Της Ζωής Κόρδα,
Η ιστορία της εκπαίδευσης διαρκεί αιώνες μέχρι τώρα και συνεχίζει να απασχολεί και τη σημερινή πραγματικότητα. Το εκάστοτε εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας έχει περάσει από διάφορες φάσεις και μεταρρυθμίσεις, οι οποίες έχουν επηρεαστεί από τις κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις της κάθε εποχής. Ο 20ος αιώνας ξεκίνησε με το ζήτημα της δημοτικής γλώσσας και τις συγκρούσεις για το γλωσσικό ζήτημα μεταξύ κλασικιστών και φιλελευθέρων διανοούμενων.
Η επίδραση ξένων παιδαγωγικών ιδεών και η αμφισβήτηση της υφιστάμενης εκπαίδευσης οδήγησε στην ίδρυση του Ανώτερου Δημοτικού Παρθεναγωγείου με τη προσθήκη δύο τάξεων στο εξατάξιο σχολείο (Βόλος 1908) και την ανάθεση της διεύθυνσης υπό τον Αλέξανδρο Δελμούζο. Μια από τις σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις ήταν η εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας. Ο Δελμούζος επηρεάστηκε βαθύτατα από την εμπειρική μάθηση (learning by doing) του John Dewey. Ειδικότερα, υποστήριξε την ατομικότητα του κάθε παιδιού, την αυτενέργεια, τη βιωματική μάθηση και την ενεργό δράση των μαθητών. Η παιδαγωγική καινοτομία του Δελμούζου στο Παρθεναγωγείο του Βόλου θα λάβει άδοξα τέλος, καθώς θα υπάρξουν αντιδράσεις και ο ίδιος οδηγήθηκε σε δίκη – γνωστή ως «Αθεϊκά» – όπου και αθωώθηκε το 1914.
Προτού ξεσπάσουν οι έντονες αντιδράσεις, κατατίθονται στη Βουλή από τον Υπουργό Παιδείας Ι. Τσιριμώκο τα νομοσχέδια που συνέταξε ο Δημήτριος Γληνός (Νοέμβριος 1913). Με τη νέα διάρθρωση η προσχολική αγωγή καθίσταται υποχρεωτική για παιδιά ηλικίας 4 ετών. Στη συνέχεια, η δημοτική εκπαίδευση είναι υποχρεωτική, ενιαία και εξαετής. Μετά το δημοτικό οι μαθητές είχαν δύο διεξόδους, το Αστικό Σχολείο ή Ανωτέρα Πρακτική Σχολή με εισαγωγή χωρίς εξετάσεις και φοίτηση στα τρία χρόνια και το εξαετές γυμνάσιο χωρισμένο σε δύο κύκλους.
Μετά τη φοίτηση στο Αστικό Σχολείο, μπορούσε να εγγραφεί κάποιος είτε στο Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης, είτε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων ή και τέλος σε εμπορικές, γεωπονικές και τεχνικοεπαγγελματικές σχολές. Η δυνατότητα μεταπήδησης από το Αστικό Σχολείο σε μια από τις τρεις τάξεις του γυμνασίου ήταν εφικτή έπειτα από κατατακτήριες εξετάσεις. Στο γυμνάσιο τα πρώτα δύο έτη είχαν ενιαίο πρόγραμμα για όλα τα παιδιά. Τα επόμενα τέσσερα έτη χωρίζονταν σε δύο τμήματα, στα θεωρητικής και θετικής κατεύθυνσης μαθήματα. Μετά το τέλος του γυμνασίου, οι απόφοιτοι μπορούσαν να φοιτήσουν σε κάποιο Πανεπιστήμιο, Ανώτατο Τεχνικό Εκπαιδευτήριο ή τη Σχολή Ευελπίδων ανάλογα με την κατεύθυνση που είχαν ακολουθήσει.
Μετά τη μεταρρύθμιση του 1913 και τις συνθήκες που ακολούθησαν, τη διετία 1917-1919 θα κυκλοφορήσουν δέκα νέα αναγνωστικά βιβλία – ανάμεσά τους τα Ψηλά Βουνά και Αλφαβητάρι (με τον ήλιο) – γραμμένα με βάση τη γραμματική του Μ. Τριανταφυλλίδη. Τα νέα αναγνωστικά γράφονται στη δημοτική γλώσσα και βασίζονται στη σύνδεση των θεμάτων τους με την ελληνική ζωή και το ενδιαφέρον των μικρών αναγνωστών. Επίσης, δίνεται έμφαση στην πλούσια εικονογράφηση και τα ενδιαφέροντα των μαθητών. Συλλήβδην, οι μεταρρυθμίσεις του 1913 και 1917 αποτέλεσαν μια γλωσσοεκπαιδευτική αλλαγή στις αρχές του 20ου αιώνα. Οι δυσλειτουργίες του εκπαιδευτικού συστήματος από το 1834 και μετά διαφαίνονταν από την έλλειψη σχολείων, την αυταρχική διοίκηση, την βαθιά πίστη στην καθαρεύουσα, την απαξίωση της δημοτικής και τέλος την παθητικότητα των μαθητών.
Το νέο σχολείο οραματιζόταν ενεργούς μαθητές με σκοπό την προετοιμασία τους για τη ζωή. Γι’ αυτό το λόγο, στις ανώτερες βαθμίδες δίνεται έμφαση και στην επαγγελματική εκπαίδευση με σκοπό την ένταξη στην κοινωνική και οικονομική ζωή. Αδιαμφισβήτητα η εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας με τη μεταρρύθμιση του 1917 ήταν από τις σημαντικότερες πρωτοποριακές κινήσεις της εποχής. Ακόμη, τα καινούργια αναγνωστικά προέβαλαν ένα άλλο περιεχόμενο, πιο οικείο και φιλικό προς τα παιδιά. Η ρηξικέλευθη προοπτική των αλλαγών της εκπαίδευσης έφερε διάφορες επικρίσεις σχετικά με την εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας, τα θέματα των αναγνωστικών και την απαξίωση σε θέματα πατρίδας και θρησκείας μέσα σε αυτά.
Εν τέλει, το όραμα των δύο μεταρρυθμίσεων θα τερματιστεί με τον πιο άσχημο τέλος. Η κυβέρνηση Ε. Βενιζέλου χάνει τις εκλογές τον Νοέμβριο του 1920 και την εξουσία αναλαμβάνουν φιλομοναρχικές δυνάμεις. Συνεπώς, η δημοτική γλώσσα στα σχολεία αποτελεί παρελθόν, τα νέα αναγνωστικά καίγονται και η επικρατούσα γλώσσα γίνεται και πάλι η καθαρεύουσα.
Τα χρόνια που ακολουθούν χαρακτηρίζονται από πολιτική αστάθεια μέχρι τη μεταρρύθμιση του 1929. Μια χαραμάδα αισιοδοξίας θα αποτελέσει η κυβέρνηση Α. Παπαναστασίου, καθώς ο Δ. Γληνός γίνεται διευθυντής της Παιδαγωγικής Ακαδημίας και ο Α. Δελμούζος του Μαρασλείου Διδασκαλείου. Και οι δυο τους είχαν ένα όραμα να δημιουργήσουν ζωντανές προσωπικότητες μέσω της εκπαίδευσης, οι οποίες θα μπορούν να σταθούν στην ίδια τη ζωή. Η μεταρρυθμιστική προοπτική δεν άργησε να σταματήσει απότομα. Στην ιστορία της εκπαίδευσης έμεινε γνωστή ως τα «Μαρασλειακά». Συγκεκριμένα, η Ρόζα Ιμβριώτη – μια καθηγήτρια στο Μαράσλειο – κατηγορήθηκε από τρεις δασκάλους ότι δίδασκε το μάθημα της Ιστορίας με υλιστικές απόψεις και καμία εθνική φρόνηση. Αργότερα, ο Δελμούζος και οι συνεργάτες του κατηγορήθηκαν για αντεθνική εκπαίδευση και περιφρόνηση του μαθήματος των Θρησκευτικών.
Στις 2 Απριλίου 1929 κατατέθηκαν υπό τον υπουργό Παιδείας Κ. Γόντικα νομοσχέδια σχετικά με το εκπαιδευτικό σύστημα. Η υποχρεωτική εκπαίδευση προσανατολίζεται στα δύο χρόνια του νηπιαγωγείου και την εξαετή φοίτηση στο δημοτικό σχολείο. Μετά τη φοίτηση στο δημοτικό σχολείο υπήρχαν δύο διέξοδοι και συνέχεια της εκπαίδευσης με ή χωρίς εξετάσεις. Με εξετάσεις μπορούσε κανείς να προχωρήσει είτε στο γενικό γυμνάσιο είτε στο πρακτικό λύκειο και μετά την αποφοίτησή του σε κάποιο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα της χώρας. Από την άλλη πλευρά, χωρίς εξετάσεις μπορούσε να φοιτήσει κάνεις στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο για τα κορίτσια για τέσσερα χρόνια είτε σε κατώτερα επαγγελματικά σχολεία για γεωργικά, οικοκυρικά ή τεχνικά επαγγέλματα για 2-3 χρόνια.
Η μεταρρύθμιση του 1929 αποτέλεσε θεμέλιο λίθο στη δημιουργία ενός αστικού σχολείου, το οποίο απευθύνεται σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Η εστίαση στη δημοτική γλώσσα και η διαμόρφωση ενός πιο λαϊκού σχολείου διαφαίνεται και σε αυτήν τη μεταρρύθμιση, η οποία δυστυχώς θα τερματιστεί άκαρπη και ανεπιτυχής όπως οι προηγούμενες.
Η σπουδαιότητα της προσωπικότητας και της θαρραλέας στάσης διαφαίνεται στα πρόσωπα όλων όσοι προσπάθησαν να φέρουν κάτι διαφορετικό στην εκπαίδευση όπως οι Δελμούζος, Γληνός και Τριανταφυλλίδης παρά τις αντιρρήσεις και μάλιστα οι ιδέες τους συνεχίζουν να επιδρούν στο σύγχρονο τρόπο σκέψης αποκαλύπτοντας τη διαχρονικότητά τους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Μπουζάκης, Σ. (2006), Νεοελληνική εκπαίδευση (1821-1998), Aθηνα: Gutenberg.
- Ποιος καθιέρωσε την Δημοτική και ποιος έδωσε εντολή να καούν τα “Ψηλά Βουνά”. Το τέλος της καθαρεύουσας στη Μηχανή του Χρόνου, mixanitouxronou.gr, Διαθέσιμο εδώ