Της Γεωργίας Σκαμπελτζή,
Μπορεί τα φώτα της δημοσιότητας να έχουν στραφεί –δικαίως ή αδίκως– το τελευταίο διάστημα στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. λόγω των συνεχών εξελίξεων, που πλέον δεν παρουσιάζουν τόσο ενδιαφέρον, όμως δεν πρέπει να λησμονούμε το γεγονός ότι το κυβερνητικό έργο συνεχίζεται. Η Κυβέρνηση, παρά τους κλυδωνισμούς που έχει υποστεί ήδη από τους θερινούς μήνες, κρατά την πρωτοκαθεδρία της απέναντι στους υπόλοιπους κομματικούς σχηματισμούς, μετρώντας μόνο μικρές απώλειες.
Ίσως για πρώτη φορά από τη Μεταπολίτευση, βλέπουμε ότι το κυβερνών κόμμα μένει αλώβητο, ενώ έχουν σημειωθεί σφάλματα από την πλευρά του. Ακόμα και ορισμένες προκλητικές τοποθετήσεις σημαντικών στελεχών της Κυβέρνησης δεν έχουν επιφέρει κάποια αξιοσημείωτη φθορά ή τουλάχιστον αυτή δεν έχει αποτυπωθεί δημοσκοπικά, με βάση τα στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί έως σήμερα. Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό; Είναι οι κινήσεις της Ν.Δ. τόσο προσεκτικές, με αποτέλεσμα να μην ζημιώνεται, ή είναι τόσο αδύναμη η Αντιπολίτευση, ώστε να μην μπορεί κάποιο από τα υπόλοιπα κόμματα να σταθεί απέναντί της ως το αντίπαλο δέος;
Ξεκινώντας από την ίδια την Κυβέρνηση, φαίνεται να έχει λάβει το μήνυμα του αποτελέσματος των Αυτοδιοικητικών Εκλογών, όταν, δηλαδή, δεν κατάφερε να σημειώσει το «13 στα 13», όμως διατήρησε μια διαφορά ασφαλείας από τον δεύτερο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Παράλληλα, έχουν ήδη κατατεθεί ή βρίσκονται νομοσχέδια που αφορούν κάποιους από τους βασικούς πυλώνες διακυβέρνησης, όπως τη φορολογία και τη Δικαιοσύνη, ενώ μέσω μεταρρυθμίσεων που θα τεθούν επί τάπητος το επόμενο διάστημα θα προσπαθήσουν να δημιουργήσουν ένα θετικό κλίμα απέναντι στους πολίτες.
Όμως, αν αναλογιστεί κανείς και την κατάσταση που επικρατεί στην Αντιπολίτευση, μπορεί να αντιληφθεί γιατί η Ν.Δ. παραμένει η πρώτη επιλογή των πολιτών. Με έναν ΣΥ.ΡΙΖ.Α. σε πλήρη αποσύνθεση, δεν έχει πια ουσιαστικό αντίπαλο εντός και εκτός Βουλής. Κι ενώ ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. πέφτει, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. προς ώρας ανεβαίνει με αργούς ρυθμούς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οφείλεται στην παρουσία του ως αντιπολίτευση ή ότι μπορεί να «απειλήσει» τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Είναι δεδομένο ότι η Ν.Δ. απολαμβάνει την κυριαρχία της εδώ και καιρό και μοιάζει δύσκολο να μπορεί να ανατραπεί το σκηνικό που κυριαρχεί σήμερα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η Κυβέρνηση πρέπει να εφησυχάσει. Μπορεί αυτήν τη στιγμή να μην αντιμετωπίζει κάποιον ισχυρό αντίπαλο, ελλοχεύει, εντούτοις, ο κίνδυνος να βάλει «αυτογκόλ», καθώς η ενότητα στους κόλπους της δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη, όπως αποδεικνύεται από ορισμένες διαφοροποιήσεις στελεχών της, με τρανά παραδείγματα τον πρώην Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά και τον Υπουργό Επικρατείας Μάκη Βορίδη, οι οποίοι δεν θα ψηφίσουν το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Τέτοιου είδους καταστάσεις, ενδεχομένως, να αποτελέσουν παγίδα για τη Ν.Δ., καθώς, από τη μία, με τη διαφοροποίησή τους συγκρατούν ίσως ψηφοφόρους της πιο «συντηρητικής» πτέρυγας του κόμματος, ενώ, από την άλλη, ίσως προκαλέσουν εσωκομματικό πονοκέφαλο.
Φαίνεται, δηλαδή, ότι ο μόνος αντίπαλος αυτήν τη στιγμή είναι ο κακός εαυτός της Κυβέρνησης, η αλαζονεία και η χαλαρότητα στην οποία ενδέχεται να υποπέσουν τα μέλη της. Όσο παρουσιάζει στοιχεία σταθερότητας, θα παραμένει αλώβητη και όσο η αποσταθεροποίηση της Αντιπολίτευσης θα επιτείνεται, θα παίζει χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο όχι μόνο για το άμεσο μέλλον, αλλά και για τα επόμενα χρόνια.