Της Καρολίνας Σόμπτσυκ,
Η απέραντη αγάπη των Ιθαγενών της Βόρειας Αμερικής για τη γη τους δεν προέκυψε τυχαία. Διάφοροι παράγοντες τους οδήγησαν πολλές φορές σε τοποθεσίες άγνωστες ή πολύ περιορισμένες, οπότε η μεταστροφή από το κυνήγι και το ψάρεμα στην καλλιέργεια του εδάφους ήταν αναγκαία για την επιβίωσή τους. Την ευγνωμοσύνη τους για τα πλούσια δώρα της φύσης εκφράζουν μέσα από τις λατρευτικές τελετές τους και αποτυπώνουν στις μυθολογικές τους παραδόσεις. Συνεχίζοντας από προηγούμενο άρθρο την αναφορά στη σύνδεση των ινδιάνικων μύθων με τη γεωργική παραγωγή, θα σχολιάσουμε την παρουσία των τριών από τα σπουδαιότερα λαχανικά της ηπείρου: του καλαμποκιού, των φασολιών και της κολοκύθας-αυτήν τη φορά, ωστόσο, ως αυτοτελούς λειτουργικής τριάδας.
Η φύτευση από τους Ινδιάνους των τριών φυτών μαζί, ως ενιαία καλλιέργεια, καταγράφεται για πρώτη φορά πριν από πολλούς αιώνες. Με την επινόηση της συγκεκριμένης «συντροφικής φύτευσης», κατά κοινή παραδοχή του επιστημονικού κόσμου, η γεωπονική ιδιοφυΐα των Ινδιάνων φτάνει στο αποκορύφωμά της: τα 3 φυτά αλληλεπιδρούν άριστα, τόσο ανταλλάσσοντας θρεπτικά συστατικά μεταξύ τους, όσο διότι στηρίζουν το ένα το άλλο, καθώς αναπτύσσονται πλεγμένα (το καλαμπόκι έχει ψηλό και ανθεκτικό κορμό, η φασολιά τον σταθεροποιεί και η κολοκύθα κρατά το έδαφος δροσερό, νωπό και προστατευμένο από ζώα και ζιζάνια). Παρ’ όλο που ως μέθοδος καλλιέργειας ξεκίνησε στο κεντρικό Μεξικό, τους πρώτους μύθους εμπνεύστηκαν οι φυλές των βορειοδυτικών ΗΠΑ-ειδικότερα, οι Ιροκουά ή Χαουντενοσάουνεε (Συνομοσπονδία Έξι Πρώτων Εθνών). Χάρη, λοιπόν, στην εξαιρετική επιτυχία της, αυτή η τεχνική διαδόθηκε γρήγορα (και ακολουθείται μέχρι και σήμερα!) σε όλην την έκταση της Βόρειας Αμερικής. Και επειδή, άλλωστε, το μοτίβο της ανθρωποποίησης των έμψυχων ή άψυχων στοιχείων της φύσης αποτελεί τη βάση της πίστης και της λατρεία των Ιθαγενών (πχ λατρεία της Μητέρας Γης), τα ίδια τα λαχανικά δε θα μπορούσαν να μην τυγχάνουν ανάλογης δημοτικότητας στις κατά τόπους ινδιάνικες μυθολογίες.
Οι Τρεις Αδελφάδες
Α) Ένα ζευγάρι είχε τρεις κόρες. Το ζευγάρι διαρκώς δούλευε σκληρά, όμως οι τρεις αδελφές δεν συνεισέφεραν, αντίθετα τσακώνονταν ασταμάτητα, καθώς ήταν εντελώς διαφορετικές σε εμφάνιση και χαρακτήρα. Η πρώτη ήταν ψηλόλιγνη με μακριά, ξανθά μαλλιά, η μικρότερη μυώδης και κοντή και η μεσαία μετρίου αναστήματος και με τρυφερή ψυχή. Πριν τον ερχόμενο χειμώνα, οι γονείς απηύδησαν με τους καβγάδες τους και προσευχήθηκαν για βοήθεια. Η βοήθεια, όμως, τους ήρθε με έναν τρόπο που δεν περίμεναν: οι κόρες τους μεταμορφώθηκαν αντίστοιχα σε καλαμποκιά, κολοκυθιά και φασολιά! Επειδή, όμως, κατά βάθος αγαπούσαν η μια την άλλη, φύτρωσαν όλες μαζί και παρέμειναν για πάντα ενωμένες.
Β) Κάποτε δεν υπήρχε γη. Η Γυναίκα που ζούσε στον ουρανό έπεσε κατά λάθος από μια τρύπα και τα ζώα, για να μη χτυπήσει, άπλωσαν άμμο από το βυθό της θάλασσας πάνω στο καβούκι μιας χελώνας. Αυτή προσγειώθηκε εκεί και γέννησε μια κόρη. Στην ήπειρο της Αμερικής που είχε δημιουργηθεί πια, η κόρη έμεινε έγκυος από το Δυτικό Άνεμο, όμως πέθανε μόλις γέννησε τα δίδυμα αγόρια τους. Πάνω στον τάφο της φύτρωσαν τρία ιερά φυτά: το καλαμπόκι, η φασολιά και η κολοκύθα. Από αυτά τράφηκαν οι εγγονοί της Γυναίκας και αργότερα οι Ιροκουά και ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.
Γ) Μια φορά και έναν καιρό τρεις αδελφές ζούσαν σε ένα χωράφι. Δεν έμοιαζαν καθόλου μεταξύ τους στο ντύσιμο ούτε στο σουλούπι. Η μικρή μπουσουλούσε και φορούσε πράσινο βελούδο, η μεσαία ντυνόταν ανοιχτό κίτρινο και έτρεχε στον ήλιο και η μεγάλη με τα μεταξένια μαλλιά στεκόταν περήφανη δίπλα και πρόσεχε τις αδελφές της. Μια μέρα ένα αγόρι Μόχωκ ήρθε να παίξει στο χωράφι τους και να μαζέψει καλάμια από τον ποταμό. Το βράδυ έφυγε, όμως μαζί του πήρε τη μικρή αδελφή. Οι μεγάλες στενοχωρήθηκαν πολύ. Μετά από καιρό, ξανάρθε και πήρε μαζί του τη δεύτερη. Η μεγαλύτερη άρχισε να εξασθενεί και να μαραίνεται, καθώς της έλειπαν οι αδελφές της. Αργότερα, το αγόρι εμφανίστηκε ξανά και βλέποντας πόσο αγαπημένες ήταν, επέστρεψε τα δυο κορίτσια στην αδερφή τους. Από τότε οι τρεις κοπέλες δεν αποχωρίστηκαν ξανά η μια την άλλη, αφού κατάλαβαν ότι όλες μαζί είναι πιο δυνατές από ό,τι χώρια.
Η Γυναίκα Αράχνη που έτρωγε ανθρώπους
Η Γυναίκα Αράχνη περιγράφεται ως καλοπροαίρετη και κατά κανόνα προσφέρει και ευεργετεί. Οι Πόουνιι των Μεγάλων Πεδιάδων, αντίθετα, την αναφέρουν ως το σαρκοβόρο προστάτη των τριών σπόρων.
Η Αράχνη και οι κόρες της ζούσαν μόνες. Όσοι της ζητούσαν την τριάδα σπόρων, έριχναν ζάρια μαζί της και εκείνη τους σκότωνε, διακοσμώντας το σπίτι με τα κρανία τους. Δυο γενναία αγόρια προθυμοποιήθηκαν να απαλλάξουν την περιοχή από αυτήν. Βρήκαν το σπίτι της, έφαγαν μαγική ρίζα πρώτα και πήγαν να τη βρουν. Η Αράχνη τα κέρασε πολλές φορές μαγειρεμένα, δηλητηριασμένα ανθρώπινα μέλη, όμως αυτά έκαναν κάθε φορά κρυφά εμετό.
Καθώς είχε παραξενευτεί που γλίτωσαν, τους πρότεινε να ρίξουν τα ζάρια μαζί της και τραγούδησε, καλώντας τυφώνα κατά πάνω τους. Τα αγόρια μεταμορφώθηκαν σε κορυδαλλούς και σώθηκαν. Τότε τραγούδησαν καλώντας τις Ακρίδες μαζί με αφόρητη ζέστη. Οι Ακρίδες σήκωσαν την Αράχνη όλο και ψηλότερα, μέχρι που έφτασαν στον ουρανό. Εκεί αυτή εξορίστηκε για πάντα και οι άνθρωποι πλέον έχουν ελεύθερη πρόσβαση στην πολύτιμη τριάδα σπόρων. Οι δε ακρίδες το καλοκαίρι με τη ζέστη πετούν ψηλά στον ουρανό και τις νύχτες το φεγγάρι λέγεται ότι συμβολίζει το φόρεμα της Αράχνης.
Οι άνθρωποι θρηνούν για το καλαμπόκι, τα φασόλια και την κολοκύθα
Οι Ιροκουά είχαν εγκατασταθεί σε εύφορα εδάφη. Οι «τριπλές» φυτείες τους ήταν άφθονες, όμως ήρθε καιρός που σταμάτησαν να αποδίδουν. Μια γριά καθώς σκεπτόταν, άκουσε ένα ζαρωμένο καλαμπόκι κοντά της να κλαίει! Της παραπονέθηκε πως οι άνθρωποι δεν τα φροντίζουν επαρκώς: δεν τα σκεπάζουν σωστά, δεν τα φυτεύουν σε λόφους, ώστε να αναπτύξουν βαθιές ρίζες και δεν τα ποτίζουν, αντίθετα αφήνουν τους «εχθρούς» και τα κατασπαράζουν! Σαστισμένη η γριά γύρισε κλαίγοντας στον καταυλισμό. Όσοι της μίλησαν, έκλαψαν κι αυτοί με την κατάντια των φυτειών τους. Ο αρχηγός της φυλής διέταξε να διορθωθεί η καλλιέργεια, και επιπλέον εγκατέστησε φρουρούς, που θα απομάκρυναν τα ζιζάνια από τα φυτά τους. Τα χωράφια έτσι πράγματι ζωντάνεψαν. Ωστόσο, λίγο πριν τη συγκομιδή παρατήρησαν οι φρουροί πως τα ώριμα λαχανικά ξαφνικά λιγόστευαν. Ένα βράδυ έπιασαν ξενομπάτες στα πράσα να κλέβουν. Τους έφεραν αιχμαλώτους στο χωριό και κάθε μέρα τους μαστίγωναν.
Όταν ήρθε η στιγμή να τους επιστρέψουν στα χωριά τους, οι Ιροκουά ήρθαν εκεί σε σύγκρουση με τους χωρικούς και πολλούς τους σκότωσαν. Έπειτα, τους πρώην αιχμαλώτους προτού τους ελευθερώσουν, τους τιμώρησαν ως εξής: στους κλέφτες καλαμποκιών έκοψαν τα χείλη στη μέση, ώστε να μην ξαναφάνε καλαμπόκι. Τους κλέφτες της κολοκύθας τους σημάδεψαν με μαύρες ρίγες στην πλάτη και μαύρους κύκλους στα μάτια. Και τελικά, οι μεν πρώτοι έγιναν αργότερα οι Λαγοί, οι δε τελευταίοι έγιναν Ρακούν!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Dawn E. Bastian & Judy K. Mitchell (2004), Handbook of Native American Mythology (World Mythology), Santa Barbara: ABC-CLIO, Inc.
- What the story of the Three Sisters teaches us about farming, theglobeandmail.com, Διαθέσιμο εδώ