17 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΈχουμε το σχολείο που μας αξίζει;

Έχουμε το σχολείο που μας αξίζει;


Της Γεωργίας Σκαμπελτζή,

Την προηγούμενη εβδομάδα δημοσιεύθηκε η έκθεση PISA, το Διεθνές Πρόγραμμα Αξιολόγησης των Μαθητών, η οποία εκπονείται από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης ανά τρία χρόνια, και συμμετείχαν 81 χώρες και περίπου 700.000 μαθητές. Σκοπός της εν λόγω έρευνας είναι να ελεγχθεί η ικανότητα των μαθητών να ανταποκριθούν στα Μαθηματικά, την κατανόηση κειμένου και τις Φυσικές Επιστήμες, δηλαδή ερευνάται αν οι μαθητές μπορούν να ανταποκριθούν στην εφαρμογή των γνώσεων. Για την Ελλάδα, τα αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν είναι «αποκαρδιωτικά», καθώς οι επιδόσεις που καταγράφηκαν είναι χαμηλότερες του μέσου όρου της Ευρώπης. Κι όμως, δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι επαναλαμβάνονται πανομοιότυπα αποτελέσματα, εξακολουθεί το ζήτημα αυτό να περνά στα «ψιλά γράμματα». Οι επιπτώσεις θα γίνουν εμφανείς στο άμεσο μέλλον, όταν τα χαμηλά ποιοτικά χαρακτηριστικά ενός ατόμου δεν θα αποτελούν πρόβλημα μόνο για το εργασιακό περιβάλλον, αλλά και για την καθημερινότητά του.

Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για την πρώτη αξιολόγηση μετά την πανδημία του Covid-19, οι επιπτώσεις του εγκλεισμού και η «ψηφιακή διδασκαλία» δεν πρέπει να αποτελούν τους μόνους λόγους για τους οποίους τα αποτελέσματα για την Ελλάδα είναι απογοητευτικά. Αν μελετήσει κανείς τις εκθέσεις των προηγούμενων ετών, θα διαπιστώσει ότι οι επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών είναι «αδύναμες» διαχρονικά, αλλά τα τελευταία χρόνια η πτώση είναι ακόμα «μεγαλύτερη». Εύλογα, τα αποτελέσματα αυτά βρίσκονται σε άμεση συνάφεια και με τις παθογένειες του ελληνικού Εκπαιδευτικού Συστήματος. Πέρα από τα Προγράμματα Σπουδών που καταρτίζει η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας σε συνεννόηση με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, πιθανές ευθύνες θα μπορούσαν να αποδοθούν τόσο στο εκπαιδευτικό προσωπικό όσο και στους ίδιους τους μαθητές, αλλά και τους γονείς, εφόσον με τον έναν ή τον άλλο τρόπο εμπλέκονται στη διαδικασία της διδασκαλίας.

Πηγή Εικόνας: Avgi.gr/ Φωτογράφος και Δικαιώματα χρήσης: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/ EUROKINISSI.

Καθώς το βάρος «δίνεται» στην απόκτηση θεωρητικών γνώσεων, όταν οι μαθητές -οι αυριανοί ενήλικες- καλούνται να εφαρμόσουν τις γνώσεις αυτές στην πράξη, αυτό καθίσταται αδύνατο. Αδύνατο, διότι δεν έχουν αποκτηθεί οι δεξιότητες εκείνες που απαιτούνται για να διαθέτει κανείς κριτική σκέψη. Επομένως, ίσως να ήταν καλό να αλλάξει ο προσανατολισμός του εκπαιδευτικού συστήματος, έτσι ώστε να «παραγκωνιστεί» η στείρα αποστήθιση και, κατ’ επέκταση, η αγωνία για το αν θα «παπαγαλίσει» ο μαθητής 100 σελίδες στην Ιστορία για το πολυπόθητο 20 στις Πανελλήνιες, και να δοθούν κίνητρα για την εφαρμογή της θεωρίας με τα κατάλληλα «εργαλεία». Αυτό, φυσικά, προϋποθέτει την ανάληψη ευθυνών από όλους: την Κυβέρνηση, το εκπαιδευτικό προσωπικό, τους μαθητές και τους γονείς. Χρειάζεται, αναντίρρητα, «προθυμία» από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας (ανεξαρτήτως χρώματος) να «σπάσει αυγά» και με ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις -και όχι μόνο αυτές που εξυπηρετούν «ειδικούς» σκοπούς- να διορθώσει όσες πτυχές του συστήματος «μπάζουν». Από την έλλειψη εκπαιδευτικού προσωπικού μέχρι την κακή κατάσταση υλικοτεχνικών υποδομών, η βεντάλια των προβλημάτων είναι πολύ μεγάλη. Μόνο με εφαρμόσιμες προτάσεις θα δοθούν κίνητρα στους μαθητές, ώστε να ενδιαφερθούν για την εκπαιδευτική διαδικασία και να σταματήσουν να «απαιτούν» έναν προβιβάσιμο βαθμό ή μία άνευ ουσίας αριστεία, που, τελικά, δεν συνεπάγεται τη γενική παιδεία, η οποία έχει υποτιμηθεί. Οι μαθητές πρέπει να αγαπήσουν το σχολείο και αυτό δεν θα γίνει με τη λύση 10 φυλλαδίων την ημέρα ή με τη λογική «πού θα μου χρησιμεύσει το (α+β)2».

Στο τέλος της ημέρας, διαπιστώνουμε ότι Εκπαίδευση και Παιδεία δεν «συμβαδίζουν». Χρειάζεται άμεση και στενή συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων για ένα καλύτερο μέλλον και μόνο με τις επισημάνσεις των λαθών, την προσεκτική ερμηνεία των αποτελεσμάτων και την ανταλλαγή απόψεων μπορεί να «οικοδομηθεί» το σχολείο του αύριο, που θα ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες των παιδιών. Και φυσικά, όχι για να βρισκόμαστε σε υψηλές θέσεις στους διεθνείς διαγωνισμούς, αλλά για να μάθουμε να σκεφτόμαστε, να εφαρμόζουμε τη γνώση, να αναπτύξουμε κριτική και αναλυτική σκέψη.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γεωργία Σκαμπελτζή
Γεωργία Σκαμπελτζή
Γεννήθηκε στις Σέρρες το 1995. Απόφοιτη του τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και κάτοχος του Διπλώματος Μεταπτυχιακών Σπουδών στη Νεοελληνική Φιλολογία: Ερμηνεία, Κριτική και Κειμενικές Σπουδές του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων, με τη μουσική και τα παζλ.