Του Ανδρέα Κουρή,
Η κυριότητα συνιστά καθολικό και προσωποπαγές δικαίωμα που αναγνωρίζει ο νόμος πάνω σε ένα πράγμα. Γι’ αυτό η προστασία, τόσο του πράγματος όσο και της σχέσης του κυρίου με αυτό, χαίρει της απαιτούμενης νομοθετικής προστασίας. Η κυριότητα λόγω του απόλυτου χαρακτήρα της, δηλαδή της εξουσίας που παρέχει στον κύριο να αποτρέψει οιαδήποτε προσβολή του πράγματος από τρίτον, απολαμβάνει σημαντικής ένδικης προστασίας. Συγκεκριμένα, ο κύριος του πράγματος όπως ορίζεται στο Άρθρο 1094 του Αστικού Κώδικα (ΑΚ), δικαιούται να απαιτήσει από τον νομέα ή τον κάτοχο την αναγνώριση της κυριότητας του και την απόδοση του πράγματος. Η λεγόμενη διεκδικητική αγωγή (rei vidicatio).
Η αγωγή αυτή παρέχεται στον κύριο του πράγματος, όταν από την επέμβαση του τρίτου, δημιουργείται μια πραγματική κατάσταση αντίθετη προς το δικαίωμα της κυριότητας, η οποία συνίσταται στην καθολική αποστέρηση από την κύριο της σωματικής εξουσίας πάνω στο πράγμα με την αφαίρεση ή κατακράτησή του από τον νομέα ή κάτοχο.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Η διεκδικητική αγωγή, γνωστή από το ρωμαϊκό δίκαιο ως rei vindicatio, αποτελούσε μία από τις τρεις -πουβλικιανή αγωγή (actio publiciana) και αρνητική αγωγή (actio negatoria)- βασικές αγωγές ένδικης προστασίας της κυριότητας. Χαρακτηριστικό γνώρισμά της αποτελούν οι δυσχέρειες που ενέχει η άσκησή της ως προς την ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση έγερσής της, δηλαδή ποιος δικαιούται να είναι ενάγων και ποιος εναγόμενος και κατ’ επέκταση ποιος φέρει το βάρος της απόδειξης.
ΕΝΝΟΙΑ
Η διεκδικητική αγωγή κατ’ ουσίαν αποτελεί μία εμπράγματου περιεχομένου δικαστική αξίωση που αποβλέπει αφενός στην αναγνώριση της κυριότητας του ενάγοντος και αφετέρου στην απόδοση του πράγματος στον κύριο του. Ως αντικείμενο της αγωγής μπορεί να νοηθεί πράγμα ακίνητο ή κινητό με την έννοια του άρθρου 947 του Αστικού Κώδικα «Πράγματα, κατά την έννοια του νόμου, είναι μόνο ενσώματα αντικείμενα. Πράγματα λογίζονται και οι φυσικές δυνάμεις ή ενέργειες, ιδίως το ηλεκτρικό ρεύμα και η θερμότητα, εφόσον υπόκεινται σε εξουσίαση, όταν περιορίζονται σε ορισμένο χώρο». Αντικείμενο της διεκδικητικής αγωγής μπορεί να είναι και ιδανικό μέρος πράγματος.
ΕΝΑΓΩΝ
Σύμφωνα με τη θεωρία, ενεργητικά στην άσκηση της αγωγής νομιμοποιείται ο κύριος που κατά τον χρόνο έγερσής της, στερείται της νομής ή κατοχής του αντικειμένου. Δεν λαμβάνεται υπόψη, αν ο ενάγων (κύριος) δεν υπήρξε ποτέ νομέας ή στερήθηκε της νομής ή όντας νομέας εκλείπει της κατοχής. Για τον λόγο αυτό, η εμπράγματη αυτή αξίωση δεν μπορεί να εκχωρηθεί σε πρόσωπο που δεν είναι κύριος του επιδίκου, αφού πρωταρχική επιδίωξη της διεκδικητικής αγωγής είναι η επαναφορά της φυσικής εξουσίας του κυρίου.
Αξίζει, επιπλέον, να σημειωθεί πως ο συγκύριος πράγματος, του οποίου προσβάλλεται το δικαίωμα συγκυριότητάς του, νομιμοποιείται να εγείρει διεκδικητική αγωγή, απαιτώντας την απόδοση της συννομής κατά την ιδανική μερίδα που νομίμως έχει αποκτήσει αλλά και ο ψιλός κύριος μπορεί να στραφεί κατά αυτού που νέμεται το πράγμα, όπως ο καταπατητής ακινήτου, αλλά όχι κατά προσώπου που συνδέεται με ορισμένη έννομη σχέση με το πράγμα, όπως ο επικαρπωτής ακινήτου.
ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΣ
Όσον αφορά στην παθητική νομιμοποίηση, η διεκδικητική αγωγή ασκείται μόνο κατά του νομέα ή κατόχου. Στην περίπτωση που δεν πρόκειται για νομέα ή κάτοχο αλλά για τρίτο, ο οποίος για παράδειγμα απλώς αντιποιείται ή αμφισβητεί την κυριότητα του κυρίου, ο τελευταίος ασκεί την αναγνωριστική αγωγή (άρθρο 70 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας) με σκοπό το δικαστήριο να αναγνωρίσει την ύπαρξη μιας έννομης σχέσης, όπως η κυριότητα επί ακινήτου.
Κρίσιμο είναι, λοιπόν, κατά τον χρόνο έγερσης της αγωγής, ο εναγόμενος να έχει τη νομή ή την κατοχή του αντικειμένου, αφού, αν έληξε η νομή ή κατοχή πριν την έγερση της αγωγής, δεν νομιμοποιείται παθητικά, εκτός και αν προκύψει ζημία και αξιωθεί αποζημίωση, αν εκποιήθηκε το επίδικο μετά την άσκηση της διεκδικητικής αγωγής, η δικαστική απόφαση έχει εκτελεστότητα και έναντι των διαδόχων και, αν το πράγμα υποστεί μερική ζημία ή καταστραφεί ολικώς κατά την εκδίκαση, ο ενάγων μπορεί να μεταβάλει το αίτημα του προς το δικαστήριο και να αξιώσει αποζημίωση βάσει των διατάξεων των αδικοπραξιών (ΑΚ 914 και επόμενα). Τέλος, σε περίπτωση που το επίδικο εξουσιάζεται από περισσότερα άτομα, ο ενάγων απευθύνει την αγωγή και κατά του νομέα, καθώς η απόφαση παράγει δεδικασμένο, το οποίο βαρύνει και τους υπόλοιπους που έλκουν την οιονεί νομή ή κατοχή από αυτόν (τον νομέα). Οι περισσότεροι συννομείς ή συγκάτοχοι μπορούν να εναχθούν είτε χωριστά είτε όλοι μαζί.
ΑΙΤΗΜΑ ΑΓΩΓΗΣ
Αίτημα της αγωγής, όπως προαναφέρθηκε, συνιστά η αναγνώριση της κυριότητας του ενάγοντος και η καταδίκη σε απόδοση του πράγματος στον κύριό του. Στην περίπτωση της συγκυριότητας αίτημα είναι η αναγνώριση της συγκυριότητας και η απόδοση στον συγκύριο της συννομής κατά την ιδανική του μερίδα. Η αγωγή συνδυάζει δύο δικονομικά στοιχεία, αφού είναι συγχρόνως αναγνωριστική και καταψηφιστική. Αν στο δικόγραφο ο ενάγων έχει αξίωση μόνο για την αναγνώριση της κυριότητας, τότε η αγωγή είναι αναγνωριστική. Ωστόσο, αν αξιωθεί μόνο η απόδοση του πράγματος χωρίς να γίνεται μνεία στην αναγνώριση κυριότητας, η αγωγή είναι καταψηφιστική, αφού προϋποτίθεται η αναγνώριση της κυριότητας για την καταδίκη σε απόδοση του πράγματος.
ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΚΟΓΡΑΦΟΥ
Στο δικόγραφο για το ορισμένο της διεκδικητικής αγωγής, πρέπει να γίνεται ειδική και λεπτομερής αναφορά στην ιστορική βάση, δηλαδή αναλυτική περιγραφή του τίτλου κτήσης της κυριότητας του ενάγοντος (λόγου χάρη με σύμβαση, με κληρονομική διαδοχή ή με χρησικτησία). Σε κάθε περίπτωση παράγωγης ή πρωτότυπης κτήσης (π.χ. Στην αγορά ακινήτου με σύμβαση, ο ενάγων πρέπει να αποδείξει τη μεταβίβαση με συμβολαιογραφικό τύπο και τη μεταγραφή του ακινήτου).
Παράλληλα, πρέπει να περιγράφεται λεπτομερώς το επίδικο της αγωγής, δηλαδή το διεκδικούμενο αντικείμενο. Αν πρόκειται για ακίνητο, πρέπει αυτό να περιγράφεται κατά θέση, έκταση, ιδιότητα και όρια, με απώτερο σκοπό να μην υπάρξει αμφιβολία ή σύγχυση ως προς την ταυτότητα του, να αναφέρεται η νομή ή η κατοχή του πράγματος από τον εναγόμενο κατά τον χρόνο εγέρσεως της αγωγής, η αξία του αντικειμένου, καθώς και το σχετικό αίτημα. Προϋπόθεση του παραδεκτού, ακόμη, αποτελεί η καταχώρηση της αγωγής στα βιβλία διεκδικήσεων του Υποθηκοφυλακείου η Κτηματολογικού Γραφείου της Περιφέρειας του ακινήτου.
ΑΡΜΟΔΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Το αρμόδιο δικαστήριο καθορίζεται από την αξία του πράγματος. Έτσι, καθ’ ύλην αρμόδιο για την εκδίκαση διεκδικητικής αγωγής είναι κατά περίπτωση το Ειρηνοδικείο ή το Μονομελές ή το Πολυμελές Πρωτοδικείο (άρθρο 14 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας § 1, 2 και 18). Κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο, όταν η αγωγή αφορά ακίνητο, είναι το δικαστήριο της τοποθεσίας του ακινήτου.
ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ
Η διεκδικητική αγωγή υπόκειται σε εικοσαετή παραγραφή που άρχεται από τότε που ο εναγόμενος κατέλαβε το πράγμα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Απόστολος Γεωργιάδης, Εγχειρίδιο Εμπράγματου Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα, 2012
- Αθηνά Αρ. Δημοπούλου- Πηλιούνη, Ρωμαϊκό Δίκαιο – Αναδρομή στις πηγές του σύγχρονου δικαίου, Εκδόσεις Ευρασία, Αθήνα, 2019
- Νικόλαος Τριάντος, Αστικός Κώδικας- Ερμηνεία κατ΄ άρθρο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2009.