Της Χιόνας Οικονομάκη,
Η ανθρώπινη ζωή είναι γεμάτη προσδοκίες, παραδοξότητες κι ανατροπές που κάποιες φορές μας λυτρώνουν, ενώ κάποιες άλλες μας συνθλίβουν. Η οπτική, βέβαια, μέσα από την οποία αντιλαμβάνεται ο καθένας τη ζωή του, παίρνει αποφάσεις και ερμηνεύει τα πράγματα είναι ένας παράγοντας ρευστός και καθαρά υποκειμενικός. Στο βιβλίο της Μάρως Δούκα με τίτλο Φελιτσιτά που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη, ο αναγνώστης θα έχει την ευκαιρία να διαβάσει μία ιστορία, όπως τη βίωσαν όλοι οι βασικοί «συντελεστές» της, δηλαδή μέσα από τα μάτια των μελών της οικογένειας Καβουράκη.
Η Μάρω Δούκα είναι μία από τις από τις σημαντικότερες συγγραφείς της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας. Γεννήθηκε στα Χανιά της Κρήτης το 1947 και είναι απόφοιτη του Ιστορικού και Αρχαιολογικού Τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 2019 της απονεμήθηκε το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για τη συνολική της προσφορά στα γράμματα.
Η οικογένεια Καβουράκη αποτελεί την ενσάρκωση της φαινομενικά ιδεαλιστικής, «τακτοποιημένης» οικογένειας, που, όμως, μαστίζεται από πληθώρα ενδογενών προβλημάτων. Προβλήματα που «θάβονται» για να ξεχαστούν, όμως ποτέ δεν προσπερνιούνται. Ο πατέρας της οικογένειας, Κώστας Καβουράκης, είναι ένας άνθρωπος στιγματισμένος από μία δύσκολη παιδική ηλικία, αφού η μητέρα του έφυγε από τη ζωή νωρίς, αφήνοντας πίσω της τον ίδιο και τον μικρό του αδερφό, Στέλιο. Μερικά χρόνια αργότερα, ο πατέρας τους παντρεύτηκε μία άλλη γυναίκα, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα τη μετακόμιση της οικογένειας στο Μοσχάτο. Ο Κώστας, μεγαλώνοντας, ονειρευόταν να γίνει αστυνομικός, ένα όνειρο το οποίο δεν πραγματοποιήθηκε, αφού γνώρισε την Ελένη. Το ζευγάρι ερωτεύτηκε και η ίδια έμεινε έγκυος στον τρίτο μήνα της γνωριμίας τους, με το ζευγάρι να παντρεύεται και τον Κώστα να εγκαταλείπει τους επαγγελματικούς του στόχους, προκειμένου να στηρίξει την οικογένειά του.
Ο Κώστας και η Ελένη απέκτησαν τρία παιδιά: Τον Βαγγέλη, που στο αφηγηματικό παρόν πλησιάζει τα 40 έτη και είναι φοροτεχνικός, τον Στέλιο που είναι φιλόλογος και παντρεμένος με τη γλωσσολόγο Αγγέλα και, τέλος, τη Βούλα που διατηρεί το δικό της κομμωτήριο στο Παγκράτι. Η οικογένεια Καβουράκη ζει στην περιοχή των Σεπολίων και παρουσιάζει το προφίλ της «αγίας οικογένειας», κάτι το οποίο απέχει αρκετά από την πραγματικότητα. Όπως σε κάθε πραγματικότητα, κάτω από την οποία υποβόσκουν «θαμμένα» προβλήματα και συναισθήματα κρυμμένα, η μοιραία στιγμή που θα ανέτρεπε τα πάντα δεν άργησε να κάνει την εμφάνισή της. Η βίαιη συμπεριφορά του Κώστα απέναντι στη γυναίκα του θα πυροδοτήσει έναν έντονο καβγά ανάμεσα στον ίδιο και τον μεγαλύτερο γιο του, γεγονός που θα οδηγήσει τον Κώστα στο να φύγει από το σπίτι του και να εγκατασταθεί σε ένα πεζούλι στην Αιόλου.
Κάπου εδώ κάνει την εμφάνισή της η Φελιτσιτά, μία «καλοζωισμένη» γάτα που ζει σε εκδοτικό οίκο της περιοχής και παρά τη γενική της απέχθεια για τους ξένους, φαίνεται να συμπαθεί ιδιαίτερα τον Κώστα, τον νέο άστεγο φίλο της. Η Φελιτσιτά πρόκειται να διαδραματίσει έναν μείζονος σημασίας ρόλο στην έκβαση της ιστορίας, παραμένοντας πιστή συντροφιά του κεντρικού μας ήρωα, ενώ με έναν τρόπο αλληγορικό και ταυτοχρόνως ειρωνικό θα θέσει νέες βάσεις για την αναζήτηση της ευτυχίας, αλλά και για τον ορισμό της ίδιας της έννοιας.
Ο Κώστας, υιοθετώντας μία νέα οπτική, θα ταυτίσει την καινούρια του ζωή με την ελευθερία, αρνούμενος ακόμα και τη θέση του νυχτοφύλακα που του προσφέρθηκε, με αντάλλαγμα το φαγητό. Ο ήρωας βάζει τον εαυτό του σε μία διαδικασία ενδοσκόπησης, ανατρέχοντας σε όλα τα κομβικά γεγονότα που καθόρισαν τη ζωή του και επαναξιολογώντας τα. Ταυτοχρόνως, τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας διατυπώνουν τις προσωπικές τους σκέψεις, πραγματοποιώντας τους δικούς τους απολογισμούς, κάτι που δίνει στους αναγνώστες τη μοναδική ευκαιρία να ερμηνεύσουν τη συνθήκη, αλλά και τους ίδιους τους ήρωες μέσα από μία σκοπιά ολιστική, με οδηγό τα συναισθήματα και την οπτική όλων των ηρώων.
Το βιβλίο Φελιτσιτά, λοιπόν, της Μάρως Δούκα αποτελεί ένα μυθιστόρημα με μεγάλο ενδιαφέρον, πολλαπλές ανατροπές και αλληγορικές πραγματώσεις. Οι συλλογισμοί των ηρώων είναι αυτοί που μας ταξιδεύουν από το παρελθόν στο παρόν, τοποθετώντας μας στο μεταίχμιο της ευτυχίας και της δυστυχίας, του θανάτου και της ζωής. Ως προς την έκβαση του βιβλίου, βέβαια, αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε είναι πως η έννοια του «χαρούμενου τέλους» κρύβει μέσα της μία θλίψη, μία μελαγχολία στοχαστική. Αυτό που έχει, πραγματικά, σημασία είναι η «χαρούμενη ζωή», όπως ο κάθε φανταστικός ή και πραγματικός ήρωας την οραματίζεται, την κυνηγά και τελικά την πραγματώνει. Μία ζωή γεμάτη χρώματα, όνειρα και σκέψεις… έως το τέλος.