8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΓιατί η ευρωπαϊκή οικονομία έρχεται πάντα δεύτερη;

Γιατί η ευρωπαϊκή οικονομία έρχεται πάντα δεύτερη;


Του Κωνσταντίνου Γκότση, 

Ανέκαθεν υπήρχε αναπτυξιακό χάσμα μεταξύ Ευρώπης και Η.Π.Α., το οποίο, όμως, χρόνο με τον χρόνο, ειδικά έπειτα την ίδρυση της Ευρωζώνης, άρχισε να αμβλύνεται ως απόρροια, κυρίως, της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς, που επέτρεψε την ελεύθερη μετακίνηση αγαθών/υπηρεσιών, κεφαλαίων και ανθρώπινου δυναμικού μεταξύ των κρατών-μελών. Παράλληλα, αυτή η ενιαία αγορά λειτουργεί υπό τον «μανδύα» ενός ισχυρού κοινού νομίσματος, του ευρώ, το οποίο αποτελεί το δεύτερο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, μέχρι και σήμερα, μετά το δολάριο. Το γεγονός αυτό εξάλειψε τους συναλλαγματικούς κινδύνους μεταξύ των αγορών της Ευρωζώνης, ευνοώντας το εμπόριο και τη μεταφορά χρημάτων.

Ωστόσο, η Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση του 2008 έφερε στην επιφάνεια τη μεγάλη ετερογένεια μεταξύ των ευρωπαϊκών οικονομιών, καθώς και των βαθιών εσωτερικών διαιρέσεων. Η συγκεκριμένη κρίση, που μετεξελίχθηκε σε κρίση χρέους στην Ευρώπη, έχει ως αποτέλεσμα ένα σημείο καμπής για τη δυναμική των δύο μεγάλων οικονομιών στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, δηλαδή της Ευρώπης και των Η.Π.Α. Το 2008 η οικονομία της Ε.Ε. ήταν λίγο μεγαλύτερη από την αμερικανική ($ 16,2 τρις έναντι $ 14,7 τρις). Μέχρι το 2022, η οικονομία των Η.Π.Α. είχε αυξηθεί στα $ 25 τρις, ενώ η Ε.Ε. και το Ηνωμένο Βασίλειο μαζί είχαν φτάσει μόλις τα $ 19,8 τρις. Η οικονομία των Η.Π.Α. είναι τώρα σχεδόν κατά ένα τρίτο μεγαλύτερη από την ευρωπαϊκή συνολικά και περισσότερο από 50% μεγαλύτερη από την Ε.Ε. χωρίς το Ηνωμένο Βασίλειο.

Σε αυτό το σημείο, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος πως η ανομοιομορφία είναι αρκετά έντονη ακόμα και στην αμερικανική οικονομία, μεταξύ των Πολιτειών. Μην ξεχνάμε πως και οι Η.Π.Α. αποτελούν, μεταξύ άλλων, μια οικονομική ένωση. Είναι γνωστή η έντονη οικονομική ανισότητα που συναντάται ανάμεσα στις Πολιτείες, αλλά και στα άτομα, αποτελώντας, ίσως, το μεγαλύτερο διαχρονικό «αγκάθι» για τη χώρα.

Όμως, εδώ υπάρχει μια ποιοτική διαφορά. Το αποκεντρωμένο πολιτικό σύστημα στις Η.Π.Α. επιτρέπει στις Πολιτείες μεταξύ τους να ανταγωνίζονται. Ο ανταγωνισμός αυτός ενισχύει την επιχειρηματικότητα και την εργασία, καθώς οι τοπικές κυβερνήσεις ανταγωνίζονται κυρίως σε νομικό και φορολογικό επίπεδο για να προσελκύσουν επενδύσεις, επιχειρήσεις και εργατικό δυναμικό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ίσως μοναδικές μεταξύ των χωρών υψηλού εισοδήματος που παρουσιάζουν τόσο μεγάλο βαθμό πολιτικής αποκέντρωσης. Σε αυτό το μοντέλο έχει βασιστεί από την ίδρυσή της η αμερικανική οικονομία –παρόλο που έχει αλλάξει προς την αντίθετη κατεύθυνση μερικώς– και έχει φτάσει να είναι η μεγαλύτερη, η ανθεκτικότερη και η πιο ανεπτυγμένη παγκοσμίως διαχρονικά (χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν παρουσιάζονται και σοβαρά μειονεκτήματα σε διαρθρωτικό επίπεδο). Προφανώς, αυτή η επιτυχία βασίζεται και σε άλλες ενέργειες, που αφορούν βασικά την εξωτερική της πολιτική, ωστόσο κι άλλες χώρες το είχαν επιχειρήσει κατά το παρελθόν αυτό, χωρίς το ίδιο αποτέλεσμα…

Πηγή εικόνας: Allexxandar / Freepik

Κλείνοντας την παρένθεση και επιστρέφοντας στο κύριο θέμα μας, οι λόγοι της ανομοιογένειας και της διαίρεσης στην Ευρώπη είναι πολλαπλοί, καθώς το κάθε κράτος-μέλος της Ένωσης ακολουθεί σχεδόν μια αυτόνομη δημοσιονομική πολιτική (με ελάχιστες εξαιρέσεις, λόγω της κρίσης χρέους), χωρίς να τηρείται το πλαίσιο που έχει τεθεί, αφού παρακάμπτεται συχνά από τις τάσεις σε εθνικό επίπεδο. Το ίδιο συμβαίνει και στις πολιτικές για την ανάπτυξη της βιομηχανίας, της γεωργίας και της ενέργειας.

Μάλιστα, η εξάλειψη των συναλλαγματικών κινδύνων εντός της ενιαίας αγοράς στην πραγματικότητα ευνόησε άνισα τις εθνικές οικονομίες. Αυτό πολύ απλά συμβαίνει διότι το κοινό νόμισμα ευνοεί την εξειδίκευση προϊόντων, με αποτέλεσμα να ενισχύσει τις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες εις βάρος αυτών που ήταν βιομηχανικά παρακμάζουσες.

Ενδεικτικά, η οικονομική απόκλιση, βάσει των μακροοικονομικών μεγεθών, φαίνεται και από τις «ανισορροπίες του Target-2». Το Target-2, σύμφωνα με τον ορισμό στην ιστοσελίδα της Τράπεζας της Ελλάδος, «είναι ένα σύστημα πληρωμών υπό την ιδιοκτησία και τη διαχείριση του Ευρωσυστήματος. Είναι η κύρια ευρωπαϊκή πλατφόρμα για την επεξεργασία πληρωμών μεγάλων ποσών και χρησιμοποιείται τόσο από Κεντρικές Τράπεζες όσο και από εμπορικές τράπεζες για την επεξεργασία πληρωμών σε ευρώ σε συνεχή χρόνο». Οι ανισορροπίες, λοιπόν, έγκειται στο μέγεθος των υποχρεώσεων και απαιτήσεων που παρουσιάζει η κάθε εθνική Κεντρική Τράπεζα των κρατών-μελών, κυρίως ανάμεσα στις χώρες του Βορρά και του Νότου. Ενδεικτικά, η Ισπανία και η Ιταλία καταγράφουν υποχρεώσεις ύψους περίπου 28% του Α.Ε.Π., ενώ η Γερμανία έχει καθαρή απαίτηση περίπου 26%.

Επιπλέον, η Ευρώπη είναι σε σημαντικό βαθμό εξαρτημένη από τις Η.Π.Α. στους τομείς της τεχνολογίας και της ενέργειας, όπως, επίσης, και για κεφάλαια και στρατιωτική προστασία. Αρχικά, ο κλάδος της τεχνολογίας στην Ευρώπη κατακλύζεται από μεγάλες αμερικανικές Big Tech εταιρείες, όπως η Amazon, η Microsoft και η Apple. Οι επτά μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας στον κόσμο, με βάση την κεφαλαιοποίησή τους στη χρηματιστηριακή αγορά, είναι όλες αμερικανικές. Υπάρχουν μόνο δύο ευρωπαϊκές εταιρείες στις κορυφαίες 20, η ASML και η SAP. Επίσης, αρκετές μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες της Ευρώπης έχουν εξαγοραστεί από αμερικανικές εταιρείες. Για παράδειγμα, στους ημιαγωγούς, παρότι το 1990 η Ευρώπη παρήγαγε το 44% της προσφοράς παγκοσμίως, αυτή τη στιγμή παράγει μόνο το 9%, ενώ οι Η.Π.Α. το 12%. Σε αυτόν τον τομέα, βέβαια, κυριαρχούν πλέον οι ασιατικές οικονομίες, με επίκεντρο την Ταϊβάν και την Κίνα. Γι’ αυτό, κιόλας, το τελευταίο διάστημα προσπαθούν να αναπτύξουν βιομηχανικές πολιτικές σε στρατηγικούς τομείς, όπως αυτός των ημιαγωγών. Βέβαια, και εδώ οι Η.Π.Α. έχουν πλεονέκτημα, λόγω του νομίσματός τους, που συνεχίζει να αποτελεί το νούμερο ένα αποθεματικό διεθνώς, παρά την πτώση της «δημοφιλίας» του, κάνοντας ευκολότερη την ανάληψη χρηματοδότησης. Επιπρόσθετα, αξίζει να σημειωθεί πως η Ευρώπη εξαρτάται σχεδόν πλήρως από τις κεφαλαιαγορές των Η.Π.Α. και Αμερικάνους ιδιώτες και θεσμικούς επενδυτές. Στους μόνους κλάδους που κυριαρχούν οι Ευρωπαίοι, πλέον, έναντι των Αμερικανών είναι στη βιομηχανία του “lifestyle” (τουρισμός, αθλήματα, είδη πολυτελείας), στα οποία, βέβαια, έχουν εισχωρήσει σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια επενδυτές της Μέσης Ανατολής, της Αμερικής και της Ασίας.

Πηγή εικόνας: Freepik

Τα παραπάνω, λοιπόν, έχουν οδηγήσει στο να μείνει πίσω στην ανάπτυξη η Ευρωζώνη σε σχέση με τις Η.Π.Α. Ενδεικτικά, από το 1995 μέχρι σήμερα, το πραγματικό Α.Ε.Π. των Η.Π.Α. έχει αυξηθεί περισσότερο από 90%, ενώ στην Ευρωζώνη έχει αυξηθεί άνω του 50% μόνο. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί πως οι Ηνωμένες Πολιτείες παράγουν περισσότερα ανά άτομο από τις περισσότερες άλλες προηγμένες οικονομίες. Το 2015 το πραγματικό κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. ήταν $ 56.000 στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ το πραγματικό κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. την ίδια χρονιά ήταν μόνο $ 47.000 στη Γερμανία, $ 41.000 στη Γαλλία και στο Ηνωμένο Βασίλειο και μόλις $ 36.000 στην Ιταλία (τα ποσά είναι προσαρμοσμένα στην αγοραστική δύναμη). Βέβαια, ως έναν βαθμό, αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι οι απασχολούμενοι στις Η.Π.Α. εργάζονται περισσότερες ώρες σε σχέση με τους Ευρωπαίους.

Για να εξετάσουμε την κατάσταση και στο σήμερα πιο ξεκάθαρα, σύμφωνα με στοιχεία μιας έκθεσης του FactSet, στο γ’ τρίμηνο η κερδοφορία των εταιρειών της Ευρωζώνης ήταν απογοητευτική, ενώ από το 92% των εισηγμένων του S&P 500 που έχουν ανακοινώσει αποτελέσματα τριμήνου, το 81% παρουσίασαν θετικά κέρδη που ξεπέρασαν τις προβλέψεις και το 61% είχε έσοδα μεγαλύτερα του αναμενόμενου. Το πραγματικό Α.Ε.Π. αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 4,9% το γ’ τρίμηνο στις Η.Π.Α., ενώ στη ζώνη του ευρώ το εποχικά προσαρμοσμένο Α.Ε.Π. ενισχύθηκε κατά 0,1% σε ετήσια βάση, παρότι η τρέχουσα νομισματική πολιτική της Fed είναι πιο «σφικτή» από της Ε.Κ.Τ. Αυτό έχει στρέψει πολλούς επενδυτές και αναλυτές να προτιμούν την αγορά μετοχών των Η.Π.Α. έναντι της Ένωσης, καθώς η οικονομία της δεύτερης «χτυπήθηκε» πιο σοβαρά από την αύξηση του κόστους ζωής, την αδύναμη εξωτερική ζήτηση και τα υψηλά επιτόκια.

Συνοψίζοντας, η ευρωπαϊκή οικονομία υστερεί από την αμερικάνικη, διότι η δεύτερη έχει δομήσει: μια καλύτερη επιχειρηματική κουλτούρα, ένα πιο υποστηρικτικό χρηματοοικονομικό σύστημα για τις επιχειρήσεις, καλύτερα ερευνητικά πανεπιστήμια, μια πιο ευέλικτη αγορά εργασίας, μεγαλύτερη ενεργειακή αυτονομία, καθώς και ένα ευνοϊκότερο φορολογικό, ρυθμιστικό και αποκεντρωμένο πολιτικό σύστημα συνολικά. Επίσης, ανάμεσα στις βιομηχανικές χώρες του Ο.Ο.Σ.Α., οι Η.Π.Α. έχει το μικρότερο σε μέγεθος κράτος (τουλάχιστον μέχρι και πριν τη διακυβέρνηση Biden), γεγονός ευνοϊκό για την ιδιωτική επιχειρηματική ανάπτυξη και καινοτομία.

Αυτή τη στιγμή, η Ευρώπη χρειάζεται να δομήσει ένα ενοποιημένο τραπεζικό σύστημα και μια «ένωση κεφαλαιαγοράς», με την εναρμόνιση εθνικών κανόνων και επιταχύνοντας τις διαδικασίες (αυτά τα θέματα συζητούνται «έντονα» από το 2013-2014). Παράλληλα, θα πρέπει η Ε.Κ.Τ. να δώσει «σήμα» στις αγορές και τα κράτη πως θα ακολουθήσει μακροπρόθεσμα μια πιο περιοριστική πολιτική σε σχέση με το παρελθόν (ήδη οι συζητήσεις για αύξηση του ποσοστού ελάχιστου αποθεματικού είναι προς αυτήν την κατεύθυνση) και να εξαλείψει την πλεονάζουσα ρευστότητα μέσω της «ποσοτικής σύσφιξης», ενώ, παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να γίνει πιο αυστηρή στην τήρηση των δημοσιονομικών κανόνων, αλλά και του πλαισίου της ίσης μεταχείρισης και της πολυμερούς εποπτείας για όλα τα κράτη-μέλη, ανεξαιρέτως. Αυτό θα ομαλοποιήσει, προφανώς, τη λειτουργία των αγορών. Έτσι μόνο θα επιτύχει να αμβλύνει την μακροοικονομική ισορροπία και σταδιακά, παραδειγματιζόμενη και από τα θετικά στοιχεία των Η.Π.Α., να αναπτύξει μια πιο ανταγωνιστική και αυτόνομη αγορά.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • It’s time to tackle Europe’s economic and monetary slippage, ft.com, διαθέσιμο εδώ
  • Why the U.S. Is Still Richer Than Every Other Large Country, hbr.org, διαθέσιμο εδώ
  • Europe has fallen behind America and the gap is growing, ft.com, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης
Κωνσταντίνος Γκότσης
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.