Του Στάθη Αποστόλου,
Σε μια Δημοκρατία δυτικού τύπου, κάθε εκλογική αναμέτρηση έχει τη δική της σημασία, καθώς οι πολίτες θα έπρεπε να προσέρχονται με νηφαλιότητα και με μαζικότητα, όπως επιτάσσει και το Σύνταγμά μας. Οι πρόσφατες Αυτοδιοικητικές Εκλογές ανέδειξαν πόσο ευμετάβλητη και ευεπηρέαστη είναι η ελληνική κοινωνία. Από τη μία πλευρά, έχουμε την απόλυτη κυριαρχία και ανοδική πορεία της Νέας Δημοκρατίας και από την άλλη την ταυτόχρονη ήττα της σε όλες τις επιδιώξεις της.
Πολλές φορές οι Ευρωεκλογές γίνονταν προς το τέλος κάθε κυβερνητικής θητείας και λειτουργούσαν ως προπομπός του αποτελέσματος των Εθνικών Εκλογών. Για πρώτη φορά στην ιστορία των Ευρωεκλογών, η επόμενη εκλογική διαδικασία θα διεξαχθεί σχεδόν έναν χρόνο μετά την επανεκλογή της Νέας Δημοκρατίας.
Οι Ευρωεκλογές του 2019 αποτέλεσαν τον επιταχυντή των εξελίξεων, καθώς η βαριά ήττα που υπέστη τότε ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., με σχεδόν 10 μονάδες από τη Ν.Δ., δρομολόγησε την προσφυγή στην κάλπη, που ως αποτέλεσμα είχε τη νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη και την επιστροφή της Ν.Δ. στη διακυβέρνηση της χώρας. Φυσικά, αυτή η νίκη δεν ήταν ένα φαινόμενο το οποίο συνέβη πρώτη φορά. Είχε ξανασυμβεί το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να κερδίσει τις Ευρωεκλογές, όπως συνέβη το 1999, με τον Κώστα Καραμανλή και τη Νέα Δημοκρατία έναντι του Κώστα Σημίτη και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Τότε, όμως, δεν οδηγηθήκαμε σε πρόωρες εκλογές. Επομένως, εύλογα κάποιος θα μπορούσε να σχολιάσει πως ανάλογα με την πολιτική ατζέντα, το κατά πόσο, δηλαδή, φορτωμένη και βαριά είναι, τότε μια ήττα στις Ευρωεκλογές μπορεί να αποτελέσει το κλειδί πολιτικών εξελίξεων.
Στον ελλαδικό χώρο τουλάχιστον δεν υπάρχει ένας άνθρωπος ο οποίος να μην αναγνωρίζει αυτήν τη στιγμή που μιλάμε την παντοδυναμία του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας. Δεν είναι λίγοι εξάλλου, αυτοί οι οποίοι έλεγαν πως η Ν.Δ, αν χάσει, θα χάσει μόνο από τον κακό της εαυτό και πράγματι έχασε από τον κακό της εαυτό, επειδή εκβίασε και πρόβαλε μια κακώς νοούμενη έπαρση.
Το διακύβευμα της Κυβέρνησης είναι να κόψει πρώτη το νήμα των εκλογών, που όπως όλα δείχνουν αυτό θα συμβεί, αλλά και τα ποσοστά να κινηθούν γύρω στο 40-41% των Εθνικών Εκλογών, πράγμα δύσκολο με τα δεδομένα αυτά. Εύλογα κάποιος θα αναρωτηθεί, αν δεν πιαστεί ούτε αυτός ο στόχος τότε τι; Τίποτα δεν θα συμβεί, διότι και στα ίδια επίπεδα των Ευρωεκλογών του 2019 να παραμείνει η Ν.Δ. πάλι η διαφορά του πρώτου με τον δεύτερό και τον τρίτο θα είναι ιλιγγιώδης. Για το ΠΑ.ΣΟ.Κ. τα πράγματα είναι πιο εύκολα, γιατί απλά ποντάρει στην ανυπαρξία της πολιτικής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και επιδιώκει τη δεύτερη θέση, που ακόμα και να μην την καταφέρει τώρα ο δρόμος για τις Εθνικές Κάλπες είναι μακρύς. Ο γρίφος των διακυβευμάτων και των συνεπειών της αναμέτρησης αυτής τελειώνει με τον μεγάλο ασθενή: την υποτιθέμενη Αξιωματική Αντιπολίτευση. Υποτιθέμενη, διότι δεν διαθέτει κανένα κοινοβουλευτικό εργαλείο άσκησης πολιτικής και ούτε καν αρχηγό εντός του Κοινοβουλίου.
Πλησιάζουν 5 μήνες μετά από μια βαριά και άνευ προηγουμένου ήττα και κανένας από την πλευρά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης δεν έχει εκφράσει μια άποψη, παρά μόνο πως για όλα ευθύνεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Το γαρ πολύ της θλίψεως γεννά την παραφροσύνη και φαίνεται πως συνέβη, καθώς βάφτισαν νίκη του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. τις Αυτοδιοικητικές που κέρδισε 1 Περιφέρεια από τις 13 και ήττα της Ν.Δ. με 8/13. Επομένως, μην περιμένουμε εξελίξεις από ένα κόμμα που συνειδητά εκπαραθύρωσε τον άνθρωπο που τους πήρε από 3% και τους πήγε στο 36% και στη διακυβέρνηση της χώρας. Όποιος δεν σεβάστηκε και δεν πειθάρχησε στον Αλέξη Τσίπρα, γιατί να το κάνει σε μια μιντιακή καρικατούρα;