Του Κωνσταντίνου Γκότση,
Η τρέχουσα περίοδος για τη νομισματική πολιτική των μεγάλων Κεντρικών Τραπεζών αποτελεί ένα «σημείο καμπής», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά από τον οικονομικό Τύπο. Την περασμένη εβδομάδα, διεξήχθησαν οι συνεδριάσεις της Fed, της Ε.Κ.Τ., της BoE και άλλων μεγάλων Κ.Τ., οι οποίες διατήρησαν αμετάβλητα τα επιτόκια πολιτικής τους. Μάλιστα, για την Ε.Κ.Τ. ήταν η πρώτη «παύση» που πραγματοποίησε, έπειτα από 10 σερί αυξήσεις στα επιτόκιά της.
Η ανάσχεση του κύκλου αύξησης των επιτοκίων πυροδότησε μια τόνωση της αισιοδοξίας στους επενδυτές της αγοράς ομολόγων, καθώς οι μεγάλες οικονομίες βρίσκονται ακόμα πιο κοντά στο να νικήσουν τον υψηλό πληθωρισμό, στηριζόμενοι, επίσης, στο γεγονός ότι ο ρυθμός αύξησης των τιμών καταναλωτή έχει μειωθεί σημαντικά σε Η.Π.Α. και Ευρωζώνη. Ωστόσο, τόσο τα «γεράκια» όσο και τα «περιστέρια» των Κεντρικών Τραπεζών, διατηρούν μια επιφυλακτική στάση, αναμένοντας να δουν κι άλλα σημάδια μόνιμης υποχώρησης του πληθωρισμού και «παγώματος» της ζήτησης και της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Μην ξεχνάμε πως ελλοχεύει ακόμη ο κίνδυνος από ένα σοκ στην πλευρά της προσφοράς, που μπορεί να προκαλέσει ντόμινο ανατιμήσεων σε πληθώρα αγαθών και να ενισχύσει εκ νέου τον πληθωρισμό, δεδομένων των έντονων και συνεχιζόμενων γεωπολιτικών κινδύνων, με επίκεντρο αυτήν την περίοδο τη Μέση Ανατολή.
Συνεπώς, δεν έχει αποκλειστεί ακόμη από κανέναν κεντρικό τραπεζίτη το σενάριο της περαιτέρω «σύσφιξης», ακόμα και με εκ νέου αύξηση των επιτοκίων, παρότι αρκετοί αναγνωρίζουν πως τα επιτόκια έχουν αγγίξει «ταβάνι». Συγκεκριμένα, η πρόεδρος της Ε.Κ.Τ. Christine Lagarde, ο Jay Powell της Fed και ο Andrew Bailey της Τράπεζας της Αγγλίας συνέχισαν να επιμένουν ότι οι περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων παραμένουν στο τραπέζι, παρά τις ενδείξεις ότι ο πληθωρισμός των τιμών καταναλωτή υποχωρεί. Δεν θέλουν να δώσουν «σήμα» στους επενδυτές ότι πλησιάζει η ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής, διότι οι συνεισφορά της αγοράς μπορεί να επιταχύνει τον νομισματικό περιορισμό, χωρίς περαιτέρω παρεμβάσεις από τις Κ.Τ.
Η επιφυλακτικότητα των κεντρικών τραπεζιτών κρίνεται αναμενόμενη και κατανοητή, αναλογιζόμενοι τη σιγουριά που παρουσίαζαν στο παρελθόν για τις προβλέψεις τους, λίγο καιρό πριν ο πληθωρισμός ξεκινήσει να κινείται εκτός ελέγχου, λόγω των παρωπίδων που είχαν βάλει. Ήδη από το 2020, οι περισσότεροι οικονομολόγοι ήταν προσκολλημένοι στην τάση της συνολικής ζήτησης, κάτι που, εν μέρει, συνεχίζουν να παρακολουθούν στενά μερικοί και να πιέζουν για περαιτέρω «σύσφιξη».
Ας πάρουμε σαν παράδειγμα την περίπτωση των Η.Π.Α. Αν γυρίσουμε στον Ιούλιο του 2020 και δούμε προσεκτικότερα κάποια στοιχεία, θα καταλάβουμε πως όλοι οι βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν το γενικό επίπεδο τιμών ήταν πληθωριστικοί. Ειδικότερα, τον Ιούλιο του 2020 σε σχέση με την αρχή του έτους η προσφορά χρήματος ήταν αυξημένη κατά 20%, ο ισολογισμός της Fed είχε επεκταθεί κατά 66%, τα επιτόκια χρηματοδότησης της Fed είχαν μειωθεί από το 1,5% στο 0%, το δημόσιο έλλειμμα εκείνης της περιόδου είχε ανέλθει σε $ 2,45 τρις, υπήρχαν έντονοι τριγμοί στις αλυσίδες εφοδιασμού που προκαλούσαν περιορισμό της συνολικής προσφοράς, το ποσοστό της προσωπικής αποταμίευσης* είχε ενισχυθεί στο 468% και το πετρέλαιο από τον Απρίλιο εκείνου του έτους διαπραγματευόταν σε αρνητικές τιμές. Όλα αυτά αποτελούν πληθωριστικούς παράγοντες. Η μόνη κύρια παράμετρος που λειτουργούσε αποπληθωριστικά ήταν η «νομισματική ταχύτητα»** (monetary velocity), η οποία είχε υποχωρήσει κατά 18%, αλλά, μετέπειτα, σταθεροποιήθηκε και έγινε πληθωριστική και αυτή (τότε ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε ραγδαία).
*Το ποσοστό της προσωπικής αποταμίευσης είναι η προσωπική αποταμίευση ως ποσοστό του διαθέσιμου προσωπικού εισοδήματος. Η προσωπική αποταμίευση ισούται με το προσωπικό εισόδημα μείον τις προσωπικές δαπάνες και τους προσωπικούς φόρους. Μπορεί, γενικά, να θεωρηθεί ως το μέρος του προσωπικού εισοδήματος που χρησιμοποιείται είτε για την παροχή κεφαλαίων στις κεφαλαιαγορές (άμεσα ή έμμεσα) είτε για επενδύσεις σε πραγματικά περιουσιακά στοιχεία.
**Η νομισματική ταχύτητα είναι ο ρυθμός με τον οποίο οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις σε μια οικονομία ξοδεύουν συλλογικά χρήματα.
Για να συγκρίνουμε την κατάσταση του τότε με του τώρα, τον Οκτώβριο του 2023 σε σχέση με την αρχή του έτους, η προσφορά χρήματος είναι μειωμένη κατά 2,25%, ο ισολογισμός της Fed είναι συρρικνωμένος κατά 7%, τα επιτόκια χρηματοδότησης της Fed ανέρχονται στο 5,33%, οι προσωπικές αποταμιεύσεις μειώθηκαν κατά 9% και το πετρέλαιο διαπραγματεύεται κατά περίπου $ 20 δολάριο πάνω από τον μέσο όρο των 5 ετών, με τον μόνο παράγοντα, με βάση τα τωρινά δεδομένα, που πρόκειται να αυξήσει την τιμή του να είναι η επέκταση του πολέμου στη Μέση Ανατολή. Οι παραπάνω παράγοντες, λοιπόν, λειτουργούν αποπληθωριστικά, σε αντίθεση με το 2020. Οι εφοδιαστικές αλυσίδες έχουν προσαρμοστεί σχεδόν πλήρως και, πλέον, δεν επηρεάζουν σημαντικά το επίπεδο των τιμών αυτήν την περίοδο. Μόνο το κρατικό έλλειμα (Ιανουάριος – Ιούλιος) που ανέρχεται στα $ 1,20 τρις και η «νομισματική ταχύτητα» που έχει αυξηθεί κατά 5% λειτουργεί πληθωριστικά στην οικονομία των Η.Π.Α.
Πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν πως και σήμερα οι κεντρικοί τραπεζίτες κάνουν το λάθος να εστιάζουν υπέρμετρα στη συνολική ζήτηση, και συγκεκριμένα τον δείκτη της «νομισματικής ταχύτητας», για να λάβουν τις αποφάσεις τους για τη νομισματική πολιτική. Τείνουν να διαπράξουν, δηλαδή, το ίδιο ακριβώς λάθος με τότε. Αυτό, εννοείται, δεν ισχύει μόνο για τους αξιωματούχους της Fed, αλλά και των άλλων μεγάλων Κεντρικών Τραπεζών. Ειδικά η Ε.Κ.Τ. θα ήταν λάθος να πραγματοποιήσει άλλη αύξηση στα επιτόκια ή να λάβει άλλο μέτρο «σύσφιξης» άμεσα, δεδομένου της υποχώρησης του πληθωρισμού και της συρρίκνωσης της οικονομίας το τελευταίο τρίμηνο. Από την άλλη, η αμερικανική οικονομία παρουσιάζει μια πιο στενή αγορά εργασίας και μια αρκετά ισχυρή ανάπτυξη (η οποία ανήλθε στο 4,9% το τελευταίο τρίμηνο σε ετήσια βάση), γεγονός που δικαιολογεί τις όποιες ανησυχίες για την ανάφλεξη του πληθωρισμού.
Κλείνοντας, αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε είναι πως κάποιοι από τους κεντρικούς τραπεζίτες φοβόνται να σταματήσουν τον νομισματικό περιορισμό, εφόσον η οικονομία παρουσιάζει σημάδια ανθεκτικότητας και ο πληθωρισμός απέχει από τον στόχο του 2%. Αυτό διότι επικρίθηκαν σημαντικά κατά το πρόσφατο παρελθόν, λόγω της μεγάλης καθυστέρησής τους να αντιληφθούν το πληθωριστικό σοκ που βρισκόταν προ των πυλών, μιλώντας για «παροδικότητα της αύξησης του πληθωρισμού». Να επισημανθεί πως η σταθερότητα των τιμών αποτελεί έναν από τους βασικότερους στόχους των Κεντρικών Τραπεζών. Με αυτό ως γνώμονα, όμως, ενδεχομένως να πράξουν ξανά μυωπικά.
Μια αχρείαστη όξυνση της «σύσφιξης» ή μια καθυστέρηση της διακοπής της μπορεί να προκαλέσει ζημιά ίδιου μεγέθους με την περίπτωση μιας πρόωρης «χαλάρωσης» της νομισματικής πολιτικής. Από τη μία, δεδομένου ενός ασταθούς γεωπολιτικού περιβάλλοντος που απειλεί να προκαλέσει νέα σοκ στην πλευρά της προσφοράς και την προοπτική του κατακερματισμού των αλυσίδων εφοδιασμού εν μέσω αυξανόμενων εμπορικών εντάσεων, οι ισχυρισμοί ότι ο πληθωρισμός έχει νικηθεί οριστικά μπορεί γρήγορα να μοιάζουν με όνειρο, ειδικά όσο το “velocity of money” είναι σε πληθωριστικά επίπεδα. Από την άλλη, αν η κατάσταση στην οικονομία επιδεινωθεί σε μεγάλο βαθμό, τότε μπορεί να σημειωθεί μια βαθιά και μη ελεγχόμενη ύφεση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Is this the turning point for interest rates?, ft.com, διαθέσιμο εδώ
- 2020 Vs. 2023: Are Economists Making the Same Mistake?, investing.com, διαθέσιμο εδώ
- Inflation: Job Not Done, investing.com, διαθέσιμο εδώ