Της Ελένης – Παναγιώτας Μινάι,
Κάθε εορταστικό τραπέζι, όπου μαζεύεται η οικογένεια και οι φίλοι, για να δειπνήσουν, απαρτίζεται από πολλές διαφορετικές προσωπικότητες με διαφορετικές συνήθειες και προτιμήσεις στο φαγητό. Απαρτίζεται από άτομα που τρώνε χωρίς περιορισμούς, άτομα που τρέφονται αποκλειστικά με σπιτικό φαγητό μέχρι εκείνα που συνηθίζουν να παραγγέλνουν φαγητό και δεν είναι της «υγιεινής διατροφής», όπως δηλώνουν. Η συντροφιά αυτή μπορεί να συνοδεύεται και από κάποιο μέλος, το οποίο χαρακτηρίζουν ως «περίεργο» στο φαγητό, επειδή είναι εξαιρετικά επιλεκτικός σε αυτά που καταναλώνει.
Συνήθως, δεν υπάρχει κάτι το παθολογικό σε κάποιον, ο οποίος δεν προτιμάει τη λήψη ορισμένων τροφών. Μπορεί να οφείλεται σε διάφορους λόγους, όπως οι διατροφικές του συνήθειες από την παιδική ηλικία. Όταν, όμως, αφορά μεγάλο αριθμό τροφών που αποφεύγονται και ελάχιστων που προτιμώνται, οδεύει σε μια παθολογική κατάσταση που ονομάζεται επιλεκτική πρόσληψη τροφής ή αλλιώς ARFID (Avoidant/Restrictive Food Intake Disorder).
Αποτελεί μια νέα πάθηση στην κατηγορία των διατροφικών διαταραχών, αφορά, κυρίως, παιδιά και εμφανίζεται, συνήθως, σε αγόρια. Ειδικότερα, πρόκειται για διαταραχή που σχετίζεται με τις διατροφικές συνήθειες, όπως διαπιστώσατε και προηγουμένως, και αφορά την εξαιρετικά περιορισμένη λήψη τροφών και άρνηση άλλων τροφών εκτός αυτών που επιθυμεί ο ασθενής. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι το σημείο, το οποίο κρίνει αν κάποιος είναι απλά «περίεργος» και όχι ασθενής, είναι η αντίδραση του στο φαγητό που αρνείται να καταναλώσει. Για παράδειγμα, έντονη δυσφορία και τάση προς έμετο ή πνιγμονή, καθώς, επίσης, και γενικότερη αδιαφορία για σίτιση είναι σημεία, τα οποία μας προβληματίζουν για νόσηση από ARFID.
Λανθασμένα στην καθημερινότητα το picky eating συγχέεται με τη συγκεκριμένη διαταραχή, ορίζοντας τους ασθενείς ως extreme picky eaters, κάτι το οποίο είναι παραπλανητικό. Αυτού του είδους η επιλεκτικότητα είναι προσωρινή και είναι ιδιαίτερα συνηθισμένο στα παιδιά. Έτσι, με την πάροδο του χρόνου ξεπερνιέται σε αντίθεση με την ARFID, η οποία δύναται να επιδεινώνεται, αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως. Εκτενέστερα, οι ασθενείς μπορεί να βιώνουν κάποιο ή συνδυαστικά μερικά από τα παρακάτω:
- Γενικότερη άρνηση σίτισης (αφαγία)
- Εκφράζουν φόβο για τη λήψη κάποιας τροφής που μπορεί κατά τα λεγόμενα τους να τους προκαλέσει κάτι κακό
- Αποφυγή τροφών που φέρουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ή δε φέρουν κάποια άλλα, για παράδειγμα, αποφυγή φαγητών που έχουν κάποια δυσάρεστη μυρωδιά ή χρώμα
- Άρνηση για δοκιμή νέων τροφών που δεν γνωρίζουν
Εξαιτίας αυτών των εκδηλώσεων που μπορεί να παρουσιάζουν οι ασθενείς με ARFID προκύπτουν σοβαρά προβλήματα ανάπτυξης και λειτουργίας του οργανισμού. Η έλλειψη θρεπτικών συστατικών μπορεί να έχει αντίκτυπο στη φυσιολογική ανάπτυξη του οργανισμού, καθυστερημένη εφηβεία, ελλιπές βάρος και αδυναμία στην εκτέλεση καθημερινών δραστηριοτήτων (κόπωση, αδυναμία, αφυδάτωση, τάση προς λιποθυμία). Επίσης, στις γυναίκες δύναται να σταματήσει την εμμηνορρυσία.
Συνήθως, η ARFID συνοδεύεται από άλλες ψυχικές διαταραχές, όπως κατάθλιψη, ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και άγχος, ενώ, παράλληλα, όσοι πάσχουν από αυτισμό είναι πιθανό να πάσχουν κι από ARFID. Τώρα, όσον αφορά τα αίτια, οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν με ακρίβεια. Γενετικοί, περιβαλλοντικοί, ενώ και ψυχολογικοί παράγοντες που, ήδη, αναφέραμε μπορεί να συνδέονται με την εμφάνισή της. Έρευνες δείχνουν ότι το 80% εξ αυτών που πάσχουν από ARFID είναι γενετικής αιτιολογίας, ενώ πιθανή φαίνεται και η περίπτωση να κληρονομείται ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας.
Το περιβάλλον, ωστόσο, παίζει κι αυτό καθοριστικό ρόλο, διότι κάποιο γεγονός (τραύμα), το οποίο στιγμάτισε αρνητικά μια συγκεκριμένη τροφή, μπορεί να οδηγήσει σε αποφυγή κατανάλωσής του, λόγω των αναμνήσεων που αυτή επιφέρει (π.χ. κάποιος πνίγηκε με κάποια τροφή και ο ασθενής φοβάται ότι θα συμβεί και στον ίδιο αν το καταναλώσει). Η συμπτωματολογία που ακολουθεί από τη νόσηση με ARFID αφορά μια μακροσκελή λίστα από:
- Διαταραχές συγκέντρωσης
- Δυσκοιλιότητα
- Αφαγία
- Σιδηροπενία
- Κόπωση, αδυναμία
- Εύθραυστα νύχια, μαλλιά και επιδερμίδα
- Διαταραχές στη ρύθμιση της θερμοκρασίας
- Ζάλη, τάση προς λιποθυμία
- Πολύ χαμηλό σωματικό βάρος
- Χαμηλό ανοσοποιητικό σύστημα (φιλασθένεια) κ.α.
Πιο εξειδικευμένες εκδηλώσεις είναι ο φόβος για πνιγμονή ή έμετο, η δυσκολία σίτισης με άλλους ανθρώπους παρόντες, ο καθορισμός της σειράς κατανάλωσης των τροφών κ.λπ.
Για τη διάγνωση της ARFID ο γιατρός με βάση την συμπτωματολογία που εκδηλώνει ο ασθενής θα καθορίσει αν υπάρχει η πιθανότητα νόσησης. Στη συνέχεια, θέτοντας ερωτήσεις στον ασθενή σχετικά με τις διατροφικές του συνήθειες και εκτελώντας κλινικό έλεγχο (μέτρηση βάρους, ύψους και άλλους δείκτες ανάπτυξης), είναι σε θέση να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα, ενώ παραπέμποντας τον ασθενή σε εξετάσεις αίματος και ούρων μπορεί να θέσει μια πιο ασφαλή και αξιόπιστη διάγνωση.
Η αντιμετώπιση μιας τέτοιας διαταραχής έχει τον ίδιο αλγόριθμο, όπως στις άλλες διατροφικές διαταραχές. Η παραπομπή σε κάποια ειδική υπηρεσία για άτομα με διατροφικές διαταραχές μπορεί να έχει βοηθητική επίδραση στον ασθενή. Επιπλέον, οι επισκέψεις σε ψυχολόγους για συμβουλευτική είναι αποδεδειγμένο ότι αποτελούν σημαντικό κομμάτι της θεραπείας. Σημαντική, επίσης, θεωρείται και η συνεργασία διατροφολόγου, ψυχιάτρου και θεράποντα ιατρού για τον σχεδιασμό μιας εξατομικευμένης θεραπευτικής προσέγγισης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Avoidant/Restrictive Food Intake Disorder (ARFID), kidshealth.org. Διαθέσιμο εδώ
- Avoidant Restrictive Food Intake Disorder (ARFID), webmd.com. Διαθέσιμο εδώ
- What is Avoidant/Restrictive Food Intake Disorder?, beateatingdisorders.org.uk. Διαθέσιμο εδώ