Του Νικολάου Σαμαρά,
1933: Επήλθε στις Η.Π.Α. η κατάργηση της ποτοαπαγόρευσης, μέτρο που επιβλήθηκε από το 1920 και είχε διάρκεια δεκατρία χρόνια με αρκετές επιπτώσεις στην αμερικανική οικονομία και την κοινωνία εν γένει.
Το κίνημα της ποτοαπαγόρευσης είχε τις ρίζες του στον 19ο αιώνα από διάφορες θρησκευτικές οργανώσεις, κυρίως του Μεθοδιστικού δόγματος, και ήδη από το 1850 υπήρχαν πολιτείες του νότου που εφάρμοσαν νομοσχέδια που απαγόρευαν ή περιόριζαν τη διάθεση αλκοολούχων ποτών. Το 1879 κυβερνήτης του Κάνσας εκλέγεται ο Τζον Σεντ Τζον και μέσα στην επόμενη τετραετία η πολιτεία αυτή ήταν η πρώτη που κήρυξε παράνομο το αλκοόλ. Έπειτα, ο Τζον κατέβηκε στην κεντρική πολιτική σκηνή θέτοντας υποψηφιότητα για Πρόεδρος της Αμερικής το 1884 και έλαβε 150.369 ψήφους. Το γεγονός αυτό ήταν ένα πρώτο μήνυμα ότι η κοινωνία των Η.Π.Α. άρχισε να τάσσεται υπέρ της σταδιακής μείωσης της διάθεσης του αλκοόλ, ενώ μέχρι το 1919 το 75% των πολιτειών είχε ταχθεί με την πλευρά της απαγόρευσης. Έναν χρόνο αργότερα, με τον νόμο Βόλσιντ, τέθηκε σε ισχύ αυτή τους η επιθυμία.
Ωστόσο, η απαγόρευση του αλκοόλ δημιούργησε περισσότερα προβλήματα απ’ όσα έλυσε και είχε ως αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση του οργανωμένου εγκλήματος και της διαφθοράς, καθώς έκαναν την εμφάνισή τους διάφορες συμμορίες, οι οποίες πλούτιζαν από την παράνομη πώληση αλκοόλ. Άρχιζαν να αποκτούν πολιτική επιρροή με την αστυνόμευση πλέον να μην είναι επαρκής, με αποτέλεσμα τη λειτουργία 30.000 σημείων πώλησης αλκοόλ, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο συγκριτικά με την εποχή προ-απαγόρευσης. Οι αμοιβές των αστυνομικών εκείνης της εποχής από το κράτος ήταν χαμηλές και οι παράνομοι διακινητές αλκοόλ κερδίζοντας μεγάλα χρηματικά ποσά δεν έχασαν την ευκαιρία να τους εντάξουν στο κύκλωμά τους προσφέροντας μαύρο χρήμα προκειμένου να μην αντιμετωπίζουν εμπόδια, ενώ ο γνωστός μαφιόζος Αλ Καπόνε που δραστηριοποιούνταν στο Σικάγο δήλωνε ότι στο μισθολόγιό του βρίσκεται η μισή αστυνομία της πόλης.
Εκείνη την εποχή στις Η.Π.Α. είχαν φθάσει αρκετοί μετανάστες από διάφορες χώρες όπως Γερμανία και Ιρλανδία αναζητώντας εναγωνίως απασχόληση με αποτέλεσμα να απορροφηθούν και αυτοί στο λαθρεμπόριο αλκοόλ. Οι μαφιόζοι αντιμετωπίζονταν τότε από μεγάλη μερίδα της κοινωνίας ως λαϊκοί ήρωες, καθώς προσέφεραν εργασία σε ζοφερές οικονομικά εποχές, αφού κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου υπήρχε παγκόσμια ύφεση λόγω των επιπτώσεων του Α´ Παγκοσμίου Πολέμου και του οικονομικού κραχ του 1929. Η ποτοαπαγόρευση σε αρχικό στάδιο είχε θετικό αντίκτυπο, μιας και μειώθηκαν οι θάνατοι από το αλκοόλ και οι ασθένειες, ωστόσο αυτό δεν κράτησε για πολύ διότι λίγα χρόνια μετά την επιβολή της άρχισαν και πάλι να αυξάνεται ο αριθμός θανάτων, καθώς στην αγορά κυριαρχούσε η πώληση νοθευμένων ποτών.
Επιπροσθέτως, η ποτοαπαγόρευση διατάραξε την κοινωνική συνοχή και αυτό γιατί δεν έλειψαν οι εντάσεις μεταξύ των συμμοριών με τη μορφή οργανωμένων κλοπών από τα αποστακτήρια των ανταγωνιστών τους, γεγονός το οποίο σε ορισμένες περιπτώσεις προξένησε και ανθρώπινες απώλειες. Είναι σαφές πως η ποτοαπαγόρευση έριξε λάδι στη φωτιά σε ένα ήδη τεταμένο κοινωνικό κλίμα λόγω των κοινωνικών επιπτώσεων του Α´ Παγκοσμίου Πολέμου και της οικονομικής κρίσης του 1929 ενώ έχει υπολογιστεί πως το αμερικανικό κράτος έχανε κάθε χρόνο περίπου 500 εκατομμύρια δολάρια από το παράνομο εμπόριο.
Η κοινή γνώμη άρχισε να στρέφεται ενάντια σε αυτό το μέτρο λόγω της διαφθοράς και της εγκληματικότητας με αποτέλεσμα στις προεδρικές εκλογές του 1932 ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ να συμπεριλάβει στο πρόγραμμά του την άρση της ποτοαπαγόρευσης ως υποψήφιος Πρόεδρος των Η.Π.Α. με το κόμμα των Δημοκρατικών. Έναν χρόνο αργότερα, μια μέρα σαν σήμερα το 1933, ήρθη η ποτοαπαγόρευση από ένα σημαντικό μέρος των πολιτειών των Η.Π.Α. με την ψήφιση της 21ης Τροποποίησης του Συντάγματος, ενώ η πολιτεία του Μισισιπή ήταν η τελευταία που νομιμοποίησε το αλκοόλ το 1966.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η Ποτοαπαγόρευση, sansimera.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Ποτοαπαγόρευση: Ένα τεράστιο λάθος, που γιγάντωσε τη Μαφία, news247.gr, Διαθέσιμο εδώ