Της Μαρίας Κουλούρη,
Δεν είναι λίγοι οι θρύλοι που συνδέουν την πόλη της Σμύρνης με μάγισσες και ιστορίες ανθρώπων με ανεξήγητες αλήθειες, που για χρόνια ολόκληρα παραμένουν υπό το «πέπλο» του μυστηρίου. Οι μάγισσες κάποιες φορές αποτελούν υπαρκτά στοιχεία και κάποιες άλλες λειτουργούν ως «φαντάσματα» με τους ανθρώπους να επιδίδονται σε ένα ατέρμονο «κυνήγι» τους. Το βιβλίο Σμύρνη: Κυνήγι μαγισσών της Ισμήνης Χ. Μπάρακλη, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός, πραγματεύεται αυτό το κυνήγι μαγισσών, το οποίο πολλές φορές αφαιρεί την ουσία της ζωής.
Η Ισμήνη Χ. Μπάρακλη έχει καταγωγή από το Ναύπλιο, ενώ, όπως έχει αναφέρει η ίδια, μεγάλωσε σε ένα σπίτι το οποίο περιλάμβανε πολλά βιβλία και πολλές μυρωδιές από μαγειρική. Σπούδασε στο St. George Commercial College και εργάστηκε για πολλά χρόνια σε μεγάλη οικονομική εφημερίδα ως Υπεύθυνη Εκδηλώσεων και Συνεδρίων. Είναι παντρεμένη και μητέρα ενός παιδιού, ενώ της αρέσει να ταξιδεύει και να βρίσκεται κοντά στη φύση, εργάζεται, σπουδάζει και θεωρεί τη φιλία ως ύψιστο αγαθό. Πιστεύει πως το χιούμορ, η ειλικρίνεια και η αγνότητα θα κάνουν καλύτερο τον κόσμο και επιθυμεί μέσα από όσα γράφει να κάνει τους αναγνώστες της να γελούν, καθώς υποστηρίζει πως το γέλιο είναι ένας τρόπος επιβίωσης μέσα στους δύσκολους καιρούς που ζούμε και κυρίως το βιβλίο είναι το καλύτερο μέσο για να επιτευχθεί αυτό.
Κεντρικό πρόσωπο του βιβλίου είναι η Ειρήνη, εγγονή της Αργυρώς, μιας κοπέλας που είχε επιβιώσει από τη Μικρασιατική Καταστροφή και κατέφυγε στη Νέα Υόρκη. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη, τα οποία ονομάζονται όπως τα τρία μέρη της όπερας, δηλαδή πρελούδιο, πράξεις και φινάλε. Η ιστορία ξεκινά με την Ειρήνη να βλέπει συνεχώς τον ίδιο εφιάλτη, μια εκκλησία που δεν έχει πάει ποτέ να τυλίγεται ολόκληρη στις φλόγες και μια γερόντισσα να της λέει να συγχωρέσει, αλλά ποτέ ποιον. Με ανεξήγητο τρόπο αποκτά έγκαυμα στο χέρι της, κάτι που την ωθεί στο να πιστεύει πως τρελάθηκε. Η ίδια υποφέρει από αυτόν τον εφιάλτη, όμως βρίσκει καταφύγιο στην τέχνη της φωτογραφίας. Όλα αυτά συμβαίνουν στη Νέα Υόρκη το 1993, ωστόσο έχουν τη βάση τους πολύ νωρίτερα.
Φυσικά, αυτή η βάση δεν θα μπορούσε να μην τοποθετείται χρονικά στο μακρινό 1922. Η συγγραφέας σε αυτό το σημείο χρησιμοποιεί έντονα το στοιχείο του ρεαλισμού, εξιστορώντας τα γεγονότα με την «ωμή» τους πραγματικότητα, που είναι γεμάτα με λεηλασίες, αίματα και βιασμούς. Η ωμότητα, βέβαια, δεν αποτελεί κάτι αρνητικό, αφού τονίζει τη γλαφυρότητα και την αληθοφάνεια του αναγνώσματος, καθιστώντας το ακόμα πιο ενδιαφέρον. Ανάμεσα στις πολλές οικογένειες που υπέφεραν των θηριωδιών ήταν και η οικογένεια Χατζηιορδάνογλου, η οποία είχε δυο δίδυμες κόρες και μια ακόμα κόρη, την Αργυρώ και την Καλομοίρα, και την Κατίνα. Λίγο πριν την εισβολή των Τούρκων στην πόλη, η Αργυρώ παντρεύεται έναν οδοντίατρο και ερασιτέχνη φωτογράφο, ο οποίος σκοτώνεται, όπως και η υπόλοιπη οικογένειά της. Η Αργυρώ ενώ είναι έγκυος μεταναστεύει στις Η.Π.Α., χρησιμοποιώντας το όνομα της αδερφής της, που παντρεύεται και ξαναφτιάχνει τη ζωή της μεγαλώνοντας το παιδί της μαζί με τον νέο της σύζυγο.
Συνδετικός κρίκος αυτών των δύο μακρινών μεταξύ τους περιόδων είναι η Κυλλήνη του 1989. Εκεί, σε ένα νεκροταφείο της περιοχής, κατά τη διάρκεια των προσπαθειών των εργατών να αδειάσουν έναν ξεχασμένο τάφο, βρέθηκε άφθαρτο ολόκληρο το σώμα μιας νεκρής κοπέλας, το οποίο δεν είχε υποστεί καθόλου σήψη. Όταν αποκαλυφθεί η ταυτότητα και η ιστορία της κοπέλας, όλα τα ερωτηματικά, τα «φαντάσματα» του παρελθόντος, θα βρουν τις απαντήσεις τους, ενώ το «κυνήγι μαγισσών» δεν θα φαίνεται πλέον καθόλου ανούσιο και ανεξάρτητο από την πραγματική ζωή. Το βιβλίο αποτελεί ένα πολύ ενδιαφέρον ανάγνωσμα, αφού καταφέρνει να παρουσιάσει μια πραγματική ιστορία της πληγωμένης Σμύρνης με τρόπο αρχαίας τραγωδίας ή όπερας, με τη λύτρωση της ψυχής να επέρχεται των τραγικών και αιματηρών γεγονότων.