Της Χριστίνας Τέλλη,
Ως έγκαυμα ορίζουμε το τραύμα που προκύπτει από την επίδραση μιας πηγής θερμότητας στο δέρμα, όπως η υψηλή θερμοκρασία, ο ηλεκτρισμός, η τριβή, η ακτινοβολία ή κάποια χημική ουσία. Και οι πέντε αυτοί παράγοντες έχουν κοινό αποτέλεσμα, δηλαδή την απώλεια ιστών λόγω νέκρωσης κυττάρων στην περιοχή που έχουν δράσει. Πέραν της αιτίας πρόκλησης ενός εγκαύματος, είναι σημαντικό να εκτιμηθούν η έκτασή του, το βάθος του και η βαρύτητά του. Η έκταση του εγκαύματος αποτελεί το ποσοστό της εγκαυματικής επιφάνειας προς τη συνολική επιφάνεια σώματος του ασθενούς. Πλέον, μπορεί να υπολογιστεί εύκολα και με αξιοπιστία με τα διαγράμματα Lund and Browder, που κατευθύνουν τον θεράποντα ιατρό στην επιλογή σωστού ποσοστού εγκαυματικής επιφάνειας, ανάλογα με τη θέση της βλάβης και την ηλικία του ασθενούς. Ανάλογα με το βάθος του εγκαύματος διακρίνουμε τρεις βασικούς βαθμούς:
1ου Βαθμού: Πρόκειται για επιφανειακά εγκαύματα, με τη βλάβη να περιορίζεται στην επιδερμίδα του δέρματος. Φαίνονται ερυθρά και πονάνε. Χαρακτηριστικά, τα ηλιακά εγκαύματα είναι 1ου βαθμού.
2ου Βαθμού: Η βλάβη εντοπίζεται πέραν της επιδερμίδας και στο χόριο του δέρματος. Πιο ειδικά, τα 2ου βαθμού εγκαύματα μπορούν να διακριθούν περεταίρω σε επιφανειακά και εν τω βάθει. Τα πρώτα πονάνε ιδιαίτερα, εμφανίζουν οίδημα και μεγάλες φυσαλίδες. Τα τελευταία δεν είναι τόσο επώδυνα και οι φυσαλίδες που παρατηρούνται είναι μικρότερες και λιγότερες σε αριθμό. Σε γενικές γραμμές, όσο βαθύτερο είναι ένα έγκαυμα τόσο λιγότερο πονάει.
3ου Βαθμού: Είναι εγκαύματα ολικού πάχους, δηλαδή επεκτείνονται σε όλο το χόριο και συχνά μέχρι και το υποδόριο λίπος. Είναι λευκά, ξηρά, θυμίζουν πάπυρο και δεν πονάνε.
Μπορεί, ωστόσο, ένα έγκαυμα να είναι τόσο βαθύ που να έχει επηρεάσει ανατομικές δομές, όπως μύες και τένοντες. Σε αυτήν την περίπτωση το κατατάσσουμε ως 4ου Βαθμού. Η βαρύτητα ενός εγκαύματος εξαρτάται, κυρίως, από την έκταση και το βάθος του. Βέβαια, πρέπει να συνυπολογίζεται η ηλικία του ασθενούς και η γενική κατάσταση υγείας του, καθώς και η θέση του εγκαύματος. Για παράδειγμα, η βαρύτητα ενός εγκαύματος στον τράχηλο είναι υψηλότερη λόγω θέσης, δεδομένου του επαπειλούμενου αεραγωγού.
Η αντιμετώπιση των εγκαυμάτων σχετίζεται άμεσα με τη βαρύτητά τους. Σε ένα ελαφρύ έγκαυμα, για παράδειγμα, αρκεί ο καθαρισμός του τραύματος, η χορήγηση κάποιας αντιμικροβιακής αλοιφής, αντιτετανικής κάλυψης και αναλγητικών και η κάλυψη με βαζελινούχες γάζες. Η αντιμετώπιση αυτή ονομάζεται συντηρητική. Περιμένουμε την ολοκλήρωση της επούλωσης και προστατεύουμε το έγκαυμα από πιθανή μόλυνση. Σε πιο βαριές περιπτώσεις, ωστόσο, μπορεί να είναι απαραίτητη η παρέμβαση ενός Πλαστικού Χειρουργού. Η χειρουργική αντιμετώπιση των εγκαυμάτων αφορά την αφαίρεση των εσχάρων και την αποκατάσταση των ελλειμμάτων που δημιουργούνται με υγιείς ιστούς. Η κάλυψη των ελλειμμάτων γίνεται με δερματικά μοσχεύματα, που λαμβάνονται από υγιή ιστό του ίδιου του ασθενούς ή με χρήση κρημνών.
Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις που το υγιές δέρμα του ασθενούς δεν επαρκεί για την κάλυψη του ελλείμματος, εάν η εγκαυματική περιοχή είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη. Πολύ συχνά λαμβάνεται δερματικό μόσχευμα, το οποίο μετατρέπεται σε δικτυωτό μέσω ενός ειδικού εργαλείου, του πολλαπλασιαστή μοσχευμάτων, μεγιστοποιώντας έτσι την περιοχή που μπορεί να καλυφθεί. Πρόκειται για μία τεχνική που αποτελεί καθημερινή κλινική πράξη. Βέβαια, το μέλλον έγκειται στις μεθόδους που μας προσφέρει η Αναγεννητική Ιατρική.
Το 1975 αποτέλεσε την αφετηρία ενός ερευνητικού ταξιδιού για την εφαρμογή της Μηχανικής των Ιστών σε δερματικά ελλείμματα. Οι Rheinwald και Green ήταν οι πρώτοι που ανέδειξαν τη δυνατότητα καλλιέργειας επιδερμικών κερατινοκυττάρων και επέκτασης αυτών για μεταμόσχευση, μέσω μίας μικρής βιοψίας αυτόλογου υγιούς δέρματος. Ταυτόχρονα, οι Yannas et al. παρουσίασαν τη δυνατότητα δημιουργίας υποκατάστατου δερμίδας του δέρματος. Οι τεχνικές αυτές έχουν εξελιχθεί ιδιαίτερα από τότε.
Η κερατινοκαλλιέργεια χρησιμοποιείται και σήμερα για την αποκατάσταση μεγάλων εγκαυματικών επιφανειών, δεδομένου ότι προσφέρει πολλαπλά φύλλα επιδερμίδας από αυτόλογο ιστό του ασθενούς. Κατά καιρούς έχουν αναφερθεί και άλλες, νεότερες τεχνολογίες, όπως τα ακυτταρικά υποκατάστατα δέρματος, τα κυτταρικά αλλογενή ή αυτόλογα και τα συνθετικά ή ξενογενή υποκατάστατα δερμίδας. Πολλά από αυτά είναι εμπορικά διαθέσιμα και συνιστούν θεραπευτική επιλογή σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Παρά την εξέλιξη που έχουν δει οι τεχνικές αυτές, έχουν ακόμη θεραπευτικούς περιορισμούς και μειονεκτήματα, όπως το υψηλό κόστος και η δυσκολία χρήσης τους σε ολικού πάχους εγκαύματα. Σήμερα, η έρευνα στοχεύει στη βελτιστοποίηση των ήδη υπαρχόντων τεχνικών και στην προσέγγιση μέσω άλλων οπτικών γωνιών. Ενδεικτικά, θα αναφερθούν κάποιες από τις νεότερες εξελίξεις στην Αναγεννητική Ιατρική, αναφορικά με τα δερμιδοεπιδερμικά υποκατάστατα που μας ενδιαφέρουν στην αποκατάσταση εγκαυμάτων:
- Θεραπεία με Βλαστοκύτταρα: Ένα από τα μειονεκτήματα των διαθέσιμων δερμιδοεπιδερμικών υποκατάστατων δέρματος είναι η ανικανότητα δημιουργίας διαφοροποιημένων δομών, όπως τρίχες και ιδρωτοποιούς αδένες. Αυτό οφείλεται στη σύστασή τους, η οποία περιορίζεται σε ινοβλάστες και κερατινοκύτταρα. Η χρήση βλαστοκυττάρων στη Μηχανική Ιστών είναι μια πολλά υποσχόμενη μέθοδος, δεδομένης της ικανότητας των κυττάρων αυτών να ανανεώνονται και να διαφοροποιούνται προς νέα κύτταρα.
- Βιοεκτύπωση δέρματος ολικού πάχους: Η τρισδιάστατη βιοεκτύπωση συνιστά μία σύγχρονη τεχνολογία, με την οποία εναποτίθενται κύτταρα ανά στρώμα σε υποστηρικτικά υλικά πάνω από κατεστραμμένους ιστούς. Τα τελευταία χρόνια, έχει αναδειχθεί η αξία της ως ερευνητικό αντικείμενο στην αποκατάσταση εγκαυμάτων, σε συνδυασμό με τη θεραπεία με βλαστικά κύτταρα.
- Skin Spray: Η μέθοδος αυτή περιλαμβάνει τον in situ ψεκασμό κυττάρων ή τη μεταφορά αυτόλογων κυττάρων στην τραυματισμένη περιοχή, με στόχο τη διέγερση της επανεπιθηλιοποίησης. Μπορεί να εφαρμοστεί σε όλα τα εγκαύματα, ανεξαρτήτου θέσης ή βαθμού. Το 2019, η τεχνολογία αυτή έγινε ήδη εμπορικά διαθέσιμη και σημείωσε επιτυχία στην επιτάχυνση της ανάρρωσης των ασθενών και της επούλωσης, καθώς και στον περιορισμό του πόνου και των μετεγκαυματικών ουλών.
Δεδομένης της συχνότητας της εγκαυματικής νόσου και των επιπλοκών της, η έρευνα για νέους τρόπους αντιμετώπισης σοβαρών και εκτεταμένων εγκαυμάτων σημειώνει σταθερά πρόοδο. Ελπίζουμε σε ένα μέλλον με ποικιλία στις θεραπευτικές μας επιλογές για την άρτια αποκατάσταση των ασθενών, ανεξαρτήτου βαρύτητας και έκτασης εγκαύματος.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ιωάννης Δ. Κανέλλος, Γενική Χειρουργική, Εκδόσεις «Ροτόντα», Θεσσαλονίκη, 2018
- Burns: Classification, Pathophysiology, and Treatment: A Review, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
- Skin Tissue Engineering Advances in Burns: A Brief Introduction to the Past, the Present, and the Future Potential, PubMed. Διαθέσιμο εδώ