Του Θανάση Μάριζα,
«[…] δεν είναι δυνατόν ένας στους δύο ελεύθερους επαγγελματίες να δηλώνουν ζημιές και το 71% να δηλώνουν κάτω από τον κατώτατο μισθό. Είναι αυτό το 71% όλοι φοροφυγάδες; Όχι, ούτε το υπόλοιπο 29% δεν είναι», είχε δηλώσει ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, στα πλαίσια σχολιασμού του επικείμενου (κι αμφιλεγόμενου) φορολογικού νομοσχεδίου.
Κατευθείαν στα «βαθιά», λοιπόν. Πρόκειται, εξάλλου, για ένα ζήτημα που χρήζει μιας πολύ ευρύτερης οικονομικής προσέγγισης, τόσο σε έκταση όσο και ικανότητα, από οτιδήποτε μπορεί να προσφέρει το παρόν κείμενο. Αυτό που μπορεί, ωστόσο, να προσφερθεί, έστω και περιορισμένα ή, ομολογουμένως, λανθασμένα (η πολιτική είναι και θα είναι πάντα κάτι το βαθιά υποκειμενικό), είναι ένας σχολιασμός της ιδεολογικής φόρτισης που κατευθύνει το εν λόγω νομοσχέδιο, όπως άλλωστε και την πλειοψηφία των ενεργειών της παρούσας Κυβέρνησης.
Ο κ. Μαρινάκης φρόντισε να ενημερώσει για το τι δεν είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες, βασικός πυλώνας κάθε λειτουργικής (ή, τουλάχιστον, μη δυσλειτουργικής) κρατικής οικονομίας. Ούτε εγκληματίες, φυσικά, αλλά ούτε και (προς Θεού!) μπατίρηδες. Εκείνο που ξέχασε να διευκρινίσει είναι, τελικά, το τι είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες. Σίγουρα γνωρίζει την απάντηση, αλλά πιθανώς αμέλησε να τη μοιραστεί και με τους υπολοίπους. Εξάλλου, όπως παραδέχεται κι ο ίδιος, «ένας εξ αυτών είμαι και εγώ». Το δημόσιο πόστο του φαίνεται, δηλαδή, πως αποτελεί λειτούργημα, το οποίο ο εκάστοτε κάτοχος ασκεί από την… καλή του την καρδιά.
Οι δηλώσεις του Κυβερνητικού Εκπροσώπου συμβαδίζουν με το «κουκούτσι» του «μήλου της έριδος» που αποτελεί το προαναφερθέν νομοσχέδιο, δηλαδή το περιβόητο τεκμήριο της «ελάχιστης αμοιβής». Δεν υφίσταται το δικαίωμα, σε μια χώρα τόσο πλούσια όσο η Ελλάδα, του επαγγελματία να… επιλέγει να μην εισπράττει αρκετά έσοδα από την εργασία του. Δεν υφίσταται, επίσης, και λόγος ανησυχίας, για όσους τυχόν τολμήσουν να αισθανθούν αδικημένοι από το ανωτέρω κυβερνητικό στάνταρ. Όπως φρόντισε να καθησυχάσει αυτοπροσώπως κι ο Πρωθυπουργός, «αν κάποιος φορολογούμενος θεωρεί ότι αδικείται από το τεκμήριο, έχει τη δυνατότητα πια να ζητήσει ο ίδιος φορολογικό έλεγχο για τα τελευταία πέντε χρόνια». Σε μια χώρα, φημισμένη για την ταχύτατη γραφειοκρατία και την εξίσου αποτελεσματική δημόσια λειτουργία της, ποτέ δεν υπήρξε πιο εύκολο το να αποδείξεις πως δεν είσαι «ελέφαντας».
Αναλόγως καθησυχαστικές ήταν και οι σημειώσεις πως τα έσοδα από την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής θα διοχετευθούν στη στήριξη του κοινωνικού κράτους, δηλαδή τους τομείς της Παιδείας και της Υγείας. Με τον μέσο Έλληνα πολίτη να (απο)λαμβάνει “their money’s worth” από τη λειτουργία των δυο αυτών τομέων, είναι πάντα ευχάριστη η επιβεβαίωση πως θα σουλουπωθούν οι ελάχιστες μικροελλείψεις που έχουν καταφέρει να διαφύγουν της άγρυπνης κυβερνητικής επιμέλειας. Η Παιδεία και η Υγεία, σε τελική ανάλυση, αποτελούν κατατοπιστικά δείγματα της ποιότητας ζωής που διασφαλίζεται στους πολίτες του εκάστοτε κράτους.
Ο παραπάνω σαρκασμός δεν είναι καλά κρυμμένος. Εύκολοι στόχοι, θα πει κανείς. Έχουμε χιλιοακούσει για τις χτυπητές αδυναμίες της Παιδείας, της Υγείας και ό,τι άλλο πηγαίνει, τέλος πάντων, στραβά εδώ. Και; Σε ποιο χρονικό σημείο, ακριβώς, τα στραβοπατήματα μετατρέπονται σε… αξίες, που πρέπει να γίνονται ασυζητητί αποδεκτές; Μέχρι να φτάσουμε εκεί, πάντως, το θέμα είναι (και θα είναι) το ίδιο. Οι πολίτες της Ελλάδας χωρίζονται σε εκείνους που έχουν τη δυνατότητα να αντέχουν τις δυσλειτουργίες του δημοσίου τομέα, και σε εκείνους που, πολύ απλά, δεν την έχουν.
Ο συγκεκριμένος διπολισμός επεκτείνεται και στο επίκαιρο φορολογικό νομοσχέδιο. Είτε θα καλύπτεις τις φορολογικές σου υποχρεώσεις προς το κράτος, με κάτι ελαφρώς ισχυρότερο της απλής ενόχλησης, είτε θα θέτεις σε κίνδυνο την παρουσία του φαγητού στο τραπέζι, για να το κάνεις. Εκείνοι που θυσιάζουν μονάχα κάποια πολυτέλεια (όπως π.χ. ένα ταξίδι αναψυχής) για να… κατευνάσουν την Α.Α.Δ.Ε., όταν η τελευταία τους χτυπά την πόρτα, είναι, μάλλον, είδος προς εξαφάνιση.
Η φορολογία δεν θα αποτελούσε, προφανώς, θέμα αντάξιο της ίδιας προσοχής, εάν οι δημόσιοι θεσμοί παρείχαν ένα έργο ανάλογο του κόστους τους. Οι βιαστικές διορθώσεις της τελευταίας στιγμής, όσον αφορά, πάντα, το νομοσχέδιο, αν μη τι άλλο εντείνουν την πεποίθηση πως υπάρχει πρόβλημα. Εδώ εκδηλώνεται και το κύριο σύμπτωμα του… αδέξιου φιλελευθερισμού της Ελλάδας. Το (εδώ σαφώς απλουστευμένο) μοντέλο «υψηλή φορολογία = υψηλή λειτουργικότητα» των βορειοευρωπαϊκών χωρών, που τόσο συχνά γίνονται αντικείμενο σύγκρισης, δεν φαίνεται να εισήλθε ποτέ στο παιχνίδι. Αντιθέτως, η τωρινή αντιγραφή του «ιδανικού» των Η.Π.Α., οι οποίες είχαν ήδη αρχίσει να αποσαθρώνονται από το εν λόγω σύστημα όταν ο «μικρός ελληνικός αδελφός» το υιοθετούσε αργοπορημένα, μόνο δυσοιώνως φαίνεται να εξελίσσεται για την οποιαδήποτε έννοια κοινωνικής και ταξικής ισορροπίας σε αυτήν τη χώρα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Π. Μαρινάκης: Δεν είναι δυνατόν το 71% των ελεύθερων επαγγελματιών να δηλώνει κάτω από τον κατώτατο μισθό, businessnews.gr, διαθέσιμο εδώ
- Φορολογικό νομοσχέδιο: Όλες οι αλλαγές για τους ελεύθερους επαγγελματίες, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
- Φορολογικό νομοσχέδιο: Τα σημεία κλειδιά – Τι σημαίνει πρακτικά για τους πολίτες [παραδείγματα], economistas.gr, διαθέσιμο εδώ
- Η Θυσία της Μεσαίας Τάξης και οι επιπτώσεις στη χώρα, huffingtonpost.gr, διαθέσιμο εδώ