14.6 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΗ Εξέλιξη της Ιδέας της Οικονομικής Ανάπτυξης: Μια Κοινωνιολογική-Ιστορική Προοπτική

Η Εξέλιξη της Ιδέας της Οικονομικής Ανάπτυξης: Μια Κοινωνιολογική-Ιστορική Προοπτική


Της Γεωργίας Παγιαβλά, 

Η οικονομική ανάπτυξη είναι μια πολύπλευρη έννοια που περικλείει τη διαδικασία με την οποία μια κοινωνία ή ένα έθνος επιδιώκει να βελτιώσει την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική ευημερία των ανθρώπων της. Συχνά θεωρείται βασικός μοχλός προόδου, καθώς αποσκοπεί στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, στην αύξηση των επιπέδων εισοδήματος και στη μείωση της φτώχειας σε μια χώρα ή περιφέρεια. Με άλλα λόγια, βασική προϋπόθεση της οικονομικής ανάπτυξης είναι ο οικονομικός και ο κοινωνικός μετασχηματισμός της κοινωνίας (Βαβούρας, 2016). Στόχος της οικονομικής ανάπτυξης είναι η βελτίωση του υλικού βιοτικού επιπέδου, με την αύξηση του απόλυτου επιπέδου του κατά κεφαλήν εισοδήματος (Myint and Krueger, 2023). Η αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος αποτελεί διακηρυγμένο στόχο της πολιτικής των κυβερνήσεων όλων των χωρών, καθώς υποστηρίζεται ότι διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη μείωση των ανισοτήτων και στην προώθηση της ευημερίας των ατόμων και των κοινοτήτων (Howard and Carter, 2023).

Η έννοια της ανάπτυξης έγινε για πρώτη φορά μείζον θέμα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η εποχή της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας έλαβε τέλος. Όμως, η ιστορία της ανάπτυξης έχει βαθιές ρίζες μέσα στον χρόνο και στη δυτική πνευματική παράδοση και αντανακλά μια εξελισσόμενη κατανόηση της κοινωνικής ανάπτυξης και προόδου. Στο παρόν άρθρο, θα αναφερθούμε στο βιβλίο Social Change and History του Robert A. Nisbet, που συμβάλλει διακριτά στην κατανόηση της έννοιας της ανάπτυξης.

Πηγή εικόνας: amazon.com

Στο Social Change and History, ο Robert A. Nisbet υιοθετεί μια αντισυμβατική προσέγγιση της πνευματικής ιστορίας. Αντί να εστιάζει σε μεμονωμένους στοχαστές ή καθιερωμένες σχολές σκέψης, εντοπίζει και αναλύει «ιδέες-μονάδες» που επηρέασαν τη σκέψη στοχαστών από διαφορετικές εποχές και αντίθετα διανοητικά υπόβαθρα. Στο προηγούμενο έργο του, The Sociological Tradition, ο Nisbet εντόπισε πέντε τέτοιες ιδέες-μονάδες, τις οποίες αποκαλεί «κοινωνιολογική παράδοση»: εξουσία, κοινότητα, καθεστώς, ιερό και αλλοτρίωση. Σε αυτό το βιβλίο, ο Nisbet επικεντρώνεται σε μία μόνο ιδέα-μονάδα: την έννοια της ανάπτυξης ή της εξέλιξης στις ανθρώπινες κοινωνίες και τους θεσμούς, όπως εμπνέεται από τον κύκλο ζωής των οργανισμών. Αναλύει την ιδέα αυτή σε συστατικές έννοιες, όπως η συνέχεια, η αναγκαιότητα, η πρόοδος και ο εκφυλισμός.

Το βιβλίο του Nisbet εξετάζει την ιδέα της ανάπτυξης στη δυτική πνευματική παράδοση, από τους Αρχαίους Έλληνες έως τη σύγχρονη αμερικανική κοινωνιολογία, και καλύπτει ένα ευρύ φάσμα μεμονωμένων στοχαστών. Ενώ το προηγούμενο έργο του επικεντρώθηκε στην αποκάλυψη των συντηρητικών πτυχών της κοινωνιολογίας, το βιβλίο αυτό εμβαθύνει στην έννοια της ανάπτυξης στην ιστορία και στο πώς αυτή έχει επηρεαστεί από διάφορους φιλοσόφους και μελετητές. Το βιβλίο υποστηρίζει ότι παρά τις ποικίλες ταξινομήσεις των θεωριών της κοινωνικής αλλαγής (κυκλικές απόψεις, χριστιανικές απόψεις, μονογραμμική πρόοδος, εξελικτισμός, διαλεκτικές θεωρίες και νεοεξελικτισμός), όλες μοιράζονται μια βασική ομοιότητα: τη μεταφορά της αύξησης και της ανάπτυξης από το βιολογικό πεδίο στην ανθρώπινη ζωή και ιστορία.

Η πρώτη εκδήλωση της μεταφοράς της ανάπτυξης στη δυτική σκέψη μπορεί να εντοπιστεί στην Αρχαία Ελλάδα, όπου αναπτύχθηκε η έννοια της «φύσις», κυρίως από τον Αριστοτέλη. Η έννοια αυτή πρότεινε ότι κάθε ζωντανή οντότητα διαθέτει μια εγγενή δυνατότητα να συνειδητοποιήσει τη φύση της μέσω ενός μοναδικού προτύπου ανάπτυξης. Το «είναι» και το «γίγνεσθαι» ήταν στενά συνδεδεμένα σε αυτήν την τελεολογική προοπτική, τονίζοντας την ιδέα ότι η ανάπτυξη είναι μια φυσική και σκόπιμη διαδικασία.

Πηγή εικόνας: stock.adobe.com / Δικαιώματα χρήσης: chones

Η παρατήρηση του εποχιακού κύκλου της ζωής των φυτών, με τις ορατές και δραματικές επιδείξεις της ανάπτυξης και της φθοράς, χρησίμευσε ως μια ισχυρή μεταφορά που διατηρήθηκε σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας. Η ιδέα ότι το λουλούδι μαραίνεται για να δώσει καρπούς, οι οποίοι, στη συνέχεια, σαπίζουν για να γίνουν μέρος της γης, συμπυκνώνει την κυκλική φύση της ανάπτυξης και της παρακμής. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι κλασικοί Έλληνες στοχαστές, παρά το γεγονός ότι υιοθέτησαν αυτήν τη μεταφορά της ανάπτυξης, έκαναν σαφή διάκριση μεταξύ του γενικού προτύπου ανάπτυξης που διαμορφώνει τη ζωή των ατόμων και των κοινωνιών και της πραγματικής πορείας των ιστορικών γεγονότων. Αναγνώριζαν ότι η ιστορία είναι γεμάτη από ατυχήματα, απρόοπτα, διακοπές και ανατροπές του αναπτυξιακού κύκλου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι μορφές όπως ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης, που ήταν, επίσης, Έλληνες, συνέβαλαν σε αυτήν τη διαφοροποιημένη κατανόηση της ιστορίας. Έτσι, η ελληνική σκέψη χαρακτηρίζεται από μια αντίθεση μεταξύ της έννοιας της ανάπτυξης (που ενσαρκώνει ο Αριστοτέλης) και της πραγματικότητας των ιστορικών γεγονότων (όπως φαίνεται στον Θουκυδίδη). Σε αντίθεση με ορισμένες μεταγενέστερες ερμηνείες, όπως η ιδέα του Nietzsche για την αιώνια επανάληψη, οι κλασικοί στοχαστές δεν υπέδειξαν ότι τα κυκλικά μοτίβα απαιτούσαν την κυριολεκτική αναπαράσταση παρελθόντων γεγονότων και την αναδημιουργία ιστορικών προσώπων. Υπήρχε μια θεμελιώδης διάσταση μεταξύ των καθοριστικών μοτίβων της κοσμοϊστορικής αλλαγής και της ερμηνείας συγκεκριμένων ιστορικών γεγονότων δεσμευμένων από τον χρόνο και τον τόπο.

Ο Άγιος Αυγουστίνος, απομακρυνόμενος από την κλασική και παγανιστική αντίληψη των επαναλαμβανόμενων κύκλων, εισήγαγε την ιδέα ότι η ιστορία είναι ένα μοναδικό έπος ανάπτυξης και παρακμής. Πίστευε ότι αυτό το έπος ξεκίνησε με τη δημιουργία του Αδάμ από τον Θεό και προοριζόταν να τελειώσει με την επικείμενη καταστροφή του κόσμου. Ο Αυγουστίνος απέρριψε την ιδέα της αιώνιας επανάληψης, καθώς πίστευε ότι θα μείωνε τη σημασία του μοναδικού και λυτρωτικού γεγονότος της γέννησης του Χριστού. Πρόσθεσε δύο κρίσιμες έννοιες στη φιλοσοφία της ιστορίας του: την έννοια μιας ιστορικής αναγκαιότητας, επιβαλλόμενης από τον Θεό, και την ιδέα της ενδημικής σύγκρουσης ως καταλύτη της ιστορικής αλλαγής, με τη σύγκρουση μεταξύ καλού και κακού να λειτουργεί ως κεντρική κινητήρια δύναμη. Η συμβολή του Αυγουστίνου έθεσε τις βάσεις για τις μεταγενέστερες φιλοσοφίες της ιστορίας και διαμόρφωσε τον τρόπο με τον οποίο η ανάπτυξη εννοιολογείται στη δυτική σκέψη.

Saint Augustin από τον Philippe de Champaigne. Πηγή εικόνας: episkopisyrou.gr

Η κλασική κυκλική θεώρηση της ιστορίας επικράτησε μέχρι τον 17ο αιώνα. Υπέστη σημαντική αλλαγή κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης και της ανόδου της επιστήμης, κυρίως με πρωτεργάτες προσωπικότητες όπως ο Francis Bacon. Η γνώση δεν εθεωρείτο πλέον ότι υπόκειται σε όρια, σε αντίθεση με τη φυσική παρακμή των πνευματικών ικανοτήτων στα γηρατειά. Η έννοια της προόδου επεκτάθηκε ραγδαία, περιλαμβάνοντας όχι μόνο τη γνώση, αλλά το σύνολο του ανθρώπινου πολιτισμού, συμπεριλαμβανομένης της ηθικής και του πολιτισμού. Ο 18ος και ο 19ος αιώνας έδωσαν έμφαση στην πρόοδο, αλλά η ιδέα των κυκλικών μοτίβων και η παλαιότερη έννοια της ανάπτυξης και της παρακμής δεν ξεχάστηκαν εντελώς. Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα υπήρξε μια αντίδραση κατά της αχαλίνωτης αισιοδοξίας για την πρόοδο. Αυτό οδήγησε στην αναβίωση των κυκλικών μοτίβων στα έργα στοχαστών όπως ο Nietzsche, ο Spengler και ιδρυτών της κοινωνιολογίας.

Ο Nisbet, διερευνώντας την πρώτη εκδοχή της μεταφοράς της ανάπτυξης στη δυτική σκέψη, καθώς και τη συμβολή του Αυγουστίνου, υποστηρίζει ότι οι περισσότερες αναπτυξιακές θεωρίες, όπως οι κυκλικές και οι μονογραμμικές απόψεις, αποτυγχάνουν να εξηγήσουν τι κινεί την ιστορική αλλαγή και γιατί αυτή συμμορφώνεται με συγκεκριμένα πρότυπα. Συχνά βασίζονται σε μεταφορές και όχι σε σαφείς αιτιώδεις εξηγήσεις. Ο συγγραφέας προτείνει ότι ο μαρξισμός, παρά το γεγονός ότι κατηγοριοποιείται ως εξελικτική θεωρία, προσφέρει μια πιο λογική και κοινωνιολογική εξήγηση της κοινωνικής αλλαγής, ιδίως μέσω της εστίασής του στην ταξική σύγκρουση και τη σύνδεσή της με τη δομή των κοινωνιών. Αναγνωρίζει, επίσης, την ελκυστικότητα του μαρξισμού στους στοχαστές λόγω του θεωρητικού του πλούτου.

Στο τελευταίο κεφάλαιο, ο Nisbet εκθέτει την πλάνη όλων των αναπτυξιακών θεωριών. Υποστηρίζει ότι η συνέχεια και τα στάδια που προσδιορίζονται σε αυτές τις θεωρίες είναι μεταγενέστερες διανοητικές κατασκευές, που δεν υπολογίζουν τα μοναδικά και ενδεχομενικά γεγονότα που καθορίζουν την ιστορία. Τονίζει τη σημασία της κατανόησης της ιστορίας ως καταγραφής συγκεκριμένων, χρονολογημένων γεγονότων και εξωτερικών επιδράσεων στις κοινωνίες, τις τάξεις, τις κοινότητες και τους θεσμούς. Ο Nisbet καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πραγματική ιστορία είναι το αποτέλεσμα της επίδρασης των εξωτερικών δυνάμεων σε συγκεκριμένους τρόπους κοινωνικής συμπεριφοράς και ότι η αυτονομία της ιστορίας, με την ενδεχομενικότητα και τη μη αναγώγιμη πραγματικότητά της, θα πρέπει να υπερισχύει των απαιτήσεων της κοινωνικής θεωρίας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Βαβούρας Ι., (2016), Πολιτική Οικονομικής Ανάπτυξης: Οικονομική και Θεσμική Προσέγγιση, Δεύτερη συμπληρωματική έκδοση, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, κεφ. 1
  • Income inequality, britannica.com, διαθέσιμο εδώ
  • Economic development, britannica.com, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γεωργία Παγιαβλά
Γεωργία Παγιαβλά
Αποφοίτησε από το Tμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό στο University of Glasgow με ειδίκευση Economic Development. Παρακολούθησε δεύτερο μεταπτυχιακό στα Οικονομικά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ, παράλληλα, ήταν βοηθός ερευνήτρια στο «Ινστιτούτο Περιφερειακής Ανάπτυξης». Απασχολήθηκε σε μια αστική ΜΚΟ για την Απολιγνιτοποίηση στη Μεγαλόπολη και ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό στο Tμήμα Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο με κατεύθυνση Χωρικές Πολιτικές και Ανάπτυξη στην Ευρώπη. Συνεχίζει τις σπουδές της σε διδακτορικό επίπεδο, ενώ, συγχρόνως, φοιτά στο προπτυχιακό Τμήμα της Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ. Χόμπυ της η ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και οι περίπατοι στην Αθήνα.