Της Χριστίνας Κοντόγιωργα,
Η απαρχή του θρυλικού club “Decadence” απαντάται στα τέλη του 1970. Tο μαγαζί ανοίγει ο Γιάννης Φιλίππου. Πρόκειται για το παλιό σπίτι του χουντικού αντιβασιλέα Ζωιτάκη. Το μπαράκι βρισκόταν στην οδό Βουλγαροκτόνου και Πουλχερίας, υπήρξε ιδιόρρυθμος χώρος αλλά και η τοποθεσία του ήταν ένα από τα στοιχεία που το έκαναν να ξεχωρίζει. Κι αυτό διότι τα μαρμάρινα σκαλάκια στην είσοδο, το μωσαϊκό στο πάτωμα, καθώς και το γεγονός ότι ήταν απομονωμένο, αλλά ταυτόχρονα στο κέντρο το καθιστούσε ως ένα ιδανικό σημείο φυγής. Έτσι έγινε, λοιπόν, το απόλυτο στέκι στην Αθήνα.
Όταν άνοιξε αποτέλεσε το νούμερο ένα στέκι ραδιοφωνικών παραγωγών, διανοούμενων και καλλιτεχνών. Μεταξύ άλλων εκεί σύχναζαν ο Κοέν μέχρι και ο Γιωτόπουλος της 17Ν. Στο μυαλό της μεγαλύτερης γενιάς έχει μείνει ως ένα από τα πρώτα μπαρ στην Αθήνα. Ένα ήσυχο και ανήσυχο μέρος με μουσική από τις δεκαετίες του 1960 μέχρι του 1980 και DJs ο Χρήστος Δασκαλόπουλος και ο Γιάννης Έξαρχος. Με τα χρόνια το μαγαζί άλλαξε πολλά χέρια. Μεταξύ άλλων πέρασε από της Μαρίας Κανελλοπούλου, του Γιώργου Ζωγράφου και του Αλέξανδρου Δάφνου.
Η νέα εποχή του Decadence ξεκίνησε το 1990 που η ομάδα «Ακροβάτες Νέας Εποχής» πήρε τα ηνία. Ξεκαθάρισαν εξ αρχής ότι η διασκέδαση δεν αγοράζεται, αλλά δημιουργείται. Είχαν σαν εγχείρημα να δημιουργήσουν έναν χώρο που μπορεί να συμβούν τα πάντα. Από ‘δω και πέρα το χαρακτηρίζουν βραδιές ποίησης αφιερωμένες στην Κική Δημουλά, τον Μίλτο Σαχτούρη και πολλούς άλλους ποιητές. Αργότερα, μετονομάστηκε σε “Club Decadence”, και κάπως έτσι έγινε το πιο γνωστό alternative bar-club της Αθήνας. Τακτικοί πελάτες υπήρξαν ο Αντώνης Καφετζόπουλος, οι Κατσιμιχαίοι και άλλοι. Λειτουργούσε σαν μουσική σκηνή, με συναυλίες και πάρτι σε καθημερινή βάση. Έπαιζε κυρίως αγγλικό post-punk και alternative rock αλλά ήταν ικανό να μπερδέψει στο μουσικό του πρόγραμμα Joy Division και Χιώτη, το ίδιο βράδυ.
Η αρχή υπήρξε δύσκολη, υπήρχαν δυνάμεις ασφαλείας και περιπολίες συχνά απ’ έξω, έτσι το μαγαζί δυσκολεύτηκε να πάρει άδεια. Αν και δεν υπήρχε σταθερότητα, αργότερα τα έσοδα ανέβηκαν. Το “Decadence” άρχισε να κάνει διάφορες κινήσεις που τότε δεν είχε φανταστεί άλλο μαγαζί. Παραχωρούσαν το χώρο σε ό,τι καλλιτεχνικό. Εκθέσεις, ταινίες μικρού μήκους και θεατρικά δρώμενα βγήκαν στέγη στο φιλόξενο “Decadence”.
Ήταν το μόνο μπαράκι που τη δεκαετία του 1990 πρόσφερε πραγματικά την αισθητική της εποχής αυτής. Ήταν μουσικά και κοινωνικά μπροστά. Οι ίδιοι οι Tindersticks δεν καταλάβαιναν πώς είναι δυνατόν ένα μπαρ στην Ελλάδα να κάνει γι’ αυτούς αφιέρωμα, ενώ στην Αγγλία τότε δεν τους προωθούσε κανείς. Ο Nick Cave, μάλιστα, τότε το είχε επισκεφτεί τέσσερις φορές. Έκανε και αφιέρωμα στον Τσιτσάνη, τον Έλληνα μπλούζμαν. Μέχρι και ο Μαργαρίτης έκανε την πρώτη παρουσίασή του «Δρόμοι του πουθενά», στο “Decadence”, στις 5 το πρωί.
Εκτός από Έλληνες μουσικούς, όπως οι Last Drive που είχαν κάνει παρουσίαση στο “Decadence”, το μαγαζί το είχαν επισκεφτεί μουσικοί όπως οι Deus και Tindersticks, μέχρι τον Νick Cave. Μετά από μια μυστική συναυλία που είχαν κάνει στον Λόφο του Στρέφη, οι Tindersticks επισκέφτηκαν το Decadence. Μάλιστα, ο κιθαρίστας Neil Fraser μετά το live και τη βραδιά στο μαγαζί, είχε πει «δεν πρόκειται να ξαναπιώ αύριο. Σκέψου είμαι 97 ώρες στην Αθήνα και τις 90 είμαι τύφλα». Μετά από αυτό ακυρώθηκε η πτήση τους και πήγαν ξανά στο “Decadence”. Τελικά, το 2009 γίνεται έξωση και το “Decadence” οδηγήθηκε στο κλείσιμο. Οι κληρονόμοι του είχαν δώσει άδεια για να πέσει το κτίριο και να γίνει πολυκατοικία, αλλά η ομάδα διαχείρισης του “Decadence” έκανε αγώνα για να κηρυχθεί διατηρητέο. Σήμερα το κτίριο είναι μετέωρο στο μέλλον του, προκαλώντας στους περαστικούς αίσθημα νοσταλγίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ο υπεύθυνος του θρυλικού club Decadence, Νίκος Λακόπουλος, μιλά στο Documento, documentonews.gr, διαθέσιμο εδώ
- ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Το Θρυλικό CLUB DECADENCE “Επειδή η Παρακμή συνεχίζεται”, inexarchia.gr, διαθέσιμο εδώ