπασμα, τουλάχιστον στον ενεργειακό τομέα, και αρκετοί προειδοποιούσαν από το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς), μπορούμε να διακρίνουμε τα λάθη που έγιναν από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής.

Πρώτο και βασικό σφάλμα ήταν η καθυστέρηση που υπήρξε στις αυξήσεις των επιτοκίων, οδηγώντας σε πιο επιθετικές αυξήσεις μετέπειτα. Επίσης, αρκετή καθυστέρηση έχει υπάρξει και για την άσκηση της ποσοτικής «σύσφιξης» από την Ε.Κ.Τ., με σκοπό την πιο άμεση αφαίρεση της ρευστότητας από το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αυτό θα βοηθούσε σημαντικά στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, καθώς θα οδηγούσε στην αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων από τις εμπορικές τράπεζες. Βέβαια, όπως είναι λογικό, υπάρχει ο φόβος της χρηματοπιστωτικής αστάθειας, ειδικά μετά την τραπεζική κρίση του Μαρτίου. Έπρεπε να διατεθεί αρκετή ρευστότητα για να αντιμετωπίσουν κάθε ενδεχόμενη αναταραχή στην αγορά, αλλά και να αποδειχθεί αν η κερδοφορία τους το τελευταίο διάστημα είναι «βιώσιμη» και δεν οφείλεται αποκλειστικά στο μεγάλο επιτοκιακό περιθώριο.

Ωστόσο, τη νέα χρονιά, ακόμα και να σημειωθούν μειώσεις στα επιτόκια πολιτικής από την Ε.Κ.Τ. όπως αναμένεται, το νομισματικό περιβάλλον θα παραμείνει περιοριστικό. Τα επιτόκια, παρά τις μειώσεις, θα είναι σε αρκετά υψηλά επίπεδα από αυτά που έχουμε συνηθίσει την τελευταία περίπου δεκαετία, προσεχώς θα ξεκινήσει η ποσοτική «σύσφιξη» και συζητείται έντονα και η επιλογή αύξησης του ελάχιστου ποσοστού αποθεματικού των τραπεζών, κάτι που θα δώσει μακρόπνοο χαρακτήρα στην πιο περιοριστική πολιτική από την Ε.Κ.Τ.

Πηγή εικόνας: ededchechine / Freepik

Στο σενάριο, λοιπόν, η οικονομία να δεχθεί πιο έντονες πιέσεις στον ρυθμό της ανάπτυξής της και πιθανότητα να παρουσιάσει ύφεση, η Κεντρική Τράπεζα, εφόσον έχει ξεκινήσει να χρησιμοποιεί τα υπόλοιπα εργαλεία που έχει στη «φαρέτρα» της για την άσκηση περαιτέρω νομισματικού περιορισμού, θα είναι δύσκολο να ανατρέψει την πολιτική της. Αυτό, διότι θα παρεκκλίνει από τους στόχους της, με αποτέλεσμα να χάσει μέρος της αξιοπιστίας της απέναντι στο επενδυτικό κοινό. Αυτό ήταν ένα δίλλημα και την περίοδο που ξέσπασε η τραπεζική κρίση, με επίκεντρο τις περιφερειακές τράπεζες των Η.Π.Α.

Πιθανόν, λοιπόν, τα «χέρια» της Ε.Κ.Τ. να είναι «δεμένα» σε ένα τέτοιο σενάριο. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι αυτό θα ισχύει και για τις Κυβερνήσεις… Από το 2024 επανέρχονται οι δημοσιονομικοί κανόνες, έπειτα από μια περίοδο υπερδιόγκωσης των κρατικών χρεών και μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Οι κυβερνώντες έδειχναν μέχρι τώρα να σπαταλούν πολλούς πόρους για να στηρίξουν την ανάπτυξη και να μην επωμιστούν το πολιτικό κόστος της δημοσιονομικής συνετότητας.

Ενδεικτική είναι η κατάσταση που έχει βρεθεί η Γερμανία, μία από τις πιο δημοσιονομικά «συντηρητικές» χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόσφατα, η Κυβέρνηση της Γερμανίας αποφάσισε το 2024 να ανακόψει την άνοδο του δημόσιου χρέους στον νέο προϋπολογισμό, τηρώντας το συνταγματικό όριο στο χρέος και στο έλλειμμα, για να καλυφθεί μια εκτιμώμενη τρύπα € 17 δις. Θα πραγματοποιηθούν περικοπές στην «πράσινη» ενέργεια και τις επιδοτήσεις κατασκευών, τις δαπάνες μεταφορών και θα κοπούν μέτρα στήριξης στη βιομηχανία, προκειμένου να συμμορφωθούν με τους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες που έχουν. Μόνο η χρηματοδότηση για την Ουκρανία θα μπορεί να εξαιρεθεί, αν χρειαστεί, ενώ, επίσης, δεν θα υπάρξουν μειώσεις στις δαπάνες που αφορούν την κοινωνική ασφάλιση.

Μέχρι και το 2023, ο πληθωρισμός ευνόησε στο «καλλώπισμα» των δημοσιονομικών, παρουσιάζοντας περιθώρια στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Αυτό όχι μόνο αντιστάθμιζε τις επιπτώσεις από την περιοριστική πολιτική που ασκεί η Ε.Κ.Τ., αλλά έχει θέσει εμπόδια στις ίδιες τις Κυβερνήσεις στο αβέβαιο 2024.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης, Διευθυντής Έκδοσης
Κωνσταντίνος Γκότσης, Διευθυντής Έκδοσης
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.