Του Άρη Γραμμενιάτη,
Έντονο ενδιαφέρον και ταραχή δημιουργήθηκαν την περασμένη Κυριακή 22/10/2023 κατά τον ποδοσφαιρικό αγώνα μεταξύ Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού, όταν ο Ισπανός παίκτης του Παναθηναϊκού Χουάνκαρ, μετά τη ρίψη μίας κροτίδας εντός του αγωνιστικού χώρου, έπεσε στο έδαφος, φαινόμενος να έχει έντονο άλγος στο αυτί και τελικά μεταφέρθηκε φορώντας κολάρο εκτός του γηπέδου. Η διάγνωση που τέθηκε και γύρω από την οποία υπήρξε έντονη διαφωνία ήταν διάσειση λαβυρίνθου. Τι είναι, όμως, η συγκεκριμένη πάθηση και τι πρέπει να ξέρουμε για αυτήν;
Για να κατανοήσουμε τον μηχανισμό της συγκεκριμένης βλάβης, πρέπει, αρχικά, να αναφερθούμε στο αιθουσαίο σύστημα και τη λειτουργία του. Το αιθουσαίο σύστημα είναι ένα περίπλοκο δίκτυο δομών στο έσω αυτί, το οποίο μας βοηθάει να διατηρούμε την ισορροπία μας και να αντιλαμβανόμαστε τη θέση μας στον χώρο. Tο σύστημα αυτό αποτελείται από τα περιφερικά και κεντρικά εξαρτήματα του αιθουσαίου συστήματος. Τα περιφερικά εξαρτήματα ανιχνεύουν την κίνηση και τις αλλαγές στη θέση της κεφαλής, ενώ τα κεντρικά εξαρτήματα επεξεργάζονται αυτές τις πληροφορίες και βοηθούν στον έλεγχο των κινήσεων των ματιών, αλλά και τον συντονισμό των μυϊκών κινήσεων. Το έσω αυτί ονομάζεται και λαβύρινθος και διαθέτει δύο μοίρες: Μία υμενώδη, η οποία φέρει τα αισθητικά κύτταρα που ουσιαστικά είναι υπεύθυνα για την ανίχνευση του προσανατολισμού και της ισορροπίας και περικλείεται από μία δεύτερη μοίρα που είναι οστέινη και προστατεύει την υμενώδη μοίρα.
Η λαβυρινθική διάσειση είναι πρακτικά μία βλάβη του εσωτερικού αυτιού που οφείλεται σε τραύμα της κεφαλής, στο οποίο δεν παρατηρείται τραυματισμός κάποιας συγκεκριμένης περιοχής ή κάταγμα κάποιου κρανιακού οστού και μπορεί να συνοδεύεται από συμπτώματα του αιθουσαίου συστήματος ή όχι. Ο ακριβής μηχανισμός εμφάνισης της νόσου δεν έχει πλήρως αποσαφηνιστεί. Μία πιθανή θεωρία υποστηρίζει ότι η διάσειση προκύπτει ως αποτέλεσμα διαταραχής στον ρυθμό των κινήσεων του υμενώδους λαβύρινθου εντός του οστέινου, και οι επιταχύνσεις/ επιβραδύνσεις της μεμβράνης έναντι στο οστικό περίβλημα μπορούν να προκαλέσουν αιμορραγίες στον υμενώδη λαβύρινθο. Κατά συνέπεια, παρατηρούνται διαταραχές της μικροκυκλοφορίας στην περιοχή και καταστρέφεται μέρος των αισθητικών κυττάρων λόγω της ρήξης των αγγείων.
Λόγω της βλάβης των δομών στο έσω αυτί, ένα από τα βασικά συμπτώματα που αναφέρουν οι ασθενείς είναι οι εμβοές, δηλαδή θόρυβοι – όπως βουίσματα και σφυρίγματα – στα αυτιά ή το κεφάλι τους χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένη εξωτερική πηγή που τους παράγει. Άλλα συμπτώματα που αναφέρουν οι ασθενείς είναι η απώλεια της ακοής και ζάλη, ακόμη και αστάθεια, αποπροσανατολισμό, θόλωση της όρασης, αίσθημα ναυτίας και συνήθως εμφανίζονται αμέσως μετά τον τραυματισμό, είτε εντός μερικών ωρών, είτε ακόμα και λίγες μέρες αργότερα. Προκειμένου να τεθεί η διάγνωση διάσεισης λαβύρινθου, θα πρέπει να παρατηρούνται οπωσδήποτε είτε αλλαγές στο επίπεδο ακοής είτε νυσταγμός των οφθαλμών (επαναλαμβανόμενες ακούσιες κινήσεις των ματιών). Η απώλεια ακοής μπορεί να κυμαίνεται από ήπια έως ιδιαίτερα σοβαρή, με τη μεγαλύτερη απώλεια ακοής να παρατηρείται στις πιο υψηλές συχνότητες.
Η θεραπεία της συγκεκριμένες πάθησης περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή και κυρίως φυσικοθεραπεία. Σκοπός της αιθουσαίας φυσικοθεραπείας, η οποία εστιάζεται συγκεκριμένα στην αποκατάσταση βλαβών του αιθουσαίου συστήματος, είναι να βοηθήσει τον εγκέφαλο να προσαρμοστεί στις τυχόν αλλαγές που έχουν εμφανιστεί στα εξαρτήματα του αιθουσαίου συστήματος και να προάγει τη νευροπλαστικότητα και την ικανότητα του εγκεφάλου να δημιουργεί νέες συνδέσεις, ώστε να προσαρμόζεται σε καινούριες συνθήκες λειτουργίας. Οι ασκήσεις που εφαρμόζονται στην αιθουσαία φυσικοθεραπεία περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, ασκήσεις ευαισθησίας των κινήσεων και σταθεροποίησης της παρατήρησης, οι οποίες μπορούν να ανακουφίσουν τον ασθενή από τα συμπτώματα ζάλης και ναυτίας που αισθάνεται, καθώς και ασκήσεις ισορροπίας, η οποία μπορεί να έχει μειωθεί σε έναν βαθμό λόγω των βλαβών του λαβυρίνθου.
Συνοψίζοντας, η διάσειση λαβυρίνθου είναι μία πάθηση δύσκολη στη διάγνωση, η οποία απαιτεί προσεκτικό χειρισμό και αποκατάσταση. Ο επιπολασμός κεφαλικών τραυμάτων στον γενικό πληθυσμό ανέρχεται περίπου σε 5%, γεγονός που τα καθιστά μία σχετικά συχνή κλινική οντότητα. Συνεπώς, οι θεράποντες γιατροί θα πρέπει να είναι υποψιασμένοι και να εφαρμόζουν σχολαστικά ελέγχους του επιπέδου ακοής μετά από κάποιον τραυματισμό, ακόμα και σε απουσία αιθουσαίων συμπτωμάτων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
-
Clinical Characteristics of Labyrinthine Concussion, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
- Understanding Labyrinthine Concussion, The Hearing Journal. Διαθέσιμο εδώ
- Vestibular Therapy for Concussions: What Happens in the Inner Ear?, FYZICAL. Διαθέσιμο εδώ