Tου Ευθύμη Κόντου,
Οι Αυτοδιοικητικές Εκλογές του 2023 αποτελούν πια παρελθόν. Σε 246 Δήμους της χώρας εκλέχθηκε από την Α’ Κυριακή ο τοπικός «άρχοντας», ενώ στους υπόλοιπους 86 Δήμους η σύνθεση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης προέκυψε στον δεύτερο γύρο. Στις Εκλογές του 2019, 219 Δήμοι είχαν πάει σε επαναληπτικές εκλογές, τη Β’ Κυριακή. Φέτος, αυτό δεν συνέβη, επειδή, στο εξής, οι υποψήφιοι χρειάζεται να συλλέξουν το 43% συν μια ψήφο και όχι το 50%, το οποίο αποτελούσε προηγουμένως το εκλογικό όριο. Όσον αφορά το ποσοστό συμμετοχής των πολιτών στις Περιφερειακές και Δημοτικές Εκλογές, αυτό ανήλθε στο 52,50% την 8η Οκτωβρίου, ήτοι, το 47,5% των ψηφοφόρων απείχε από τη διαδικασία, ενώ στον δεύτερο γύρο η συμμετοχή ήταν ακόμα μικρότερη. Σε σύγκριση με τις αντίστοιχες εκλογές του 2019, η αποχή εμφανίζεται να είναι σχεδόν δέκα μονάδες υψηλότερη.
Στην πρωτεύουσα της χώρας, το 68% του εκλογικού σώματος επέλεξε να μην ψηφίσει. Στον Πειραιά, το ποσοστό αυτό κυμάνθηκε στο 65%, ενώ στη Θεσσαλονίκη στο 59%. Τα χαμηλά ποσοστά συμμετοχής των πολιτών γενικά στις εκλογικές διαδικασίες και ειδικά στις αυτοδιοικητικές, αποτελούν ένα άκρως ανησυχητικό στοιχείο. Η αποχή των ψηφοφόρων παρουσιάζει σημαντική άνοδο στο πέρασμα των τελευταίων χρόνων. Είναι ένα φαινόμενο που οφείλει να προβληματίσει τα κομματικά επιτελεία κατά την ερμηνεία των εκλογικών αποτελεσμάτων και κατά τη διαδικασία εξαγωγής συμπερασμάτων. Όταν ολοένα και περισσότεροι πολίτες επιλέγουν να μη μετέχουν στις δημοκρατικές διαδικασίες, πλήττεται αν μη τι άλλο και η πραγματική αξία των θεσμών. Χρειάζεται, ωστόσο, στην κουβέντα αυτή, να αναφερθεί κανείς και στην ανάγκη που υπάρχει για εκκαθάριση των εκλογικών καταλόγων. Μια διαδικασία η οποία έχει καθυστερήσει αρκετά χρόνια.
Για να αναλογιστεί κανείς το μέγεθος του προβλήματος, αρκεί να ρίξει μια ματιά στην αύξηση του ποσοστού αποχής στο πέρασμα των ετών. Το Νοέμβριο του 2010, στις πρώτες (Αυτοδιοικητικές) Εκλογές εντός μνημονίου, άγγιζε το 39% στον πρώτο γύρο. Το συγκεκριμένο ποσοστό παρέμεινε το ίδιο και στις εκλογές του Μαΐου, το 2014. Πέντε χρόνια αργότερα, το 2019, την πρώτη Κυριακή των Αυτοδιοικητικών Εκλογών, το 41% των ψηφοφόρων δεν συμμετείχε στην εκλογική διαδικασία. Την Κυριακή, 8 Οκτωβρίου, το 47,50% των πολιτών δεν ψήφισε, ενώ τη 15η Οκτωβρίου το ποσοστό αυξήθηκε.
Φέτος, περισσότερο από τις προηγούμενες χρονιές, οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν μέσα σε ένα κλίμα υποτονικό. Δόθηκε η εντύπωση –και όχι άδικα, εάν κρίνει κανείς από το αποτέλεσμα– ότι ψηφοφόροι, πολιτικά κόμματα, καθώς και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης δεν έδωσαν την απαιτούμενη βαρύτητα στις εκλογικές διαδικασίες. Μετά την πρόσφατη διπλή βαριά ήττα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στις Εθνικές Εκλογές, αλλά και την ανάδειξη ενός νέου –απρόσμενου– αρχηγού, το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης δεν φάνηκε να βάζει τα δυνατά του στις εκλογές του Οκτωβρίου 2023. Η Νέα Δημοκρατία, αντίστοιχα, έριξε το βάρος της σε λίγους Δήμους, δίχως να εξαντλήσει κι εκείνη τις δυνάμεις της. Το κλίμα χαλαρότητας πέρασε, αν μη τι άλλο, και στους πολίτες, οι οποίοι δεν έχουν προλάβει ακόμη να «αναρρώσουν» από τη μακρά προεκλογική περίοδο, η οποία διήρκησε ως και τον Ιούνιο.
Σε συνέχεια της απόπειρας ερμηνείας του μεγάλου ποσοστού αποχής των πολιτών από τις πρόσφατες Εκλογές, θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει λόγος για τη δυσκολία που αντιμετωπίζουν ακόμη οι ψηφοφόροι να διακρίνουν τις αρμοδιότητες των τοπικών «αρχόντων». Για μεγάλο μέρος των πολιτών, δεν έχουν ακόμη αποσαφηνιστεί οι ρόλοι και οι ευθύνες των Δήμων, των Περιφερειών, ακόμα και της κεντρικής διοίκησης. Ίσως εκεί να οφείλεται η γενικότερη αίσθηση απαξίωσης προς την Αυτοδιοίκηση. Το γεγονός, επίσης, ότι ο προεκλογικός αγώνας των υποψηφίων εντάθηκε μόλις τις τελευταίες είκοσι ημέρες, πριν από την ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών, συνέβαλε στην αποχή των πολιτών από αυτόν τον δημοκρατικό θεσμό.
Μια άλλη παρατήρηση σχετικά με τα μειωμένα ποσοστά συμμετοχής έκανε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Pulse, Γιώργος Αράπογλου, μιλώντας στην Καθημερινή. Όπως είπε, «φέτος, για πρώτη φορά ύστερα από δεκατρία χρόνια, οι πολίτες κλήθηκαν να πάνε στις κάλπες αποκλειστικά για τις Αυτοδιοικητικές Εκλογές. Η ιστορία έχει δείξει πως όταν οι εκλογές αυτές συνδυάζονται με τις ευρωεκλογές, το ποσοστό συμμετοχής αυξάνεται και φτάνει σχεδόν το ποσοστό των εθνικών εκλογών. Όταν, όμως, πραγματοποιούνται αποκλειστικά Δημοτικές ή και Περιφερειακές Εκλογές, το ποσοστό συμμετοχής παραμένει χαμηλότερο. Ιδανικό παράδειγμα αποτελεί το 2009, όταν στις Εθνικές Εκλογές απείχε το 29% των πολιτών, ενώ λίγους μήνες μετά, στις Αυτοδιοικητικές Εκλογές, το ποσοστό της αποχής ανέβηκε στο 39%».
Μετά τη χαμηλή συμμετοχή των ψηφοφόρων προέκυψε το ερώτημα, κατά πόσον είναι αντιπροσωπευτικά τα εξαγόμενα αποτελέσματα. Ένα ζήτημα μάλλον άτοπο, δεδομένης της τεράστιας αποχής. Ο πολίτης έχει δικαίωμα και λόγο στην πολιτική ζωή του τόπου του, εφόσον, όμως, κι αυτός εκτελεί το στοιχειώδες καθήκον του: αυτό της ψήφου. Καμία ενδεχόμενη αλλαγή στο τοπίο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί, αφού απαξιώνεται η διαδικασία εκλογής του/ της Δημάρχου ή του/ της Περιφερειάρχη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- «Εκλογές: Αποχή, ένα πρόβλημα που διαρκώς μεγαλώνει», kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
- «Τα υστερόγραφα της κάλπης στα στρατηγεία των κομμάτων», kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
- «Αυτοδιοικητικές εκλογές 2023: Από τι θα κριθεί ο νικητής στα ντέρμπι», kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
- «Ψηφοφόροι ή όχλος», kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ