Της Μαρίνας- Μαρίας Αντωναράκη,
Τα τελοκύτταρα φαίνεται βάσει τελευταίων δεδομένων να χαρακτηρίζονται ως ένας τύπος στρωματικών κυττάρων, που εμπλέκονται στενά με την «ομοιόσταση» των ιστών, με την αναγέννηση τους, αλλά και με την ανάπτυξη και την παθοφυσιολογία διαφόρων ασθενειών, χωρίς να αποκλείεται και η δράση τους στη θεραπεία στο εγγύς μέλλον.
Τα τελοκύτταρα ή TCs είναι ένας αμφιλεγόμενος κυτταρικός τύπος που χαρακτηρίζεται από την παρουσία ενός συγκεκριμένου είδους προεκτάσεων, γνωστών ως τελόποδες, είναι μακριές, λεπτές και μονόμορφες προεκτάσεις.
Έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες, προκειμένου να καθοριστεί ο μοριακός φαινότυπος αυτών των κυττάρων π.χ. να ελεγχθεί η έκφραση του c-kit, CD34, βιμεντίνη, PDGRFa, PDGRFβ, κ.λπ.
Αν και έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές έρευνες, δεν έχει αποδειχθεί κάποιος συγκεκριμένος ανοσοϊστοχημικός δείκτης που να μπορεί να διακρίνει ξεκάθαρα το TC από άλλους κυτταρικούς πληθυσμούς. Επομένως, το TC δεν έχει συγκεκριμένο ανοσοφαινότυπο. Τα TCs μελετώνται συστηματικά με ανοσοϊστοχημεία, ανοσοφθορισμό, ηλεκτρονική μικροσκοπία ή ηλεκτρονική μικροσκοπία σάρωσης εστιασμένης δέσμης ιόντων. Για το μόνο που φαίνεται να υπάρχει μεγαλύτερη βεβαιότητα είναι ότι η διπλή ανοσοϊστοχημεία CD34 και PDGFRα μπορεί εντοπίσει τα TCs.
Συχνά γίνεται σύγχυση των όρων τελοκύτταρα και ινοβλάστες, καθώς και τα δύο ανήκουν στα στρωματικά κύτταρα. Ωστόσο, διαφέρουν και από τα μεσεγχυματικά βλαστοκύτταρα και από τους ινοβλάστες τόσο στο φαινότυπο, όσο και στη δομή τους. Συγκεκριμένα, οι ινοβλάστες έχουν ρυθμιστεί έτσι ώστε να παράγουν κολλαγόνο δηλαδή συνδετικό ιστό. Τα TCs έχουν ρυθμιστεί με ενδοκυτταρική σηματοδότηση, δηλαδή δημιουργούν συνδέσεις μεταξύ των κυττάρων. Άρα γίνεται άμεσα αντιληπτό ότι τα τελοκύτταρα είναι στρωματικά κύτταρα με λειτουργικό ρόλο, ενώ οι ινοβλάστες είναι στρωματικά κύτταρα με έντονα δομικό ρόλο (σχηματισμός ίνωσης).
Όσον αφορά το φαινότυπο των κυττάρων αυτών, μπορεί να παρατηρήσει κανείς έντονα τις διαφορές τους. Συγκεκριμένα ένα TC είναι ένα κύτταρο με σχήμα ωοειδές. Περιέχει έναν πυρήνα που περιβάλλεται από μια μικρή ποσότητα κυτταροπλάσματος με λίγα οργανίδια. Το σχήμα του κυττάρου μπορεί να είναι τριγωνικό, ατρακτοειδές, που καθορίζεται όμως από τον αριθμό των «τελόποδων». Ο πυρήνας των ινοβλαστών είναι ευχρωματικός, αλλά ο πυρήνας του TC είναι κυρίως ετεροχρωματικός. Τα μιτοχόνδρια των TCs καταλαμβάνουν το 2% του όγκου του κυττάρου και το σύμπλεγμα Golgi είναι μικρότερο σε σχέση με το σύμπλεγμα Golgi των ινοβλαστών. που είναι πιο εμφανές, ενώ και το τραχύ ενδοπλασματικό δίκτυό τους είναι πιο ανεπτυγμένο.
Τα τελόποδα ή TPs είναι διακριτικά στοιχεία ως προεκτάσεις των TCs και έχουν κάποια κύρια χαρακτηριστικά. Επί παραδείγματι παρατηρούνται 2–3 τελόποδες ή ακόμα και 5 σε ένα τμήμα, εξαρτάται, όμως, και με τη θέση και τη γωνία της τομής, διότι οι τρισδιάστατες περιελίξεις τους εμποδίζουν την ορθή παρατήρησή τους. Έχουν μήκος μερικά εκατοντάδες μm.
Έχουν μονόμορφη όψη. Τα λεπτά, ινιδώδη τμήματα ονομάζονται ποδομερή και οι διευρυμένες περιοχές, που ονομάζονται πόμοι. Το πάχος τους είναι κάτω από 0,2 μm ορατό με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο. Διακλαδίζονται και έχουν κυρίως διχοτομικό μοτίβο. Το πιο σημαντικό είναι ότι οργανώνονται σε ένα δαιδαλώδες σύστημα, δηλαδή ένα τρισδιάστατο δίκτυο που αποτελείται από διάφορες ετεροκυτταρικές και ομοκυτταρικές συνδέσεις. Τα TCs έχουν ελικοειδή Tps ,τα οποία επικαλύπτονται και διασυνδέονται, σχηματίζοντας ένα τρισδιάστατο δίκτυο ομοκυτταρικών αλληλεπιδράσεων.
Οι ομοκυτταρικές αυτές επαφές των Tps δημιουργούνται μεταξύ 10 και 30 nm και ταξινομούνται ως «στενές» επαφές/ νανοεπαφές. Κάποιες συνδέσεις πραγματοποιούνται ακόμη μεταξύ Tps και του κυτταρικού σώματος των TC, αλλά και μεταξύ Tps και διαφορετικών κυττάρων. Τα Tps δημιουργούν επίσης συνδέσεις και με άλλα κύτταρα. Χαρακτηριστικά έχουν βρεθεί συνδέσεις με μαστοκύτταρα, βασεόφιλα, λεμφοκύτταρα, ηωσινόφιλα, πλασματοκύτταρα, μακροφάγα, καθώς και με μη κυτταρικά στοιχεία όπως κολλαγόνο και ελαστικές ίνες. Επιπλέον, τα Tps απελευθερώνουν τριών ειδών εξωκυτταρικά κυστίδια, τα εξωσώματα, τα εκτοσώματα και τα πολυφυσαλιδικά φορτία, ενώ τα τελευταία σχετίζονται και με τη παρακρινή σηματοδότηση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί στον υποβλεννογόνο του εντέρου, το δίκτυό τους που περιβάλλει τα τοπικά γάγγλια σχηματίζοντας πλέγματα χαλαρού συνδετικού ιστού. Τα πλέγματα αυτά περιβάλλουν τους μυϊκούς βλεννογόνους και καταλήγουν στους άξονες των εντερικών λαχνών, δηλαδή τη βλεννογόνια στιβάδα, η οποία και συνορεύει με τους γαστρικούς αδένες, τις εντερικές κρύπτες κ.λπ. Υπάρχουν, όμως, και ινοβλάστες, ινοκύτταρα, τα οποία δεν είναι οργανωμένα σε δίκτυο .Η λειτουργία αυτού του δικτύου στο έντερο είναι να είναι ένα ικρίωμα που μηχανικά και υποστηρίζει όλα τα συνδετικά στοιχεία κατά τη περισταλτική κίνηση του εντέρου, αλλά και διατηρεί την ακεραιότητα των γαγγλίων κατά τις κινήσεις του εντέρου στη πέψη και την απορρόφηση.
Μελέτες που έχουν γίνει κατέληξαν στο ότι η ένεση με TCs στην περιοχή ενός εμφράγματος έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να μειώσει το μέγεθος του εμφράγματος αλλά και να βελτιώσει τη λειτουργία του μυοκαρδίου. Σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή παρατηρήθηκαν εναποθέσεις αμυλοειδούς από τα TCs. Μάλιστα, οι TPs αυτόματα περιέβαλλαν τις εναποθέσεις αυτές για να περιορίσουν την εξάπλωση του αμυλοειδούς.
Τα TCs που χρησιμοποιούνται στη παθολογία του πνεύμονα για να αναστείλουν την απόπτωση, που το πιθανότερο είναι ότι προκαλεί τη διάμεση ίνωση, προάγοντας το κυτταρικό πολλαπλασιασμό. Η σημασία τους στην αναγέννηση του ήπατος πραγματοποιήθηκε μέσω πειραμάτων σε ήπαρ ποντικού, καθώς οι επιστήμονες βρίσκονται σε συνεχείς έρευνες. Έχουν καταλήξει έως τώρα ότι τα TCs μπορούν να επηρεάσουν τον πολλαπλασιασμό των ηπατοκυττάρων και να ενεργοποιήσουν τα βλαστικά κύτταρα.
Επιπροσθέτως, υπάρχουν ακόμα papers που αναφέρουν ότι τα TCs ρυθμίζουν την ανοσολογική απόκριση, κινητοποιούν τα μακροφάγα και ενεργοποιούν το πολλαπλασιασμό αιμοποιητικών και πολυδύναμων βλαστοκυττάρων μετά από κάποιο τραύμα προκειμένου να επιδιορθωθεί και να αναγεννηθεί ο ιστός. Ακριβώς και λόγω αυτού, διερευνάται και θα αποφανθεί στο μέλλον αν πραγματικά μπορούν να αποτελέσουν ένα θεραπευτικό μοντέλο για τη θεραπεία, αλλά και τη πρόληψη πολλών αυτοάνοσων και χρόνιων φλεγμονωδών διαταραχών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Telocytes revisited, Degruyter. Διαθέσιμο εδώ
- Telocytes, researchgate.net. Διαθέσιμο εδώ
- Telocytes and Their Extracellular Vesicles—Evidence and Hypotheses, MDPI. Διαθέσιμο εδώ
- Dynamics of telopodes (telocyte prolongations) in cell culture depends on extracellular matrix protein, PubMed. Διαθέσιμο εδώ