Του Γιώργου Κοσματόπουλου,
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας, η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δρομολογεί την άμεση ψήφιση του νομοσχεδίου για την επέκταση των δικαιωμάτων πολιτικού γάμου και τεκνοθεσίας στα ομόφυλα ζευγάρια. Εντός Δεκεμβρίου αναμένεται η εισαγωγή του σχετικού νομοσχεδίου στη Βουλή με τις αντιδράσεις να έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Σε κάθε περίπτωση, οι διαφωνούντες (που μόνο λίγοι δεν είναι) θα κληθούν να αναμετρηθούν με τη συνείδησή τους και με την Ιστορία.
Τέλη καλοκαιριού με αρχές φθινοπώρου, οι φήμες που κυκλοφορούσαν αναφέρονταν σε μια συμφωνία του Πρωθυπουργού με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. κ. Ιερώνυμο Β’ αναφορικά με την παραπομπή της ανωτέρω νομοθετικής πρωτοβουλίας στο απώτερο μέλλον. Ήταν η εποχή που είχε αρχίσει να συζητείται δημοσίως το ζήτημα της αντικατάστασης των παλαιών αστυνομικών ταυτοτήτων από τις νέου τύπου. Ο Μητσοτάκης, γνωρίζοντας ότι η συνωμοσιολογία γύρω από το εν λόγω ζήτημα οργιάζει με αναφορές σε τσιπάκια, χαράγματα κλπ. ζήτησε από τον Ιερώνυμο να χαλιναγωγήσει τους ακραίους εκκλησιαστικούς κύκλους και να στηρίξει δημοσίως την εισαγωγή των νέων ταυτοτήτων. Ο Αρχιεπίσκοπος, από την άλλη, συνέδεσε την παροχή στήριξης εκ μέρους της Εκκλησίας της Ελλάδος στους κυβερνητικούς χειρισμούς με το «πάγωμα» της παροχής του δικαιώματος τέλεσης πολιτικού γάμου και υιοθεσίας παιδιών στους ομοφυλόφιλους, θέμα το οποίο θα ξεσηκώσει, εκ των πραγμάτων, θύελλα αντιδράσεων στους κόλπους της Εκκλησίας.
Σύμφωνα με όσα μαθαίναμε τότε, ο Μητσοτάκης είχε συμφωνήσει, συνυπολογίζοντας το πολιτικό κόστος που είχε ήδη υποστεί η Ν.Δ. μετά την αποτυχία της αντιμετώπισης των συνεπειών των φυσικών καταστροφών που ενέσκηψαν προσφάτως στη χώρα, τη δολοφονική καταδρομή των Κροατών χούλιγκαν στη Νέα Φιλαδέλφεια, τις αντικαταστάσεις Υπουργών και της εν γένει κακής εικόνας που η Κυβέρνηση αυτού δείχνει μετά τις Βουλευτικές Εκλογές του Ιουνίου. Με βάση τις τελευταίες πληροφορίες φαίνεται ότι είτε η εν λόγω συμφωνία δεν υπήρξε ποτέ είτε ο Μητσοτάκης την καταπάτησε δεδομένου ότι από πλευράς επίσημης Εκκλησίας η στήριξη σε ό,τι αφορά τις νέες ταυτότητες υπήρξε δημόσια, ηχηρή και άνευ αστερίσκων. Πιθανότατα, ο Μητσοτάκης να θεωρεί ότι η διαλυτική κατάσταση που επικρατεί στη μείζονα Αντιπολίτευση και η αδυναμία της ελάσσονος να αναδείξει έναν ισχυρό αντικαταστάτη της, διαμορφώνει ιδανική συνθήκη. Άλλωστε, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αποκλείεται να μην στηρίξει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ενώ κι εκ μέρους του ΠΑ.ΣΟ.Κ. θα βρεθούν υποστηρικτές του – σε κάθε περίπτωση το κόμμα δεν θα βγει σκληρά απέναντι. Εν πάση περιπτώσει, η Κυβέρνηση της Ν.Δ. έχει εξαγγείλει την ικανοποίηση του συγκεκριμένου αιτήματος της κοινότητας των ΛΟΑΤΚΙ και η νομοθετική του κατοχύρωση πλησιάζει.
Η, υποτίθεται, κατά βάση Δεξιά σημερινή Κυβέρνηση φέρνει, λοιπόν, ένα νομοσχέδιο που δεν τόλμησε να φέρει ούτε αυτή του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., του κατ’ εξοχήν δικαιωματιστικού κόμματος δηλαδή. Κάποιος θα μπορούσε να χαρακτηρίσει το σκηνικό τραγελαφικό, άλλος θα μπορούσε να μιλήσει για την αποθέωση της μετα-πολιτικής, το πλήρες σάρωμα των διαχωριστικών ορίων μεταξύ των πολιτικών χώρων που επέφερε η επικράτηση της ολοκληρωτικής ιδεολογίας της πολιτικής ορθότητας. Θα ήταν ενδιαφέρον οι υπέρμαχοι του γάμου και της υιοθεσίας παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια, μεταξύ των οποίων και ο Πρωθυπουργός, να δεχθούν να μπουν σε μια πραγματική συζήτηση επιχειρημάτων και να μας αναλύσουν για ποιους επιστημονικούς, ιδεολογικούς και πολιτικούς λόγους καταλήγουν στη συγκεκριμένη θέση. Διότι μέχρι στιγμής διαβάζουμε κι ακούμε είτε γλυκανάλατες μπαρούφες περί αγάπης, ξύλινους φιλιππικούς κατά της πατριαρχίας και όλα τα υπόλοιπα κλισέ της woke κουλτούρας είτε επιστημονικές προσεγγίσεις για το ζήτημα της τεκνοθεσίας που πάσχουν μεθοδολογικά και δεοντολογικά, όπως έχει καταδειχθεί ήδη από χρόνια. Έκδηλη είναι, άλλωστε, και η επίδειξη υποκρισίας εκ μέρους των ΛΟΑΤΚΙ, που αφενός θέλουν να πλασάρονται σαν ριζοσπάστες, αφετέρου θέλουν εναγωνίως να ενταχθούν στο πολιτικό-κοινωνικό σύστημα που υποτίθεται τους καταπιέζει.
Χειρότερο, όμως, από τον ενστερνισμό φασιστικών ιδεών και κομπογιαννίτικων θεωριών είναι ο ψυχρός υπολογισμός με τον οποίο αντιμετωπίζουν διάφοροι υπέρμαχοι το ζήτημα γάμου και τεκνοθεσίας εκ μέρους ομόφυλων ζευγαριών: Βλέπουν απλώς μια δεξαμενή ψηφαλακίων στους κόλπους των ΛΟΑΤΚΙ και των απανταχού δικαιωματιστών. Μπροστά, λοιπόν, στο κέρδος κάποιων επιπλέον ψήφων αδιαφορούν πλήρως για τα δικαιώματα των παιδιών και την ορθή ψυχική τους ανάπτυξη. Αυτοί είναι οι πλέον αδίστακτοι και είναι πολύ πιο επικίνδυνοι από τους ιδεοληπτικούς δήθεν υπερασπιστές των δικαιωμάτων. Και στην κατηγορία αυτοί φαίνεται πως εντάσσονται πολλοί από τους Βουλευτές, ειδικά της Ν.Δ. και του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που καίτοι διαφωνούν με τη νέα πραγματικότητα που πάει να ιδρυθεί αναφορικά με τον θεσμό της οικογένειας, αλλά σιωπούν και ενδεχομένως θα υπερψηφίσουν το σχετικό νομοσχέδιο είτε από ψηφοθηρική υστεροβουλία, είτε για να πουλήσουν εκδούλευση στις ηγεσίες των κομμάτων τους, είτε από τον φόβο του στιγματισμού τους εκ μέρους του εσμού του διαδικτυακού «βόθρου» και των «γκεμπελίσκων» των Μ.Μ.Ε.
Τι θα γίνει, όμως, με τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινής γνώμης που αντιτίθεται στην πρωτοβουλία Μητσοτάκη; Δεν θα βρεθεί κάποιος να την εκφράσει; Θα την κάνουν δώρο στην Άκρα Δεξιά, κλαίγοντας μετά υποκριτικά για την άνοδό της; Εδώ εντοπίζεται η ευθύνη όσων σοβαρών πολιτικών στεγάζονται στα παραδοσιακά μεταπολιτευτικά κόμματα. Στη Ν.Δ. φαίνεται πως προκρίνεται η λύση της μη επιβολής κομματικής πειθαρχίας, με την εξαίρεση ενδεχομένως των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου. Ήδη ο Υπουργός Επικρατείας, Μάκης Βορίδης, δήλωσε ότι σε αυτό το ενδεχόμενο η απάντησή του θα είναι η υποβολή της παραιτήσεως εκ του χαρτοφυλακίου του. Τι, όμως, θα πετύχει με αυτό ο Βορίδης; Θα αποτρέψει μιας εξόχως δυσμενή εξέλιξη για την ελληνική κοινωνία, η οποία θα φέρει την υπογραφή της παράταξής του; Όχι βέβαια. Απλώς θα περιχαρακώσει τους προσωπικούς του ψηφοφόρους, ενώ θέλοντας και μη, θα παίξει και τον ρόλο του δεξιού λαγού για τον Μητσοτάκη, συγκρατώντας ψηφοφόρους της Ν.Δ. που υπό άλλες συνθήκες πιθανόν θα στρέφονταν σε άλλες επιλογές, ώστε να τιμωρήσουν τον Μητσοτάκη που τους πρόδωσε σ’ ένα ζήτημα αρχών. Ας αφήσει, λοιπόν, τους ψευτο-ηρωισμούς ο Βορίδης, όπως και οι υπόλοιποι Υπουργοί και βουλευτές της Ν.Δ. που θα κινηθούν αναλόγως. Αν, όντως, ενδιαφέρονταν για την προάσπιση του θεσμού του γάμου και ιδίως των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των παιδιών, θα λειτουργούσαν συντονισμένα και θα απέτρεπαν την εκπόνηση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, απειλώντας τον Μητσοτάκη με μαζικές αποχωρήσεις από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος. Αλλά δεν έχουν τα κότσια να πάνε κόντρα σ’ ένα κόμμα που κυβερνά ουσιαστικά ανεξέλεγκτο, υστερούμενοι των σχετικών προνομίων.
Παρομοίως και στο ΠΑ.ΣΟ.Κ.: Εκεί, η ηγεσία του, προκειμένου να ξεμπερδέψει με ταυτοτικά ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα και να ασχοληθεί απερίσπαστη με αυτό το οποίο ειδικεύεται, δηλαδή τις «γραμμές», έχει υιοθετήσει το νεφελώδες ιδεολόγημα της «ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας». Μόνο που το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ούτε ήταν ούτε είναι ούτε και θα γίνει κλασικό ευρωπαϊκό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Ας διαβάσουν και λίγο τον Ανδρέα Παπανδρέου αυτοί που συνεχώς τον επικαλούνται. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είναι πατριωτικό, λαϊκό κίνημα, εκφράζοντας κατά βάση τον μέσο Έλληνα. Και ο μέσος Έλληνας δεν επιθυμεί να υπερψηφιστούν νομοσχέδια όπως το εν λόγω. Και ναι, είναι απαραίτητο οι ηγεσίες να λαμβάνουν και αντιδημοφιλείς αποφάσεις, αλλά όταν κάποιος διαφωνεί με αποφάσεις της ηγεσίας του, επί ζητημάτων αρχών δεν τις σχολιάζει στα καφενεία και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μόνο. Οργανώνεται μαζί με άλλους, πιέζουν τοπικούς βουλευτές και κομματικά όργανα, στέλνουν επιστολές στην ηγεσία και τις δημοσιεύουν, απειλούν να καταθέσουν κομματικές ταυτότητες, μποϊκοτάρουν κομματικές εκδηλώσεις κ.λπ. Όσο οι ηγεσίες θεωρούν δεδομένες τις πλειοψηφίες τόσο θα υποκύπτουν στη δικτατορία των μειοψηφιών.
Έρχονται στιγμές που ο κάθε άνθρωπος καλείται να αναμετρηθεί με τον εαυτό του και την Ιστορία. Πρέπει να επιλέξει αν θα σηκώσει το ανάστημά του, αποδεχόμενος τις όποιες συνέπειες μπορεί να έχει ή θα «λουφάξει», περιμένοντας να περάσουν τα δύσκολα, ώστε να εμφανιστεί και πάλι και να λειτουργήσει εκ τους ασφαλούς. Αυτό, όμως, δεν είναι ρεαλισμός. Είναι δειλία και ανευθυνότητα. Την Ιστορία ως γνωστόν τη γράφουν οι νικητές και νικητές είναι αυτοί που ξέρουν να λένε «όχι».