Του Θανάση Μάριζα,
Ο Ρωσο-Ουκρανικός Πόλεμος σόκαρε την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και προκάλεσε την κατεδάφιση της εικόνας της Ρωσίας ως συγκρατημένου συμμάχου της Δύσης, αρκετά μακριά μεν για να μην ανήκει σε αυτή, λόγω του «ψυχρού» ιστορικού, αρκετά κοντά δε για να συνεργάζεται μαζί της. Μια αναδρομή, όμως, στο πρόσφατο πολυπαθές παρελθόν, ίσως προσφέρει μια καλύτερη κατανόηση της «αναπόφευκτης» παροντικής κρίσης.
Στο πρώτο μέρος, έγινε αναφορά, μεταξύ άλλων, στις ραγδαίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις του Ανατολικού Μπλοκ. Σε καμία χώρα, όμως, αυτές δεν πήραν τόσο δραματικό χαρακτήρα, όσο στη «Μητέρα Ρωσία». Η ανάδειξη του Boris Yeltsin, στο «τιμόνι» του κράτους, συνεπάγετο και ριζοσπαστική μεταμόρφωση της ρωσικής οικονομίας: «φιλελευθεροποίηση» των τιμών, τερματισμός των δασμών σε ξένα αγαθά κι εκκίνηση ενός προγράμματος διανομής της ιδιοκτησίας των πάλαι ποτέ κρατικών επιχειρήσεων στους πολίτες. Το αποτέλεσμα; Η εξαθλίωση μεγάλου μέρους του πληθυσμού και η ιδιωτικοποίηση της βιομηχανικής βάσης της χώρας από μια μικρή ομάδα καλά συνδεδεμένων ανδρών, των διαβόητων Ολιγαρχών. Όταν το Κοινοβούλιο, που εξακολουθούσε να λειτουργεί βάσει του παλαιού σοβιετικού Συντάγματος, προσπάθησε να βάλει φρένο στις μεταρρυθμίσεις, ο Yeltsin διέταξε τη διάλυσή του. Όταν τα μέλη του αρνήθηκαν, ο ίδιος διέταξε τον… βομβαρδισμό του. Πολλά από τα χαρακτηριστικά που συνδέονται, πλέον, με τον «Πουτινισμό» –τεράστια ανισότητα, έλλειψη νομικής προστασίας για τους απλούς πολίτες και κατάχρηση εξουσίας– τέθηκαν σε εφαρμογή στις αρχές της δεκαετίας του 1990, κατά την εποχή των «μεταρρυθμίσεων» του Yelchin.
Όσον αφορά, πάντως, τις τελευταίες, αυτές ήταν αποτέλεσμα κακών συμβουλών προς τους Ρώσους ή δυσλειτουργικής εφαρμογής κατά τ’ άλλα καλών προτάσεων; Εάν επρόκειτο, πράγματι, περί κακών συμβουλών, τότε οι Δυτικοί που τις παρείχαν το έκαναν κακόβουλα, για να καταστρέψουν τον πρώην εχθρό τους εκ των έσω ή επειδή κι οι ίδιοι δεν ήξεραν τι έκαναν; Μια σεβαστή μερίδα του ρωσικού πληθυσμού εξακολουθεί να πιστεύει πως οι δυτικές συμβουλές είχαν ακριβώς σχεδιαστεί για να τους βλάψουν, αλλά η ιστορία δείχνει, τουλάχιστον εν μέρει, προς την άλλη κατεύθυνση: το «ξεσκαρτάρισμα» της Κυβέρνησης από ανεπιθύμητα στοιχεία, η ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών και η αχαλίνωτη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς ήταν πολιτικές που εφαρμόστηκαν και στις δυτικές χώρες. Οι πρώτες αντιφρονούντες ενδείξεις, εξάλλου, έκαναν δυο δεκαετίες να εμφανιστούν, όταν η Χρηματοπιστωτική Κρίση του 2008 έθεσε υπό αμφισβήτηση την ίδια την ιδέα ότι ο καπιταλισμός ήταν αρκετά έμπιστος, ώστε να συντηρήσει τον εαυτό του.
Επιστρέφοντας στους τελευταίους μήνες της θητείας του Gorbachev, μια κοινή σοβιετο-αμερικανική ομάδα είχε προτείνει ένα τεράστιο ποσό βοήθειας προς την Ε.Σ.Σ.Δ. Τον Ιούνιο του 1991 αυτό τέθηκε, επιτέλους, υπό συζήτηση. Ο τότε Υπουργός Οικονομικών των Η.Π.Α., Nicholas Brady, μίλησε σθεναρά κατά της εκτεταμένης βοήθειας προς τους Σοβιετικούς. Ήταν ειλικρινής σχετικά με τις αμερικανικές προτεραιότητες, λέγοντας: «Αυτό που συνεπάγεται είναι η αλλαγή της σοβιετικής κοινωνίας, ώστε να μην μπορεί να αντέξει οικονομικά ένα αμυντικό σύστημα. Εάν αυτή πάει σε ένα σύστημα αγοράς, τότε δεν θα μπορεί να αντέξει οικονομικά ένα μεγάλο αμυντικό κατεστημένο. Ένα πραγματικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων θα τη μετέτρεπε σε δύναμη τρίτης διαλογής, αυτό που δηλαδή θέλουμε».
Αλλά, εάν οι δυτικές συμβουλές έκαναν ζημιά στη Ρωσία, έκαναν παράλληλα το ίδιο και στη Δύση, ως «δίκοπο μαχαίρι». Η αλλαγή κινήθηκε αμφίδρομα: Τα άλλοτε «παγωμένα» σύνορα μεταξύ Η.ΠΑ. και Ρωσίας άρχισαν, πλέον, να «υγροποιούνται». Οι πρώτοι έστελναν στους τελευταίους McDonald’s και laptops, με τους τελευταίους να… ανταποδίδουν τη χάρη με μπουκάλια βότκας και Tetris. Υπήρχαν, όμως, και ανεπιθύμητες παρενέργειες. Άλλο πράγμα ήταν η επιβολή «οικονομικής διόρθωσης» στα κράτη του πρώην Ανατολικού Μπλοκ και άλλο η εμφάνιση των απελπισμένων ανέργων, από εκείνες τις χώρες, στα δυτικά σύνορα. Η Πολωνία, παραδείγματος χάριν, πέρασε με «επιτυχία» (τουλάχιστον από οικονομικής άποψης) μια ταραχώδη και επώδυνη περίοδο μεταρρυθμίσεων. Αλλά, στην πορεία, πολλοί άνθρωποι έμειναν χωρίς δουλειά. Οι πολυπληθείς αγροτικές περιοχές της χώρας δεν συμβάδιζαν με τα αστικά κέντρα. Αυτό προκάλεσε μια πολιτική αντίδραση που σιγοέβραζε και έσκασε, τελικά, μέσω της υποστήριξης προς το Δεξιό Εθνικιστικό Κόμμα «Νόμου και Δικαιοσύνης (PiS)», το οποίο, εν έτει 2020, απαγόρευσε τις αμβλώσεις στη χώρα. Ταυτόχρονα, πολλοί Πολωνοί μετανάστευσαν στη Δύση, συμπεριλαμβανομένου και του Ηνωμένου Βασιλείου, όπου η παρουσία τους προκάλεσε μια ξενοφοβική αντίδραση, που αποτέλεσε μια εκ των αιτιών, το 2016, του Brexit.
Οι μεταρρυθμίσεις δεν προκάλεσαν απλώς οικονομικό πόνο. Οδήγησαν και σε απώλεια κοινωνικής κινητικότητας και ελπίδας. Αυτές ήταν εμπειρίες που δεν αποτυπώνονταν στις οικονομικές στατιστικές. Τα χειρότερα χρόνια για τους Ρώσους ήταν τη δεκαετία 1988 – 1998. Το ρούβλι υποτιμήθηκε, οι εξαγωγές άρχισαν να αυξάνονται, οι τιμές του πετρελαίου ανέβηκαν και σημειώθηκαν τεράστιες κλοπές στην κορυφή της κοινωνικής αλυσίδας. Οι συνέπειες αυτής της δεκαετίας του πόνου ήταν σημαντικές: Το προσδόκιμο ζωής είχε μειωθεί κατά πέντε χρόνια και υπήρχε σοβαρό αίσθημα κοινωνικής αποξένωσης. Στο τέλος, πολλοί άνθρωποι ήταν έτοιμοι να στηρίξουν, και κάποιοι ακόμα και να αγαπήσουν, έναν «άχρωμο», αλλά ενεργητικό πρώην πράκτορα της K.G.B., ονόματι Vladimir Putin.
Υπήρχαν πάντα δυο οπτικές προς τον Putin: από τη μια, είναι ένας γνώστης του realpolitik, που κάνει ό,τι μπορεί για τη Ρωσία, υπό δυσμενείς συνθήκες. Από την άλλη, είναι ένας ιδεολόγος που θέλει να αναζοπυρώσει τη σοβιετική φλόγα, ιδανικά στα σύνορα του 1945. Εδώ προκύπτει ένα αναπάντητο, αν και ενδιαφέρον ερώτημα: Κάποιος άλλος, στην ίδια θέση, θα συμπεριφερόταν διαφορετικά;
Ο Ρώσος Πρόεδρος μπορεί να αποτελεί μια επιβλητική φιγούρα σήμερα, αλλά ξεκίνησε ως μέλος μιας απλής, πατριωτικής, εργατικής σοβιετικής οικογένειας της δεκαετίας του ‘50. Ο νεαρός Putin ήταν ένας αδιάφορος μαθητής και ενθουσιώδης «πυγμάχος» του δρόμου, που σώθηκε από μια στερεοτυπική ζωή της εποχής από το πάθος του για το τζούντο και, το πιο σημαντικό, από μια γοητεία προς τις μυστικές υπηρεσίες. Προσπαθώντας ανεπιτυχώς να ενταχθεί στην K.G.B. όσο ήταν ακόμη έφηβος, τελικά πέτυχε την πρόσληψή του το 1975, σε ηλικία 23 ετών. Η θέση του, ωστόσο, δεν ήταν ιδιαιτέρως εντυπωσιακή: Ένας αδιάφορος και οξύθυμος αξιωματικός στάλθηκε, το 1985, στην Ανατολική Γερμανία, για να μη «μπλέκεται» στα πόδια της Μόσχας. Αλλά, όπως είχε γίνει και με τον αρχικά γραφειοκρατικό ρόλο του Stalin, από εκεί απέκτησε μια σαφή εικόνα του πώς λειτουργούσε η σοβιετική εξουσία και αυτό που έβλεπε δεν του άρεσε.
Ο Putin επέστρεψε το 1990. Όπως η Ρωσία είχε χάσει την Ευρωπαϊκή Αναγέννηση, εξαιτίας της κυριαρχίας των Μογγόλων, έτσι κι εκείνος είχε χάσει τη «ρομαντική» περίοδο της περεστρόικας. Όλα ήταν, πλέον, ερειπωμένα. Κάπου εδώ αρχίζουν οι φήμες πως του ανατέθηκε να διεισδύσει στο πρώιμο «δημοκρατικό» κίνημα της εποχής. Αν αυτό είναι αλήθεια, τότε το έκανε με μεγάλη επιτυχία, καθώς έγινε σε λίγα χρόνια Αντιδήμαρχος του Anatoly Sobchak, ενός εκ των ηρώων της περεστρόικας. Ο Putin της Αγίας Πετρούπολης ήταν ένας μάλλον σοβαρός, εργατικός αξιωματούχος και μόνο μετρίως, για τα στάνταρ της εποχής, διεφθαρμένος. Οι αδιάψευστοι δεσμοί του με εγκληματικές οργανώσεις ήταν απλώς το αναπόφευκτο, τότε, κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Αν και οι περισσότεροι ξένοι διπλωμάτες που αλληλεπιδρούσαν με τον ίδιο, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, είχαν μια αίσθηση της ικανότητας και της νηφαλιότητάς του, παρατηρούσαν ότι είχε κι ένα αδύναμο σημείο: όταν επρόκειτο για την πάλαι ποτέ Τσαρική Αυτοκρατορία, ο Putin έχανε την ψυχραιμία του και άρχιζε την εθνικιστική ρητορική. Θεωρούσε, παραδείγματος χάριν, «γελοίο» το γεγονός ότι η Εσθονία ήταν, πλέον, ένα ανεξάρτητο κράτος.
Η άνοδός του στην Προεδρία ήταν από πολλές απόψεις τυχαία — σε τέσσερα χρόνια μεταπήδησε, ξαφνικά, από άνεργο (όταν ο Sobchak, το 1996, δεν επανεκλέγη) μέλος της αυτοδιοίκησης, στο ανώτατο αξίωμα της χώρας — αλλά όχι χωρίς λογική. Βρέθηκε, όπως επιτάσσει το κλισέ, στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή: εντυπωσίασε επανειλημμένα τους σωστούς ανθρώπους, μέσω της επιμέλειας και της πίστης του. Αν ορισμένοι από τους πρόωρους υποστηρικτές του (όπως ο ολιγάρχης Boris Berezovsky, τον οποίο ο Putin «στοίχειωσε» σε εξορία και, τελικά, σε πρόωρο τάφο) απογοητεύτηκαν, τελικά, από τον… άνθρωπό τους, άλλοι πήραν όχι μόνο ακριβώς αυτό που έψαχναν, αλλά και πολλά άλλα. Το τι περιλαμβανόταν σε αυτές τις ανταμοιβές θα εξεταστεί στο τρίτο και τελευταίο μέρος.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Vladislav M. Subok, Collapse: The Fall of the Soviet Union (Yale University Press / New Haven / 2022)
- Philipp Ther, How the West Lost the Peace: The Great Transformation Since the Cold War (Wiley / Νέα Υόρκη / 2023)
- Philip Short, Putin (Henry Holt and Co. / Νέα Υόρκη / 2022)
- Europe Squandered Its Chance to Secure Peace by Capitulating to Capitalism, Jacobin, διαθέσιμο εδώ