17.1 C
Athens
Σάββατο, 2 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ άμυνα του καθ’ ου στην αναγκαστική εκτέλεση: Η ανακοπή του 933...

Η άμυνα του καθ’ ου στην αναγκαστική εκτέλεση: Η ανακοπή του 933 ΚΠολΔ


Της Στέλλας Κίζυλη,

Η αναγκαστική εκτέλεση, ως δυνατότητα υλικής πραγματοποίησης των κυρώσεων που απειλούνται με την πρωτόδικη απόφαση, είναι απαραίτητη για την ορθή και αποτελεσματική απονομή δικαιοσύνης, αφού, αν δεν προβλεπόταν ένας άμεσος δραστικός τρόπος ικανοποίησης των εκάστοτε απαιτήσεων, η προσφυγή στα δικαστήρια μάλλον θα στερούταν νοήματος. Στην πολυδιάστατη αυτή διαδικασία, όμως, δεν προστατεύεται μόνο ο επισπεύδων, αλλά εξίσου και ο καθ’ ου η εκτέλεση. Για τον λόγο αυτόν, ο νομοθέτης, προασπίζοντας τα συμφέροντα αμφότερων, ανέχεται επεμβάσεις των δημοσίων οργάνων στην ιδιωτική σφαίρα, μόνο εφόσον τηρούνται οι αυστηρές διατυπώσεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προκειμένου να επέλθει η επιθυμητή εξισορρόπηση.

Ειδικότερα, όταν ελλείπουν οι προϋποθέσεις της αναγκαστικής εκτέλεσης, είτε γιατί μία πράξη είναι ανυπόστατη, δηλαδή μη υπάρχουσα στο νομικό κόσμο, είτε ελαττωματική, εγείρεται θέμα δικονομικής ακυρότητας. Έτσι, στις περιπτώσεις αυτές καθώς και σε εκείνες κατά τις οποίες πρόκειται για παραβίαση του τύπου ή της διαδικασίας της εκτέλεσης καθ’ εαυτής, οι ελαττωματικές πράξεις μπορούν να προσβληθούν από τον καθ’ ου η εκτέλεση με την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ. Στο άρθρο αυτό ορίζεται ότι «αντιρρήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και κάθε δανειστή του που έχει έννομο συμφέρον και αφορούν την εγκυρότητα του εκτελεστού τίτλου, τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, ή την απαίτηση ασκούνται μόνο με ανακοπή, που εισάγεται στο ειρηνοδικείο, αν ο εκτελεστός τίτλος, έχει εκδοθεί από το δικαστήριο αυτό, και στο μονομελές πρωτοδικείο, σε κάθε άλλη περίπτωση». Η ανακοπή του άρθρου αυτού αποτελεί ένδικο βοήθημα και μέσο άμυνας, καθώς δίνει τη δυνατότητα στον βλαπτόμενο να προσφύγει στη δικαστική εξουσία και όχι ένδικο μέσο, δεδομένου ότι δεν στρέφεται κατά δικαστικής απόφασης.

Πηγή εικόνας: freepik.com / Δικαιώματα Χρήσης: storyset

Επιπλέον, ως προς τη νομική της φύση, η ανακοπή του 933 ΚΠολΔ, έχει διαπλαστικό χαρακτήρα, αφού η διάπλαση που επιδιώκεται με την άσκησή της εκδηλώνεται αποκλειστικά σε πεδίο δικονομικό, ενώ διέπεται από κανόνες αντίστοιχους με τους κανόνες που διέπουν την αγωγή. Έχει ιστορική, νομική βάση, η οποία συνίσταται στους λόγους που τη θεμελιώνουν και μπορεί να αφορούν μόνο στην απλή άρνηση των προϋποθέσεων της αναγκαστικής εκτέλεσης ή σε νέα πραγματικά περιστατικά, τα οποία ματαιώνουν την επέλευση της έννομης συνέπειας των κανόνων που θεμελιώνουν την αναγκαστική εκτέλεση και σε κάθε περίπτωση απαιτείται να είναι σαφής και ορισμένη. Ανακόπτων είναι κατά κανόνα ο οφειλέτης της απαίτησης που απορρέει από τον εκτελεστό τίτλο, ενώ μπορεί να είναι και κάθε άλλο πρόσωπο, το οποίο νομιμοποιείται παθητικά, ο δανειστής που έχει έννομο συμφέρον καθώς και ο σύνδικος της πτώχευσης.

Όσον αφορά στους λόγους ανακοπής, αυτοί μπορεί να έχουν να κάνουν με τον εκτελεστό τίτλο, τη διαδικασία της εκτέλεσης ή την απαίτηση καθ’ εαυτή, και εξετάζονται κατά την έρευνα του βασίμου μετά την κατάφαση του παραδεκτού. Αυτό σημαίνει ότι λόγοι ανακοπής που δεν εμπίπτουν σε έναν από τους λόγους που προβλέπονται ειδικά στο άρθρο 933, χαρακτηρίζονται ως νόμω αβάσιμοι. Σύμφωνα με τη νομολογία, όταν πρόκειται συγκεκριμένα για αντιρρήσεις κατά της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, ο λόγος ανακοπής κρίνεται νόμω αβάσιμος, όταν θεμελιώνεται σε παραβίαση διατυπώσεων που δεν επιβάλλονται από τον νόμο για τη συγκεκριμένη πράξη εκτέλεσης που προσβάλλεται με την ανακοπή ή σε παραβίαση διατυπώσεων που προκαλούν ακυρότητα με την προϋπόθεση της συνδρομής δικονομικής βλάβης χωρίς, όμως, να προβάλλεται κανένας ισχυρισμός για τη συνδρομή μιας τέτοιας βλάβης.

Πηγή εικόνας: freepik.com / Δικαιώματα Χρήσης: fongbeerredhot

Τέλος, η προθεσμία για την άσκηση της ανακοπής σύμφωνα με το άρθρο 934 ΚΠολΔ, διακρίνεται ανάλογα με το αν ο λόγος αφορά ελαττώματα από τη σύνταξη της επιταγής μέχρι και τη δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης ή την απαίτηση ή σε περίπτωση κατάσχεσης εις χείρας τρίτου μέχρι και την επίδοση του κατασχετήριου εγγράφου στον καθ’ ου μέσα σε 45 ημέρες από την ημέρα της κατάσχεσης. Ωστόσο, αν αφορά την εγκυρότητα της τελευταίας πράξης της εκτέλεσης μέσα σε 30 ημέρες αφότου η πράξη αυτή ενεργηθεί και αν πρόκειται για εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, μέσα σε 30 ημέρες από την ημέρα του πλειστηριασμού αν πρόκειται για κινητά και 60 ημέρες αφότου μεταγραφεί η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, αν πρόκειται για ακίνητα.

Η τυχόν ευδοκίμηση της ανακοπής επιφέρει την εξαφάνιση ή τη μεταρρύθμιση της απόφασης που είχε κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, ενώ παρέχει το δικαίωμα στον καθ’ ου η εκτέλεση να ζητήσει, εκτός από την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση σύμφωνα με το 914 ΚΠολΔ, αποζημίωση από τον επισπεύδοντα για τις ζημίες που προκλήθηκαν από την εκτέλεση, υπό την προϋπόθεση ότι αυτός ήξερε ή από βαριά του αμέλεια αγνοούσε τη μη ύπαρξη του δικαιώματος.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Πελαγία Γέσιου-Φαλτσή, Εγχειρίδιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, Β’ έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2019
  • Κυριάκος Χατζηδάκης, Το παραδεκτό της κατά το άρθρο 933 ΚΠολΔ ασκούμενης ανακοπής, καθώς και των λόγων της, Διπλωματική εργασία, pergamos.lib.uoa.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Στέλλα Κίζυλη
Στέλλα Κίζυλη
Μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και πλέον είναι ασκούμενη δικηγόρος. Γνωρίζει αγγλικά και γερμανικά, ενώ πρόσφατα ξεκίνησε την ενασχόλησή της με την αρθρογραφία.