Του Ηλία Βασιλειάδη,
Η Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς γυρίστηκε σε μια εποχή που μας κέρδισε ο κορονοϊός και δεν μπόρεσε να προβληθεί στις κινηματογραφικές αίθουσες. Ο σκηνοθέτης αποφασίζει να εισβάλλει με την ταινία του η Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς στον κόσμο που είχε δημιουργήσει ο Νίκος Νικολαΐδης με την τριλογία του Τα χρόνια της χολέρας. Ο Νικολαΐδης υπήρξε ο μετρ και εκ των κορυφαίων σκηνοθετών της εποχής μας που δεν ντράπηκε να φέρει στην επιφάνεια το κοινωνικό περιθώριο, τις ανθρώπινες αγωνίες, τον πόνο και τις ανησυχίες μέσα σε μια κοινωνία που δημιουργούσε τον δικό της μίτο σε μια χρονική περίοδο που εξελισσόταν μετά τη Χούντα.
Ένα έργο, ή καλύτερα μια ταινία, που έρχεται ν’ αποτυπώσει τον σουρεαλισμό των δεκαετιών του ’90 και του ’00, όπου κυριαρχούσε η ατάκα «Λεφτά Υπάρχουν». Ο Οικονομίδης στηρίζεται στον κόσμο του Νικολαΐδη, ο οποίος ζει στο περιθώριο και αγωνίζεται μέσα σ’ αυτό. Άνθρωποι μιας άλλης τάξης, κρυμμένης μέσα στο χάος της ζωής. Κέντρο ο άνθρωπος, μια δέσμη διασπαστικών στοιχείων που πάντα προσπαθεί ν’ υπερβεί τα όριά του. Μια γαλούχηση ανθρώπινων χαρακτήρων που αναδεικνύονται τραγικά στην ταινία.
Η πλοκή στηρίζεται σε μια αλλοπρόσαλλη ομάδα ανθρώπων που ζει, περίπου, στο περιθώριο. Μια γυναίκα που παντρεύεται τον πλούσιο εργοστασιάρχη για την περιουσία του. Ένα ερωτικό ειδύλλιο μεταξύ μιας παντρεμένης και ενός πρώην αποτυχημένου λαϊκού σταρ. Μια βεντέτα για έναν έρωτα και μια αντρική κυριαρχία. Δύο ομάδες δολοφόνων που καλούνται ν’ εκτελέσουν ένα σχέδιο και καταλήγουν γνωστοί, έχοντας ως κοινό στόχο τα λάφυρα που κατέκτησε μια γυναίκα. Ένα υπόγεια εξελισσόμενο σχέδιο, από ανθρώπους που συναντάς στην καθημερινή ζωή και εκείνον τον άνθρωπο που τον υποτιμάς για τις ικανότητές του. Μια αλληλουχία γεγονότων μέσα από ένα αποτυχημένο σύμπλεγμα ανθρώπινων σχέσεων που έρχεται να δημιουργήσει ένα… γαϊτανάκι από τυχαίες συμπτώσεις και από μοιραία τερτίπια της ζωής. Ένας αντρικός ανταγωνισμός για μια γυναίκα και η γυναικεία καπατσοσύνη, αλλά και ματαιοδοξία.
Μια αλληλουχία γεγονότων που δείχνουν ότι και να βάλεις στο μυαλό σου, είναι μαθηματικά καταδικασμένο να αποτύχει από την αρχή. Ένας άδοξος έρωτας, δολοπλοκίες για έναν έρωτα χαμένο, άνθρωποι της νύχτας να συμμαχούν και στο τέλος να χάνουν. Ο άνθρωπος που όλοι τελικά είχαν στην πλάκα βγήκε κερδισμένος γιατί αυτός ήταν που δεν είχε καμία φιλοδοξία. Απλά ήθελε να επιβιώσει. Και στο τέλος, νικητής το έπαθλο του αγώνα. Έτοιμη για μια νέα αρχή, ευελπιστώντας αυτή την φορά χωρίς πάθη και τριγμούς.
Η ζωή είναι μια ροή που δεν χρειάζεται πίεση. Αν είναι να έρθουν, θα έρθουν τα πράγματα όπως είναι γραμμένο ν’ έρθουν. Η ταινία παρά τη μεγάλη διάρκειά της, η οποία δημιουργεί μια κοιλιά στα μισά της αποτυπώνει μ’ έναν φιλοσοφικό τρόπο ότι ο άνθρωπος δεν είναι τελικά τα λεφτά, ούτε τα λεφτά σε κάνουν ευτυχισμένο. Είναι, όμως, μια δύναμη διχασμού και διάσπασης που δημιουργεί μια ζωντανή παρωδία αλληλουχιών που στο τέλος κανένας δεν μπορεί να τα γευτεί. Αναδεικνύει μ’ έναν βίαιο τρόπο την ανατροπή που κρύβει η ζωή μέσα της. Καλή ταινία, αργή βέβαια πλοκή. Αλλά, στο τέλος αναρωτιόμαστε, τι είναι ο άνθρωπος; Είναι οι επιλογές του, οι συμπτώσεις, το εγώ του, όλα μαζί; Ή τελικά είναι το μηδέν, όπως και ξεκίνησε στη ζωή του.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Η Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς, athinorama.gr, διαθέσιμο εδώ