15.4 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΚανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ!

Κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ!


Της Κατερίνας Κωνσταντοπούλου,

«Η δυστυχία απέξω / έγδερνε τις πόρτες». Σε αυτούς τους δύο στίχους συνοψίζει ο Σαχτούρης το αποτύπωμα του πολέμου στην ανθρώπινη ζωή. Η μεταπολεμική ποίηση αντικατοπτρίζει το έρεβος που κατακλύζει τον κόσμο και την ανθρώπινη ψυχή δίχως την ειρήνη. Συνιστά μια κραυγή αγωνίας για την απολεσθείσα ανθρωπιά, μία ελεγεία για την άρση της ομορφιάς και του φωτός, αλλά και μια ρεαλιστική, έως και κυνική, αποτύπωση της φρικαλεότητας του πολέμου. Θα εξετάσουμε ενδεικτικά επιλεγμένους στίχους δύο εκ των χαρακτηριστικότερων μεταπολεμικών ποιητών, του Σαχτούρη και του Αναγνωστάκη.

Ξεκινώντας από το ποίημα «Η σκηνή» του Σαχτούρη, παρατηρούμε έναν παραλληλισμό του πολέμου με μία θεατρική σκηνή. Στο δωμάτιο, το οποίο αποτελεί απομίμηση του εξωτερικού κόσμου, οι υποκινητές των συρράξεων, σαν σκηνοθέτες, τοποθετούν ένα πήλινο κεφάλι στο τραπέζι, ένα προσωπείο («Απάνω στο τραπέζι είχανε στήσει ένα κεφάλι από πηλό») και στο κρεβάτι δύο χάρτινα σώματα («απάνω στο κρεβάτι είχανε κόψει από χαρτί δυο σώματα ερωτικά»). Ο άνθρωπος, λοιπόν, ως άθυρμα των ισχυρών, ως ανδράποδο στερούμενο της ταυτότητάς του, ετεροκατευθυνόμενο σαν μαριονέτα σε κουκλοθέατρο («ένας από τους σπάγγους έσπρωχνε τα σώματα στον έρωτα»). Ακόμα κι ο έρωτας, ένα από τα πιο όμορφα και ευγενή ανθρώπινα πάθη, συντελείται μηχανικά, αποτελώντας μόνο ένα μέσο διαιώνισης του είδους. Με αυτόν τον τρόπο, ο ποιητής εξετάζει την παθολογία του πολέμου, την αλλοίωση, δηλαδή, της συναισθηματικής υπόστασης του ανθρώπου και την απροσωποποίησή του. Οι τοίχοι του δωματίου, που συνιστά μια μικρογραφία της φρικώδους πραγματικότητας, έχουν στολιστεί με λουλούδια, όπως ο πόλεμος κοσμείται με κίβδηλα ιδανικά και αξίες, ώστε να αποκτήσει ένα ηθικό περίβλημα και να νομιμοποιηθεί στα μάτια και τις συνειδήσεις των λαών. Και όλο αυτό το κακόγουστο κουκλοθέατρο δεν είναι παρά μόνο μία σμίκρυνση της αλήθειας: η φρίκη παραμονεύει έξω στις πραγματικές της διαστάσεις.

Ο Μίλτος Σαχτούρης. Πηγή εικόνας: blogspot.com

Στη συνέχεια, θα εστιάσουμε σε δύο ποιήματα του Αναγνωστάκη, ο οποίος ως ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς – όπως, άλλωστε, και ο Σαχτούρης –, κουβαλώντας στην ψυχή του νωπό το τραύμα του πολέμου, σκιαγραφεί την εφιαλτική πραγματικότητα της εποχής του με ιδιαίτερη παραστατικότητα, που αγγίζει ενίοτε την ωμότητα. Ο Αναγνωστάκης κατακλύζεται, όπως και η πλειοψηφία των ποιητών της γενιάς του, από ένα αίσθημα γενικευμένης ήττας των ιδανικών και της ανθρωπιάς, καθώς και από το τραύμα του επιζώντος, δηλαδή τις τύψεις απέναντι σε εκείνους που χάθηκαν μαχόμενοι και την πικρία που εκείνοι είναι αναγκασμένοι να επιβιώσουν σε έναν αλλοτριωμένο και ανήθικο κόσμο με παρηκμασμένα όνειρα.

«Εγώ, συλλογίζομαι το γέρο συμβολαιογράφο του τελευταίου πατώματος, με το σκοτωμένο γιο, που δεν τον είδα ούτε και σήμερα. Έχει μήνας να φανεί»: ανεπιτήδευτα και ρεαλιστικά αποδίδεται στο ποίημά του με τίτλο «Ο Πόλεμος», η απώλεια αγαπημένων προσώπων και η ερήμωση που αυτή επιφέρει. Τα παιδιά που θυσιάζονται στο βωμό του πολέμου αφήνουν πίσω τους ανθρώπινα ερείπια και σωρεία από κούφιες αναγγελίες θανάτων, ψυχρές και απρόσωπες, που μετατρέπουν τον άνθρωπο σε έναν κενό αριθμό «Το πολυαγαπημένο μας αγγελούδι (εδώ θα μπει το όνομα, που για τώρα δεν έχει σημασία), ετών 8 κτλ. κτλ.». Η αλλοίωση της φυσικής και ψυχικής υπόστασης του ανθρώπου, η απώλεια του εαυτού και η μάστιγα του θανάτου συγκροτούν ένα εφιαλτικό σκηνικό («Κι εγώ ο ίδιος δεν το πιστεύω αλλά προσπαθώ να σε πείσω οπωσδήποτε, πως αυτό το πράγμα στη γωνιά ήτανε κάποτε σαν κι εσένα. Με πρόσωπο και με κεφάλι.» / Και ρυθμικά χτυπήσανε μια μια οι ώρες κι ανοίξανε πόρτες και παράθυρα μ’ εξαίσιες αποκεφαλισμένες μορφές»). Με λεπτομέρεια που φτάνει στον κυνισμό, ο ποιητής περιγράφει αλληγορικά τη λήξη του πολέμου, και κάθε πολέμου, στο ρου της ιστορίας: εορτασμοί, λάβαρα και ακέφαλα πτώματα να πανηγυρίζουν. Ζωντανά πτώματα, άνθρωποι που συγκαταλέγονται στους επιζώντες, μα μέσα τους είναι νεκροί. Γιατί ο πόλεμος δεν επιφέρει μόνο βιολογικό θάνατο, αλλά πρωτίστως κονιορτοποιεί την ανθρώπινη ψυχή. Κανείς δεν μένει ανέγγιχτος από αυτόν: όλοι οι προηγούμενοι εαυτοί θάβονται, μα θα στοιχειώνουν πάντα τους επιζώντες. Για αυτό, «κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ!».

Ο Μανόλης Αναγνωστάκης. Πηγή εικόνας: kathimerini.gr

Ο ακρωτηριασμός της ανθρώπινης ψυχής που επιφέρουν οι ένοπλες συρράξεις, αποτυπώνεται και στο ποίημά του «Ποιήματα ποὺ μᾶς διάβασε ἕνα βράδυ ὁ λοχίας Οtto V». Το τραυματικό βίωμα παρουσιάζεται εδώ περισσότερο εξατομικευμένα, σαν προσωπική κατάθεση.

«Κι ἐγὼ ποὺ ἔχω μία ψυχὴ παιδικὴ καὶ δειλὴ

Ποὺ δὲν θέλει τίποτε ἄλλο νὰ ξέρει ἀπὸ τὴν ἀγάπη

Κι ἐγὼ πολεμῶ τόσα χρόνια χωρίς, Θέ μου, νὰ μάθω γιατί

Καὶ δὲ βλέπω μπροστὰ τόσα χρόνια παρὰ μόνο τὸ δίδυμο ἀδερφό μου».

Ο ποιητής εξομολογείται πως ο πόλεμος εναντιώνεται στη ψυχή του, σπιλώνοντας την αθωότητά της, ενώ παράλληλα, επισημαίνει τον παραλογισμό του: άνθρωποι, που εν καιρώ ειρήνης ίσως και να ήταν φίλοι, στερούν ο ένας τη ζωή του άλλου, λειτουργώντας ως πειθήνια όργανα των δυνατών.

Η γαλήνια και πολλά υποσχόμενη ειρηνική ζωή ωχριά μπροστά στο επιτακτικό πρόσταγμα του πολέμου: τα νεανικά όνειρα μαραίνονται, ο έρωτας οδηγείται στο χαμό και τη σήψη, η παιδικότητα κρημνίζεται. Ο Αναγνωστάκης, αφορμώμενος από μια νεανική του φωτογραφία, σκιαγραφεί με ανατριχιαστικό τρόπο την απροσωποποιητική δύναμη του πολέμου:

«Ὢ μία τρυπίτσα ποὺ χωρᾷ ὅλο τὸν πόνο τῶν ἀν-

θρώπων

Ποιὸς εἶμαι; Ποῦ βρίσκομαι; Σκίστε τὰ ροῦχα

μου ἐδῶ μπροστὰ στὸ στῆθος

Ἴσως θὰ βρεῖτε ἀκόμα τ᾿ ὄνομά μου σκαλισμένο.

Ποιὸς τὸ θυμᾶται;»

Η τρύπα που δημιουργεί η θανατηφόρος σφαίρα, το φόβητρο των πολεμιστών και των αγαπημένων τους, ενώ είναι μικροσκοπική, χωρά όλη την ανθρώπινη οδύνη. Η απώλεια της ταυτότητας και η μετατροπή του ανθρώπου σε έναν ακόμα στρατιώτη, σε ένα ακόμα θύμα, η οποία αποδίδεται με τις ρητορικές ερωτήσεις, συνοψίζει την αλλοτριωτική ισχύ του πολέμου.

Πηγή εικόνας: freepik.com/ Φωτογράφος και Δικαιώματα Χρήση: Stockgiu

Η μεταπολεμική ποίηση, λοιπόν, σκιαγραφεί τη λαίλαπα της ωμότητας, της φρίκης και του θανάτου, εν ολίγοις του ζόφου που βαραίνει τον κόσμο όταν απουσιάζει η ειρήνη. Ο πόλεμος οδηγεί τον άνθρωπο στην πλήρη αποθηριοποίησή του, συσκοτίζει την ανθρώπινη ψυχή και κρίση, μαραίνει τις ανθρώπινες σχέσεις. Οφείλουμε, επομένως, να αναρωτηθούμε τι λειτουργία ενέχει η τέχνη σε τέτοιες εποχές παρακμής. Ίσως, συνιστά τροχοπέδη στην αλλοτριωτική ιδιότητα του πολέμου, ένα θεματοφύλακα της εναπομένουσας ευαισθησίας, ένα όπλο ενάντια στην απόλυτη συναισθηματική αποστράγγιση. Ίσως, και ένα ύστατο καταφύγιο από την απηνή και αποκρουστική πραγματικότητα. Ίσως, λοιπόν, σε καιρό πολέμου, η τέχνη να ανάγεται σε αναγκαιότητα, σε μέσο επιβίωσης.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Μανόλης Αναγνωστάκης (1925-2005), greek-language.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κατερίνα Κωνσταντοπούλου
Κατερίνα Κωνσταντοπούλου
Γεννήθηκε το 2003 στο Μαρούσι. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μιλάει Αγγλικά. Επιθυμεί να ασχοληθεί με τη διδασκαλία. Στον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται με την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και τη συγγραφή δοκιμίων, άρθρων και ποιημάτων.