Της Αντωνίας Πετρολέκα,
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, στις αρχές του 2022, έφερε στη μνήμη της διεθνούς κοινότητας μια αντίστοιχη κρίση που κλιμακώθηκε σε πόλεμο, βέβαια πολύ μικρότερης διάρκειας, το 2008. Ο πόλεμος της Νότιας Οσετίας ήταν μια ένοπλη σύγκρουση, που διήρκησε μόνο πέντε μέρες, μεταξύ της Γεωργίας και των περιοχών της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας, οι οποίες έχουν ανακηρύξει την de facto ανεξαρτησία τους από τη Γεωργία. Ενεργό ρόλο στη διένεξη ανέλαβε, βεβαίως, και η Ρωσία, η οποία βοήθησε στρατιωτικά τις δύο αποσχισθείσες περιοχές, εναντίον της Γεωργίας.
Σε μια σύντομη ιστορική αναδρομή, μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, το 1991, η Γεωργία ανακήρυξε την ανεξαρτησία της, ενώ η Αμπχαζία και η Νότια Οσετία, αν και επιδίωκαν την ανεξαρτησία από τη δεκαετία του ’80, παρέμειναν στα διεθνώς αναγνωρισμένα σύνορα της Γεωργίας. Εν συνεχεία, οι περιοχές, όπου οι Γεωργιανοί αποτελούν εθνική μειονότητα, αποσπάστηκαν από τη Γεωργία κατά τον πόλεμο του 1991-1992. Τον Αύγουστο του 1992, υπογράφηκε στο Σότσι μια συμφωνία που έθεσε τέλος στον πόλεμο μεταξύ της Γεωργίας και των αποσχισθεισών περιοχών. Η συμφωνία υπογράφηκε με τη μεσολάβηση της Ρωσίας και της Ουκρανίας, και περιλάμβανε την κατάπαυση πυρός και τη δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας στο Τσχινβάλι, πρωτεύουσα της Νότιας Οσετίας. Επίσης, δημιουργήθηκε ένα ειδικό όργανο, η Επιτροπή για την Επίλυση της Σύγκρουσης στην Αμπχαζία, του οποίου η Ρωσία είχε τον έλεγχο. Η συμφωνία οδήγησε σε μια προσωρινή σταθερότητα στην περιοχή, αλλά το ζήτημα της τελικής κατάστασης των αποσχισθεισών περιοχών παρέμεινε ανοιχτό.
Οι συγκρούσεις των περιοχών με τη Γεωργία κατέστησαν τη Ρωσία βασικό συνομιλητή. Έτσι, δεν προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι οι περιοχές ανέπτυξαν στενές σχέσεις με τη Ρωσία, η οποία, μάλιστα, παραχώρησε ρωσικά διαβατήρια στους περισσότερους πολίτες. Η εμπλοκή αυτή, της Ρωσίας, στη διαμάχη, αφενός οδήγησε σε συγκρούσεις με τη Γεωργία και αφετέρου τράβηξε την προσοχή των Η.Π.Α., οι οποίες δεν μπόρεσαν να παραμείνουν αμέτοχες. Έτσι, επιδιώκοντας επιρροή στην περιοχή του Καυκάσου, οι Η.Π.Α. υποστήριξαν οικονομικά και στρατιωτικά τη Γεωργία, ενώ τάχθηκαν υπέρ της ένταξής της και στο ΝΑΤΟ, πράγμα που επιδείνωσε την κατάσταση, καθώς η Ρωσία άρχισε να αισθάνεται ότι χάνει την επιρροή της στην περιοχή.
Το 2004, εκλέγεται Πρόεδρος της Γεωργίας ο Mikheil Saakashvili, ο οποίος επιδιώκει να επαναφέρει τις περιοχές υπό τον έλεγχο των Γεωργιανών. Η προσπάθεια διακόπτεται μετά από δημοψήφισμα στη Νότια Οσετία, κατά το οποίο επικράτησε το «Όχι» ως απάντηση στο ερώτημα προσάρτησης της περιοχής από τη Γεωργία. Η κατάσταση κλιμακώνεται τα επόμενα χρόνια, με τη Γεωργία να δυσανασχετεί με την ενίσχυση των δεσμών Ρωσίας-Νότιας Οσετίας, και τη Ρωσία να αντιδρά στην πρόθεση της Τιφλίδας να μπει στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε.
Η κατάσταση «μύριζε μπαρούτι» και η σύγκρουση δεν άργησε να εξελιχθεί σε στρατιωτική. Τη νύχτα της 7ης Αυγούστου του 2008, γεωργιανές στρατιωτικές δυνάμεις παραβίασαν την εκεχειρία και επιτέθηκαν εναντίον της Νότιας Οσετίας, με την αιτιολογία της αποκατάστασης της συνταγματικής τάξης. Η πρωτεύουσα της Νότιας Οσετίας, Τσχινβάλι, δέχτηκε σφοδρές πυραυλικές επιθέσεις, ενώ, την επόμενη μέρα, ο Γεωργιανός Στρατός, με τη συνοδεία αρμάτων και ομάδων των Ειδικών Δυνάμεων, εισήλθε στο Τσχινβάλι. Η Ρωσία δεν άργησε να εισέλθει στον πόλεμο και τα ρωσικά τανκς μπήκαν στη Νότια Οσετία, προτάσσοντας ως δικαιολογία την προστασία πληθυσμού της, πολλοί εκ των οποίων, όπως προαναφέρθηκε, είχαν ρωσικά διαβατήρια. Μέσα σε λίγες μέρες, ο Ρωσικός Στρατός απέκτησε τον έλεγχο της περιοχής, απώθησε τους Γεωργιανούς εκτός των εδαφών της Νότιας Οσετίας και επιτέθηκε σε προάστια της Γεωργιανής πρωτεύουσας, Τιφλίδας.
Η εμπόλεμη κατάσταση στη Γεωργία συνεχίστηκε και, τις επόμενες μέρες, οι μάχες επεκτάθηκαν, με τους Ρώσους να εισβάλλουν στην Αμπχαζία. Παράλληλα, οι ρωσικοί βομβαρδισμοί συνεχίστηκαν, καταστρέφοντας το λιμάνι του Poti και στρατιωτικούς στόχους στην πόλη Gori. Στην προσπάθεια εύρεσης μιας οριστικής λύσης, μια κοινή αντιπροσωπεία από την Ε.Ε., τις Η.Π.Α. και τον ΟΟΣΑ επισκέφθηκε τη Γεωργία. Όπως πάντα, οι οδυνηρές συνέπειες της σύγκρουσης ήταν ο θάνατος χιλιάδων ανθρώπων, στρατιωτών, αλλά και αμάχων. Δυστυχώς, είναι ανυπολόγιστες οι απώλειες των τελευταίων, συμπεριλαμβανομένων ηλικιωμένων και παιδιών, οι οποίοι έγιναν θύματα των «τυφλών» βομβαρδισμών. Παράλληλα, παρατηρήθηκε μαζική μετακίνηση προσφύγων από τη Νότια Οσετία προς τη Βόρεια (τμήμα της Ρωσίας) και προς τη Γεωργία.
Ο Πρόεδρος της Γεωργίας, Mikheil Saakashvili, κατηγόρησε τη Ρωσία για αποστολή χιλιάδων στρατιωτών, πράγμα που οδήγησε σε ανεξέλεγκτη κλιμάκωση της κατάστασης. Συγχρόνως, ο Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Sergey Lavrov, κατηγόρησε το γεωργιανό στρατό για απόπειρα εθνοκάθαρσης των Οσετιανών. Κατόπιν της κατάληψης της πόλης Gori από τους Ρώσους, ο γεωργιανός στρατός αποχώρησε και παραχώρησε τον έλεγχο της περιοχής στους Ρώσους, με σκοπό την υπεράσπιση της Τιφλίδας από πιθανή ρωσική επίθεση. Κατά τη λήξη των εχθροπραξιών, η Ρωσία αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας.
Ύστερα από την λήξη των εχθροπραξιών, στις 12 Αυγούστου, πραγματοποιήθηκε συνάντηση μεταξύ του Προέδρου της Ρωσίας, Dmitry Medvedev, και του Προέδρου της Γαλλίας, Nicolas Sarkozy. Αυτή η συνάντηση αποτέλεσε μια μεσολαβητική πρωτοβουλία του Γάλλου Προέδρου, και κατέληξε στην έγκριση ενός σχεδίου ειρήνης έξι σημείων, το οποίο βρήκε σύμφωνες όλες τις πλευρές. Τα έξι σημεία που συμφωνήθηκαν ήταν τα εξής: απαγόρευση της χρήσης βίας, οριστική διακοπή των εχθροπραξιών, ελεύθερη πρόσβαση στην ανθρωπιστική βοήθεια, απόσυρση των γεωργιανών στρατιωτικών δυνάμεων στις βάσεις τους, απόσυρση των ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων στις προηγούμενες θέσεις τους και διεξαγωγή διεθνούς διαλόγου για το μέλλον της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας.
Επιλογικά, μετά τη λήξη του πολέμου, η Νότια Οσετία βρίσκεται εξ ολοκλήρου στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας. Η Κυβέρνησή της εξετάζει το ενδεχόμενο ένωσης με τη Ρωσία, ύστερα από τη διοργάνωση δημοψηφίσματος, ενώ, από την άλλη, η Αμπχαζία, ύστερα από την de facto απόσχισή της από τη Γεωργία, δήλωσε ότι δεν έχει σκοπό να ενωθεί με τη Ρωσία. Την ίδια στιγμή, η Γεωργία, λόγω της αρνητικής έκβασης του πολέμου, έχει οδηγηθεί σε μεγαλύτερο πολιτικό αυταρχισμό, με πρόφαση τη διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας και ασφάλειάς της. Οι σχέσεις μεταξύ Γεωργίας και Ρωσίας παραμένουν μέχρι σήμερα στάσιμες, ενώ η ένταση στα σύνορα με τη Νότια Οσετία δεν έχει εξαλειφθεί, χωρίς όμως να υπάρχει ένδειξη επιδείνωσης. Ο πόλεμος της Ρωσίας με τη Γεωργία μπορεί εμμέσως να παραλληλιστεί με τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, που συνεχίζει μέχρι σήμερα να μαίνεται. Και στις δυο περιστάσεις η Ρωσία εμπλέκεται σε εμπόλεμη διένεξη, προβάλλοντας αλυτρωτικούς ισχυρισμούς και υπεράσπιση ρωσόφωνων πληθυσμών εντός των συνόρων μιας τρίτης χώρας. Στην πραγματικότητα, η Ρωσία προσπαθεί να διατηρήσει την ευρύτερη περιοχή υπό τη σφαίρα επιρροής της, πράγμα το οποίο απειλήθηκε όταν το ΝΑΤΟ προσέγγισε τόσο τη Γεωργία, όσο και την Ουκρανία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- 10 χρόνια από τον πόλεμο Γεωργίας-Ρωσίας: Το χρονικό της σύγκρουσης, Euronews, διαθέσιμο εδώ
- Πόλεμος της Νότιας Οσσετίας (2008), Βικιπαίδεια, διαθέσιμο εδώ
- 2008 Georgia Russia Conflict Fast Facts, CNN, διαθέσιμο εδώ