Του Κώστα Πασχάλη,
Την περασμένη Πέμπτη, 5 Οκτωβρίου, έγινε η σύνοδος κορυφής της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας. 45 ηγέτες, από όλη την Ευρώπη, συγκεντρωθήκαν στη Γρανάδα της Ισπανίας, με στόχο με στόχο τη βελτίωση της συνεργασίας, παρά την όξυνση των εντάσεων και συγκρούσεων στην ήπειρο.
Μια βασική επιδίωξη των ηγετών ήταν και η συνάντηση του Αζέρου Προέδρου, Ilham Aliyev, με τον Αρμένιο Πρωθυπουργό, Nikol Pashinyan. Ωστόσο, ο πρώτος είχε δηλώσει από την Τετάρτη ότι δε θα παραστεί. Αζέρος αξιωματούχος, μιλώντας στο γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων Agence France-Presse, ανέφερε πως η απόφαση του Aliyev, να μη συμμετάσχει στη σύνοδο, οφείλεται στην ευρωπαϊκή στήριξη προς την Αρμενία.
Η σύνοδος κορυφής έρχεται μόλις δύο εβδομάδες, αφότου οι δυνάμεις της Αζερμπαϊτζάν εξαπέλυσαν μια αστραπιαία στρατιωτική επίθεση, για να ανακτήσουν τον έλεγχο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ (ή Αρτσάχ, κατά την αρμενική ονομασία) από τους Αρμένιους αυτονομιστές, προκαλώντας μαζική έξοδο Αρμενίων από την περιοχή και πυροδοτώντας φόβους για εθνοκάθαρση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση καταδίκασε την επίθεση του Αζερμπαϊτζάν, με τον Προέδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Charles Michel, να δηλώνει, νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ότι ήταν «εξαιρετικά απογοητευμένος» από την απόφαση του Αζερμπαϊτζάν. Απηύθυνε έκκληση για διαπραγματεύσεις, ώστε να «καθοριστούν οι δεσμεύσεις και από τις δύο πλευρές», τονίζοντας ωστόσο ότι «υπάρχει μεγάλη ευθύνη από την πλευρά του Αζερμπαϊτζάν, που ξεκίνησε αυτή τη στρατιωτική επιχείρηση».
Στη σύνοδο, επίσης, παρευρέθηκε και ο Ουκρανός Πρόεδρος, Volodymyr Zelenskyy, ο οποίος, κατά την άφιξή του, δήλωσε στους δημοσιογράφους: «Πρώτα απ’ όλα, η κύρια πρόκληση για όλους μας είναι να σώσουμε την ενότητα στην Ευρώπη». Συνέχισε προειδοποιώντας ότι η Ρωσία θα επιδιώξει να διασπάσει αυτή την ενότητα μέσω, μεταξύ άλλων, της παραπληροφόρησης. Είπε, επίσης, ότι είναι «σημαντικό για την Ουκρανία να ενισχύσει την αεροπορική άμυνα, καθώς πλησιάζει ο χειμώνα, γιατί τότε αναμένονται πολλές επιθέσεις από διάφορα είδη ρωσικών πυραύλων, συμπεριλαμβανομένων και ιρανικών drones».
Άλλο ένα σημαντικό θέμα που συζητήθηκε είναι αυτό της διεύρυνσης της Ένωσης. Η ΕΕ είναι πια επιφυλακτική ως προς αυτό το θέμα, κάτι που οφείλεται σε μια πληθώρα κρίσεων. Πρόκειται για τις οικονομικές και μεταναστευτικές κρίσεις, την πανδημία του COVID-19 και, πλέον, την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Όλα αυτά ανάγκασαν τις Βρυξέλλες να επαναπροσδιορίσουν τον λόγο ύπαρξής τους και να αλλάξουν ριζικά και γρήγορα κάποιους από τους τρόπους λειτουργίας της Ένωσης, ώστε η τελευταία να ανταποκριθεί επαρκώς σε αυτές τις προκλήσεις. Μεταξύ άλλων, η χρηματοοικονομική αρχιτεκτονική τροποποιήθηκε, πολλαπλές προσπάθειες έγιναν για τη θέσπιση μιας κοινής μεταναστευτικής πολιτικής, δημιουργήθηκαν κοινές προμήθειες για τα εμβόλια, εκδόθηκε για πρώτη φορά ένα κοινό ευρωπαϊκό χρέος και, τέλος, εξετάζεται η προοπτική στενότερης κοινής ασφάλειας και αμυντικής πολιτικής. Μέσα σε όλες αυτές τις διεργασίες, η ΕΕ δεν έδωσε την απαραίτητη προσοχή στη διεύρυνση.
Ένα «κλειδί» στη διαδικασία αυτή, τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ήταν η αυξανόμενη συζήτηση σχετικά με τη λεγόμενη ικανότητα απορρόφησης: τη δυνατότητα, δηλαδή, της ΕΕ να ενσωματώνει νέα μέλη χωρίς. να θέτει σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα και ανάπτυξή της. Πλέον, πάντως, τα δύο κύρια επιχειρήματα που προβάλλουν τα κράτη της ΕΕ, για την επιβράδυνση της διαδικασίας διεύρυνσης, είναι τα χρήματα και τα δικαιώματα ψήφου. Τα νέα μέλη τείνουν να είναι φτωχότερα και θα μπορούσαν να λάβουν μεγάλο μέρος των κεφαλαίων της ΕΕ, για το άμεσο μέλλον. Οι 10 χώρες που εντάχθηκαν το 2004 είχαν όλες πολύ μικρότερο ΑΕΠ από τον μέσο όρο του μπλοκ. Ορισμένα μοντέλα προβλέπουν επίσης ότι η Ουκρανία, μια γεωργική δύναμη, θα μπορούσε να γίνει ο μόνος καθαρός αποδέκτης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, εάν ενταχθεί χωρίς η ΕΕ να θεσπίσει πρώτα μια μεταρρύθμιση των κανόνων της πολιτικής αυτής.
Μια άλλη ανησυχία, που αναφέρεται συχνά, είναι και ο πιθανός αντίκτυπος που μπορεί να έχουν τα νέα μέλη στη λήψη αποφάσεων, κάνοντας, έτσι, πιθανώς δυσκολότερη την εύρεση συναινέσεων που απαιτείται για τη γρήγορη ανταπόκριση της Ένωσης σε απροσδόκητες προκλήσεις, εκτός εάν η χρήση της ψηφοφορίας με ομοφωνία περιοριστεί περαιτέρω, υπέρ της ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία. Η εν λόγω ανησυχία έχει αυξηθεί, τα τελευταία χρόνια, καθώς τα κράτη-μέλη χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο το δικαίωμα αρνησικυρίας τους, για να επιβραδύνουν τις ευρωπαϊκές αποφάσεις και να εξασφαλίσουν παραχωρήσεις. Η Ουγγαρία, για παράδειγμα, έχει μπλοκάρει ορισμένες κυρώσεις σε Ρώσους ολιγάρχες, ενώ κατόρθωσε να κάνει μια σημαντική διάσπαση στο ρωσικό εμπάργκο πετρελαίου. Η Γαλλία και η Γερμανία έχουν, επίσης, χρησιμοποιήσει αναλόγως τον κανόνα της ομοφωνίας προς όφελός τους.
Μιλώντας για την Ουγγαρία, άλλο ένα σημαντικό ζήτημα που έχει να αντιμετωπίσει η ΕΕ είναι η άνοδος του λαϊκισμού και του εθνικισμού. Η Βουδαπέστη, υπό την ηγεσία του λαϊκιστή συντηρητικού Πρωθυπουργού Viktor Orbán, έχει ήδη σηματοδοτήσει ότι θα ασκήσει βέτο στην ένταξη της Ουκρανίας, έως ότου η τελευταία εγγυηθεί ορισμένα δικαιώματα για την εθνική ουγγρική μειονότητά της. Χαρακτηριστικά, ο Stefan Lehne, ερευνητής του ινστιτούτου Carnegie Europe, δήλωσε πως η διαχείριση διμερών ζητημάτων ήταν πάντα μέρος της διαδικασίας διεύρυνσης, αλλά «η άνοδος των λαϊκιστικών ακροδεξιών κομμάτων σίγουρα καθιστά πιο δύσκολη την πρόοδο, διότι αναδεικνύει έντονα αυτά τα διμερή ζητήματα».
Στη συνέχεια, υπάρχει και το σχετικό ζήτημα της δημοκρατικής οπισθοδρόμησης και της διάβρωσης του κράτους δικαίου, σε ορισμένα κράτη-μέλη. Χρειάστηκαν χρόνια νομικής σύγκρουσης μεταξύ των Βρυξελλών και της Πολωνίας και της Ουγγαρίας, για να δει το φως της δημοσιότητας, πέρυσι, ένας νέος μηχανισμός κράτους δικαίου, που συνδέει τον σεβασμό του δικαίου με τις αξίες της ΕΕ. Αλλά η πρόοδος εξακολουθεί να είναι αργή, καθώς και οι δύο ανωτέρω χώρες χρονοτριβούν στην εφαρμογή αποφάσεων από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Η βασική ανησυχία είναι ότι η δημοκρατία και ο σεβασμός του κράτους δικαίου είναι ήδη πολύ πιο εύθραυστα, και η διαφθορά πιο διαδεδομένη, σε ορισμένες από τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες στην ΕΕ.
Όπως μπορούμε να καταλάβουμε, υπάρχουν ακόμη σημαντικά προβλήματα, και στην ΕΕ αλλά και στην ευρύτερη Ευρώπη, που πρέπει να αντιμετωπισθούν, ενώ δε λείπουν, επίσης, και ζητήματα της επόμενης μέρας. Για παράδειγμα, όταν τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, τι προσέγγιση θα έχουμε ως προς τη Ρωσία; Θα συνεχίσουμε να έχουμε την ίδια προσέγγιση ως προς το Αζερμπαϊτζάν (το οποίο, ας μην ξεχνάμε, είναι ένας σημαντικός προμηθευτής φυσικού αερίου); Τι μηχανισμούς πρέπει να εντάξει η ΕΕ, για να προστατεύσει τα ήδη υπάρχοντα μέλη της, από πιθανές δυσλειτουργίες και κωλυσιεργίες που θα δημιουργηθούν με την ένταξη καινούριων; Τέλος, ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στο ζήτημα της ανόδου της ακροδεξιάς, που μεγαλώνει τον διχασμό, τόσο μέσα στην ΕΕ, όσο και στην Ευρώπη γενικότερα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Blow to European leaders’ summit as Azerbaijan, Turkey are no-shows, Euronews, διαθέσιμο εδώ
- The EU says it must enlarge. But why did it stop in the first place?, Euronews, διαθέσιμο εδώ
- 50 Ευρωπαίοι ηγέτες στην Γρανάδα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας, Euronews (Greece), διαθέσιμο εδώ