15.4 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΟ ρόλος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στην εξυγίανση του τραπεζικού τομέα

Ο ρόλος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στην εξυγίανση του τραπεζικού τομέα


Του Άρη Γλυκού,

Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Τ.Χ.Σ.) αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που συστάθηκε το 2010, με σκοπό να βοηθήσει στη σταθεροποίηση του τραπεζικού τομέα, εν μέσω της σημαντικής οικονομικής κρίσης που επηρέασε και συνεχίζει να περιορίζει τη χώρα μας.

Το Ταμείο δεν ανήκει στον δημόσιο τομέα, παρά το γεγονός ότι η χρηματοδότησή του προήλθε από το Ελληνικό Κράτος. Το 2012, το Ελληνικό Κράτος έλαβε δάνειο € 50 δις από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για τη σταθεροποίηση του τραπεζικού τομέα. Το κεφάλαιο αυτό διαχειρίζεται το Τ.Χ.Σ. Ο τρόπος λειτουργίας του καθορίζεται από τον νόμο 3864/2010, που αποτελεί τον ιδρυτικό νόμο του Ταμείου, ο οποίος ορίζει και τη δημιουργία συγκεκριμένου προγράμματος βάσει του οποίου θα λειτουργεί το Τ.Χ.Σ. Το 2022, με τον νόμο 4941/2022, επήλθαν τροποποιήσεις στον τρόπο λειτουργίας του Ταμείου και ορίστηκε το 2025 ως η τελευταία χρονιά λειτουργίας του. Επομένως, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2025 θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η αποεπένδυση του Ταμείου από όλες τις τράπεζες στο χαρτοφυλάκιό του και να έχει επιτελέσει τον σκοπό του.

Από την ίδρυσή του, το Ταμείο έχει παράσχει οικονομική βοήθεια ύψους € 46 δις, κυρίως στις 4 συστημικές τράπεζες.

Οι τράπεζες διαχωρίστηκαν σε συστηματικές και μη συστηματικές στην Ελλάδα στις 15 Μαΐου του 2012, στην έκθεση βιωσιμότητας των ελληνικών τραπεζών που πραγματοποιήθηκε από την Τρόικα. Συστημικές τράπεζες θεωρήθηκαν οι βιώσιμες τράπεζες, δηλαδή η Τράπεζα Πειραιώς, η Eurobank, η Alpha Bank και η Εθνική Τράπεζα. Ως μη συστημικές ορίστηκαν οι μη βιώσιμες τράπεζες και η λίστα αυτών περιείχε, μεταξύ άλλων, την Attica Bank και την ΑΤΕBank (πρώην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος), η οποία το 2012 απορροφήθηκε από την Τράπεζα Πειραιώς.

Ο χαρακτηρισμός αυτός ήταν αναγκαίος για να καθοριστεί και ποιες τράπεζες θα λάμβαναν την υποστήριξη του Τ.Χ.Σ. Οι συστημικές τράπεζες έλαβαν, το 2013, € 24,99 δις από το Τ.Χ.Σ., με αποτέλεσμα το Ταμείο να κατέχει ποσοστό:

  • 84,39% στην Εθνική Τράπεζα
  • 81,01% στην Τράπεζα Πειραιώς
  • 83,7% στην Alpha Bank και
  • 98,56% στη Eurobank

Το 2014 οι 4 τράπεζες πραγματοποίησαν αυξήσεις των μετοχικών τους κεφαλαίων για να καλύψουν κεφαλαιακές απαιτήσεις ύψους € 6,2 δις ευρώ. Το γενικό θετικό κλίμα της οικονομίας συνέβαλε στην υπερκάλυψη της παραπάνω ανάγκης κατά € 2,1 δις. Αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν η σημαντική μείωση του ποσοστού κάθε τράπεζας που κατέχει το Τ.Χ.Σ. Συγκεκριμένα, τα ποσοστά διαμορφώθηκαν ως εξής:

  • 57,24% στην Εθνική Τράπεζα
  • 67,3% στην Τράπεζα Πειραιώς
  • 66,36% στην Alpha Bank και
  • 35,40% στη Eurobank

Μια δεύτερη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου πραγματοποιήθηκε το 2015 και μείωσε περαιτέρω τη συμμετοχή του Ταμείου στις 4 συστημικές τράπεζες. Η ανακεφαλαίωση αυτή ήταν αναγκαία, καθώς η πολιτική που εφαρμόστηκε το 2015 δημιούργησε την ανάγκη για € 14,4 δις, εκ των οποίων τα € 5,4 δις καλύφθηκαν από το Τ.Χ.Σ. Παρά την ανάγκη συμμετοχής και του ταμείου για την κάλυψη του κεφαλαίου, τα ποσοστά συμμετοχής του μειώθηκαν στα επίπεδα που ακολουθούν:

  • 40,4% στην Εθνική Τράπεζα
  • 26,4% στην Τράπεζα Πειραιώς
  • 11% στην Alpha Bank και
  • 2,4% στη Eurobank

Τελικά, τα ποσοστά συμμετοχής του Τ.Χ.Σ. στις 4 συστημικές τράπεζες πριν την έναρξη της διαδικασίας αποεπένδυσης του Ταμείου είχαν διαμορφωθεί στα εξής επίπεδα:

  • 40,4% στην Εθνική Τράπεζα
  • 26,4% στην Τράπεζα Πειραιώς
  • 9% στην Alpha Bank και
  • 1,4% στη Eurobank
Πηγή εικόνας: Freepik

Η πρώτη αποεπένδυση πραγματοποιήθηκε το 2023, με τη Eurobank να αγοράζει το 1,4% που κατείχε το Τ.Χ.Σ. σε τιμή € 1,8 ανά μετοχή (€ 0,28 υψηλότερα από την τιμή κλεισίματος της μετοχής τη μέρα αγοράς των μετοχών). Το Τ.Χ.Σ. έλαβε συνολικά € 93,7 εκατ. από τη συναλλαγή. Τη Eurobank ακολούθησαν η Alpha Bank και η Εθνική Τράπεζα. Η ιταλική τράπεζα UniCredit αγόρασε το 9% από το Τ.Χ.Σ. προς € 1,39 ανά μετοχή, που αποτελούσε και την τιμή κλεισίματος της μετοχής της Alpha Bank την ίδια μέρα. To συνολικό τίμημα της συναλλαγής ανήλθε στα € 293,5 εκατ. Τις επόμενες μέρες η τιμή της μετοχής αυτής αυξήθηκε σημαντικά, δείχνοντας τη βαρύτητα που δίνουν οι επενδυτές στη στρατηγική αυτή συνεργασία για την ελληνική τράπεζα.

Η συμφωνία για την πώληση του 22% της Εθνικής Τράπεζας ολοκληρώθηκε στις 16 Νοεμβρίου του 2023 και η τιμή πώλησης καθορίστηκε στα € 5,3 ανά μετοχή. Στην τιμή αυτήν, το ποσό που θα λάβει το Ταμείο από τη συναλλαγή αυτή θα είναι περίπου € 1,07 δις. Η πιο σημαντική πτυχή αυτής της συναλλαγής δεν είναι το χρηματικό ποσό, αλλά οι επενδυτές που προσέλκυσε η συναλλαγή. Εταιρείες όπως η Blackrock και η Fidelity, που χαίρουν παγκοσμίου αναγνώρισης, αποτελούν μέρος του νέου μετοχικού συμβουλίου της τράπεζας. Η αξία που προσθέτουν στην εταιρεία επενδυτές τέτοιου επιπέδου διαμορφώθηκε άμεσα και στην τιμή που την Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2023 έκλεισε, στο επίπεδο των € 6,12 ανά μετοχή.

Η συνολική αποεπένδυση σύμφωνα με το πρόγραμμα του ταμείου θα ολοκληρωθεί το 2025.

Πηγή εικόνας: mindandi / Freepik

Οι μη συστημικές τράπεζες το 2011 αριθμούσαν σε 14. Οι περισσότερες από αυτές απορροφήθηκαν από τις συστημικές τράπεζες. Η εξυγίανση αυτή απαίτησε κεφάλαια που υπερέβησαν τα € 18 δις. Έκπληξη αποτέλεσε η Τράπεζα Αττικής, η οποία, παρότι είχε χαρακτηριστεί μη βιώσιμη, με άντληση ιδιωτικών κεφαλαίων κατάφερε να συνεχίσει τη λειτουργία της, μέσω της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της και με την έκδοση μετατρέψιμου ομολόγου. Η τράπεζα συνεχίζει να λειτουργεί μέχρι και σήμερα, αλλά το Τ.Χ.Σ. κατέχει το 72,5% των μετοχών της, με σκοπό να συμβάλει στη βιωσιμότητά της, αλλά και να αυξήσει τον ανταγωνισμό στον ελληνικό τραπεζικό τομέα. Το Τ.Χ.Σ. εισήλθε στο μετοχικό κομμάτι της τράπεζας τον Απρίλιο του 2023. σε μια αύξηση μετοχικού κεφαλαίου στην οποία κάλυψε τα € 329 εκατ. από τα € 473 εκατ. που συνολικά ζητήθηκαν, λαμβάνοντας το 69,5% των κοινών μετοχών. Το ποσοστό, τελικά, διαμορφώθηκε στο 72,5%, με τη μετατροπή παραστατικών τίτλων (warrants) από το Τ.Χ.Σ.

Παράλληλα με την οικονομική στήριξη, σημαντικό κομμάτι του σχεδίου του Τ.Χ.Σ. αποτέλεσε και το πρόγραμμα «Ηρακλής», μέσω του οποίου επιδίωξαν να τιτλοποιήσουν μη εξυπηρετούμενα δάνεια («κόκκινα» δάνεια) και μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, ώστε να είναι πιο βιώσιμες οι τράπεζες και να διαθέτουν περισσότερα κεφάλαια που θα διατεθούν για την οικονομική ανάπτυξη. Το παραπάνω πρόγραμμα, ταυτόχρονα, συμβάλει στον περιορισμό του πιστωτικού κινδύνου.

Η διαδικασία αποεπένδυσης επανάφερε στο προσκήνιο το Τ.Χ.Σ., με πολλές κριτικές αναφορικά με την αποτελεσματικότητα των δραστηριοτήτων του. Βασικό επιχείρημα αποτελεί η ζημία που θα υπάρχει για το Ταμείο, αφού τα αναμενόμενα έσοδα από την αποεπένδυση θα είναι € 3 δις, ενώ το συνολικό κεφάλαιο που έχει παράσχει είναι ίσο με € 46 δις, υποδηλώνοντας μια ζημιά ύψους 43 δις, η οποία είναι πολύ μεγαλύτερη αν λάβουμε υπόψη μας τη διαχρονική αξία του χρήματος. Είναι ξεκάθαρο ότι αυτός ο τρόπος υπολογισμού είναι επιφανειακός και δεν είναι σωστός για την αποτίμηση του Τ.Χ.Σ., που μέσω της οικονομικής βοήθειας που παρείχε συντέλεσε, ουσιαστικά, στη διαμόρφωση της σημερινής βελτιωμένης ελληνικής οικονομίας, καθώς και της δημιουργίας ενός κλίματος εμπιστοσύνης, τόσο με τον ελληνικό λαό όσο και με το επενδυτικό κοινό. Η χρηματοδότηση του Ταμείου προήλθε από τη δανειοδότηση του ελληνικού κράτους, στην οποία δανειοδότηση οφείλουμε, αρχικά, να συμψηφίσουμε και τα κέρδη που είχε το Δημόσιο από τις σχετικές διαδικασίες.

Το Ελληνικό Κράτος, μέσω του PSI, αντάλλαξε ομόλογα αξίας € 198 δις με ομόλογα αξίας € 92 δις, μειώνοντας, έτσι, το χρέος του. Ένα μέρος της διαφοράς αυτής –και συγκεκριμένα € 37,7 δις– επιβάρυνε τις ελληνικές τράπεζες. Χρήματα, δηλαδή, που το κράτος πήρε από τις τράπεζες και δημιούργησε μια ιδιαίτερα δύσκολη οικονομική κατάσταση για τις τράπεζες, καθιστώντας τες μη βιώσιμες.

Πηγή εικόνας: frimufilms / Freepik

Πέρα από την επίδραση στα οικονομικά στοιχεία των τραπεζών, την ίδια περίοδο έχασαν και ένα μεγάλο μέρος της εμπιστοσύνης του κοινού, καθώς η συνέχιση της λειτουργίας τους ήταν αβέβαιη. Δισεκατομμύρια ευρώ σε καταθέσεις αναλήφθηκαν από τις ελληνικές τράπεζες, δημιουργώντας σημαντικά προβλήματα ρευστότητας. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, μοναδική λύση για τις τράπεζες ήταν το E.L.A. (επείγουσα δανειοδοτική βοήθεια), αφού λόγω της δυσχερούς οικονομικής τους κατάστασης η Ε.Κ.Τ. δεν δεχόταν ως αντίκρισμα τις εγγυήσεις των ελληνικών τραπεζών για να παρέχει την απαραίτητη ρευστότητα.

To Ε.L.A. είχε πολύ υψηλότερα επιτόκια (1,55%) σε σχέση με παραδοσιακές μεθόδους χρηματοδότησης που προσέφερε η Ε.Κ.Τ. (0,05%), αυξάνοντας σημαντικά το κόστος δανεισμού των τραπεζών. Το επιπλέον κόστος αυτό το έλαβε η Τράπεζα της Ελλάδος και αριθμούσε συνολικά € 4,5 δις. Επομένως, η συνολική ζημία του Ταμείου, με βάση τα νούμερα αυτά (46-37,7-4,5 σε δις ευρώ), είναι € 3,8 δις λίγο πιο ψηλά από τα αναμενόμενα κέρδη από την αποεπένδυση.

Τα παραπάνω νούμερα δεν περιλαμβάνουν τα κέρδη που αναμένονται από την πώληση του μεριδίου στην Attica Bank, που θα μπορούσε να αποδειχθεί αξιόλογο ποσό.

Έχοντας αναλύσει την καθαρά οικονομική δραστηριότητα του ταμείου, σημαντικό είναι να αναφέρουμε και τα λοιπά ευεργετικά αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία που δεν μπορούν να ποσοτικοποιηθούν.

Με την αρωγή του Τ.Χ.Σ., αποφεύχθηκε το «κούρεμα» καταθέσεων και η κατάρρευση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και όσα αυτά συνεπάγονται, τόσο για την ανασφάλεια όσο και για τις επιπτώσεις στη ζωή κάθε Έλληνα πολίτη. Επιπλέον, ο τραπεζικός τομέας κατάφερε να ανταπεξέλθει και, τελικά, να αναζωογονηθεί. Σήμερα, αποτελεί τη βάση για την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας.

Το Τ.Χ.Σ. αποτελεί ένα σύμβολο της οικονομικής κρίσης της Ελλάδας. Με την αποεπένδυση θα καταφέρει το κράτος να «κλείσει» ένα δυσάρεστο κεφάλαιο στην Ιστορία της χώρας και, παράλληλα, να στείλει ένα σημαντικό μήνυμα, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, ότι η Ελλάδα προχωράει μπροστά, με ανανεωμένη εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα και με στιβαρές βάσεις.

Τέλος, οι σημαντικές προϋποθέσεις που θέτει το Τ.Χ.Σ. για τους ενδιαφερόμενους επενδυτές και πιθανούς μετόχους των τραπεζών, συντελεί στη δημιουργία ενός ισχυρού τραπεζικού συστήματος με μεγάλες προοπτικές για το μέλλον που αναπόφευκτα θα επηρεάσουν θετικά και λοιπούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Ιστοσελίδα του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, hfsf.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Η «αθέατη» πλευρά του φεγγαριού: Οι αρνητικές επιπτώσεις της αποεπένδυσης του ΤΧΣ από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, kepe.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Ο χορός των δισ. για τη διάσωση τραπεζών και η πραγματική ζημιά του κράτους, businessdaily.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Ολοκληρώνεται η αποεπένδυση του ΤΧΣ από τη Eurobank, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Χωρίζονται στα δύο οι ελληνικές τράπεζες σε συστημικές και μη – Έως τις 15 Μαΐου η έκθεση βιωσιμότητας της Τρόικα για τις τράπεζες – Οι συστημικές θα είναι 4, ΕΤΕ, Alpha, Eurobank, Πειραιώς και κεφαλαιακά θα ενισχυθούν πρώτες…., bankingnews.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Χωρίς στήριξη του ΤΧΣ η ανακεφαλαιοποίηση της Attica Bank, news247.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Attica Bank: Στο 72,5% το ποσοστό του ΤΧΣ μετά την μετατροπή των warrants, euro2day.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Άρης Γλυκός
Άρης Γλυκός
Σπουδάζει στο τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον ενδιαφέρουν το χρηματιστήριο και τα κρυπτονομίσματα. Στον ελεύθερο χρόνο του, ασχολείται με το σκάκι, διαβάζει βιβλία και παίζει μπάσκετ.