Της Γεωργίας Παγιαβλά,
Η Επανάσταση του 1821 σηματοδοτεί τη συγκρότηση του ελληνικού έθνους ως πολιτικό υποκείμενο με νεωτερικό πρόγραμμα. Μόλις άρχισε η Επανάσταση, απαιτήθηκαν οικονομικοί πόροι, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί ακόμα και το μπαρούτι. Ο λαός προσέφερε ό,τι είχε και δεν είχε (ζώα, προίκες, αίμα), ενώ οι ζάμπλουτοι (εμποροκαραβοκυραίοι) όχι μόνο δεν προσέφεραν τίποτα, αλλά βάλανε στο μάτι αυτά που παρατούσαν πίσω τους οι Τούρκοι (χρήματα και χωράφια). Όμως, με πενταροδεκάρες δεν μπορεί να γίνει πόλεμος, για αυτό και ένα εξωτερικό δάνειο με ευνοϊκούς όρους θα έδινε τα κατάλληλα οικονομικά μέσα για τη συντήρηση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα (Μπελογιάννης, 1998).
Η Αγγλία είχε αναδειχθεί νικήτρια στο Ναπολεόντειο Πόλεμο. Η κατάσταση αυτή της είχε επιφέρει πολλά κεφάλαια, γεγονός που την ώθησε να δανείσει σε ξένα κράτη (Βραζιλία, Χιλή, Κολομβία και Ελλάδα). Η κερδοσκοπική μανία και το γεωπολιτικό συμφέρον της Μεγάλης Βρετανίας να καταφέρει να ελέγξει τα στενά των Δαρδανελλίων, τα οποία κατέχονται από μια φθίνουσα οθωμανική ισχύς, οδηγούν τους τραπεζίτες Longhnam, Brion και Εllice να δανείσουν στην προσωρινή Κυβέρνηση Κουντουριώτη-Μαυροκορδάτου το «Πρώτο Δάνειο», 800.000 λιρών για 36 χρόνια, στις 21 Φεβρουαρίου 1824 (Σοϊλεντάκης, 2012). Η τιμή έκδοσης ήταν 59% (δηλαδή, πληρώνοντας 59 χρηματικές μονάδες, λαμβανόταν ομόλογο αξίας 100), με αποτέλεσμα το πραγματικό ποσό του δανείου να πέφτει στις 472.000 λίρες (Σκληράκη, 2015). Ωστόσο, μόνο 298.700 λίρες έφθασαν, τελικά, στην Ελλάδα (Μπελογιάννης, 1998; Σκληράκη, 2015).
Το δάνειο ελήφθη υπό τους πιο επαχθείς όρους, σε σχέση με όλα τα δάνεια που χορηγήθηκαν σε άλλες χώρες την ίδια εποχή, με εγγύηση τα εθνικά κτήματα. Όσοι ξένοι ασχολήθηκαν με το «Πρώτο Δάνειο» πλούτισαν (Σκληράκη, 2015). Όταν έφτασε η είδηση της σύναψης του Δανείου στο εσωτερικό της χώρας, ξέσπασε ο Α΄ εμφύλιος, καθώς οι αστοκοτσαμπάσηδες άρχισαν να ονειρεύονται τσουβάλια με λίρες (Μπελογιάννης, 1998). Τα χρήματα κατασπαταλήθηκαν στους εμφυλίους με τον Β΄ εμφύλιο να λήγει με την έξοδο του Μεσολογγίου. Παρόλα αυτά, το «Πρώτο Δάνειο» είχε και ένα πολιτικό όφελος: την αναγνώριση της Ελλάδας ως εμπόλεμου κράτους (Σκληράκη, 2015). Ένα χρόνο αργότερα, το 1825, η επαναστατική Κυβέρνηση αναγνώρισε την απαιτητική ανάγκη για εξεύρεση οικονομικών μέσων για τη συνέχιση του Αγώνα και σύναψε το «Δεύτερο Δάνειο» με ακόμα πιο ληστρικούς όρους, με τιμή έκδοσης 55,5% και ξανά με εγγύηση τα εθνικά κτήματα (Σκληράκη, 2015).
Ορισμένα κεφάλαια των δύο δανείων διατέθηκαν για παραγγελίες πολεμικού υλικού, που, όμως, δεν έφτασαν ποτέ στην Ελλάδα (Σοϊλεντάκης, 2012). Για να διαχειριστεί τα χρέη, η Κυβέρνηση κατέφυγε στην υποθήκευση «εθνικών περιουσιών» που είχαν εγκαταλείψει οι Τούρκοι ιδιοκτήτες τους. Με άλλα λόγια, οι αγγλικές λίρες όχι μόνο δεν προσέφεραν τίποτα ουσιαστικό στην Επανάσταση, αλλά πλούτισαν Έλληνες και ξένους απατεώνες (Σκληράκη, 2015). Ο αγγλικός Τύπος, ενώ είχε στηλιτεύσει τους ληστρικούς όρους των δανείων, μετά τη δημιουργία του νέου κράτους επαναλάμβανε ότι η επανάσταση είχε επιτυχής έκβαση, λόγω των αγγλικών δανείων (Σοϊλεντάκης, 2012).
Το 1827, ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώτος Κυβερνήτης της χώρας, προχώρησε σε αίτηση για ένα ακόμα δάνειο από τις Μεγάλες Δυνάμεις, προκειμένου να αποκαταστήσει την ελληνική οικονομία και το ελληνικό κράτος, καθώς και να μπορέσει να αποπληρώσει ένα σημαντικό μέρος των τόκων των προηγούμενων δανείων. Ωστόσο, οι Μεγάλες Δυνάμεις του έδωσαν αρνητική απάντηση. Ως αποτέλεσμα, το ελληνικό κράτος δεν ήταν σε θέση να πληρώσει τα χρέη του και να εκπληρώσει τις οικονομικές του υποχρεώσεις, με αποτέλεσμα η χώρα να οδηγηθεί, το 1827, στη χρεοκοπία για πρώτη φορά. Η στάση πληρωμών απέκλεισε τη χώρα από τις χρηματαγορές και έκτοτε –μαζί με άλλες αιτίες– αρχίζει η επέμβαση ξένων δυνάμεων στα εσωτερικά της χώρας. Σύμφωνα με τον Μπελογιάννη, «τα δάνεια της «ανεξαρτησίας» αποτέλεσαν τον πρόλογο της ελληνικής υποδούλωσης στο ξένο κεφάλαιο» (1998, σελ. 45).
Πριν από την επικείμενη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια, το 1831, από τους Μαυρομιχαλαίους, οι «προστάτιδες» δυνάμεις είχαν ξεκινήσει τη διαδικασία επιλογής νέου Έλληνα Βασιλιά. Ο ίδιος ο Καποδίστριας θεωρούσε ότι οι Έλληνες δεν είναι ακόμη έτοιμοι για να αυτοδιοικηθούν (Clogg, 2015). Οι αστοκοτζαμπάσηδες προσέβλεπαν και αυτοί στις ξένες δυνάμεις για βοήθεια, περιμένοντας να τους σώσουν από την επισφαλή οικονομική κατάσταση. Έτσι, άρχισε η αναζήτηση των Μεγάλων Δυνάμεων για έναν βασιλιά που θα ικανοποιούσε, φυσικά, τις δικές τους επιθυμίες και απαιτήσεις και όχι εκείνες του ελληνικού λαού (Μπελογιάννης, 1998).
Ο Όθωνας δέχεται το στέμμα της Ελλάδας, το 1831, και ως προίκα ορίστηκε ένα δάνειο 60.000.000 γαλλικών φράγκων. Τα 2/3 του δανείου καταναλώθηκαν από τη Βαυαρική Αντιβασιλεία και το 1/3 απορροφήθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις για αποποληρωμή τοκοχρεωλύσιων (Σκληράκη, 2015). Έτσι, από το δάνειο του Όθωνα για την Ελλάδα δεν διατέθηκε ούτε ένα μονόλεφτο (Μπελογιάννης, 1998). Η Ελλάδα, το 1843, κηρύσσει τη δεύτερη πτώχευση και ήταν πιο φτωχή από την ημέρα που κατέφυγε στο δάνειο των 60.000.000 γαλλικών φράγκων (Σκληράκη, 2015). Μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο (1856), οι Δυνάμεις ανέθεσαν σε τριμελή επιτροπή να προσδιορίσει το ποσό που μπορεί να καταβάλει η Ελλάδα για την αποπληρωμή του δανείου και το 1859 ορίστηκε ως ελάχιστο καταβαλλόμενο ποσό τα 900.000 φράγκα.
Το 1862 ενθρονίζεται ο Όθωνας και ξεκινάει μια περίοδος (1862-1878) εσωτερικού δανεισμού, που ακολουθείται από μια περίοδο (1879-1899) ξέφρενου εξωτερικού δανεισμού. Η εξαγωγή κεφαλαίων από τις μεγάλες καπιταλιστικές χώρες γινόταν συστηματικότερη, καθώς γεννιόταν η περίοδος του Ιμπεριαλισμού. Η περίοδος 1879-1899 είναι μια δραματική κατάσταση: Από τη μία υπάρχει ένας λαός που αγωνίζεται για να ζήσει, όμως καταδικάζεται να μαραζώνει, και από την άλλη ο Χαρίλαος Τρικούπης υποστηρίζει ότι θέλει να «μεταμορφώσει» την Ελλάδα σε ένα Δυτικό κράτος (Μπελογιάννης, 1998). Μέχρι το 1893 ο Τρικούπης είχε δανειστεί 8 φορές! (Σκληράκη, 2015). Έτσι, στις 10/12/1893 η Ελλάδα πτωχεύει για τρίτη και φαρμακερή φορά. Το εσωτερικό χρέος αγγίζει τις 211.000.000 δραχμές και το εξωτερικό δημόσιο χρέος αγγίζει τα 643.000.000 χρυσά φράγκα, που ισοδυναμούσε με το 150% του Α.Ε.Π. (Σοϊλεντάκης, 2012). Το 1898 επιβάλλεται στη χώρα Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος.
Η βούληση και τα συμφέροντα των ξένων καπιταλιστών και των εθνών είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην πολιτική ζωή της Ελλάδας από τα πρώτα βήματα προς την Ελευθερία της. Επιπλέον, τα συμφέροντα αυτά συγκρούονται σταθερά με τα συμφέροντα της Ελλάδας και του λαού της. Παρ’ όλα αυτά, όπως υποστηρίζει στο έργο του ο Μπελογιάννης το 1952, οι ελληνικές κυβερνητικές ελίτ, όποτε βρίσκονταν αντιμέτωπες με την επιλογή μεταξύ της υπεράσπισης της Ανεξαρτησίας του Έθνους τους και της υποχώρησης στις απαιτήσεις και τους εκβιασμούς των ξένων δυνάμεων, προτίμησαν σταθερά, σχεδόν απαρέγκλιτα, τη δεύτερη επιλογή (Μπελογιάννης, 1998). Τα εξωτερικά δάνεια του 19ου αιώνα είναι στενά συνυφασμένα με την Πολιτική Ιστορία, τα Δημόσια Οικονομικά, αλλά και την καθημερινή ζωή μας. Ο έλεγχος του ξένου κεφαλαίου στους βασικούς τομείς της Οικονομίας είναι παρόν μέχρι και σήμερα, συνεχίζοντας να υπηρετεί διαφορετικά συμφέροντα από αυτά των λαϊκών στρωμάτων. Η Ιστορία της Ελλάδας από τον 19ο αιώνα έως και τον 21ο αιώνα χαρακτηρίζεται από τις δυσχερές οικονομικές συνθήκες που έχει περιέλθει, με το μέλλον της να εξαρτάται από ξένους τυχοδιώχτες και αστοκοτζαμπάσηδες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Clogg, R., Συνοπτική ιστορία της Ελλάδα, 1770-2013, Εκδόσεις Κάτοπτρο, 2015
- Μπελογιάννης, Ν.,Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 1998
- Σκληράκη Ε. Δ., Τα Δάνεια της Εξάρτησης και της Χρεοκοπίας 1824-1940. Εκδόσεις Σμίλη, 2015
- Σοϊλεντάκης Π.Ν., Δυστυχώς επτωχεύσαμεν: Στάσεις πληρωμών 1827, 1893, 1932. Παπαζήσης, 2012