Της Εφραιμίας Μπαρμπαρή,
Είναι γεγονός πως όλοι μας κάποια στιγμή περάσαμε μία φάση στη ζωή μας, οι περισσότεροι κοντά στην εφηβεία, που δεν ξέραμε πραγματικά ποιοι είμαστε. Eίχαμε χάσει τον εαυτό μας και αφήναμε τις γνώμες των άλλων να μας επηρεάζουν. Αυτή, λοιπόν, τη σύγχυση που επικρατεί στον νεανικό εγκέφαλο παρουσιάζει με πολύ ιδιαίτερο τρόπο η ταινία του John Hughes The breakfast club, μια ταινία ορόσημο της δεκαετίας του 1980, που επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τους νέους εκείνης της εποχής.
Η υπόθεση εκτυλίσσεται μόλις σε μία μέρα και έναν συγκεκριμένο χώρο: το Σάββατο 24 Μαρτίου 1984, σε ένα σχολείο του Shermer στο Illinois. Εκεί οι μαθητές Claire Standish (Molly Ringwald), Andrew Clark (Emilio Estevez), John Bender (Judd Nelson), Allison Reynolds (Ally Sheedy) και Brian Johnson (Anthony Michael Hall) έχουν μπει τιμωρία, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους. Έχουν, λοιπόν, να περάσουν 9 ώρες στη σχολική βιβλιοθήκη, γράφοντας μια έκθεση με τίτλο “Who do you think you are?” («Ποιος νομίζεις πως είσαι;»). Οι ήρωες μεταξύ τους φαίνεται πως δεν έχουν τίποτα κοινό, αφού προέρχονται από διαφορετικές παρέες, όμως μετά από τις περιπέτειες που πέρασαν μαζί όλη τη μέρα, ανακαλύπτουν πως έχουν περισσότερα κοινά από όσα νόμιζαν. Αν και στην αρχή της ταινίας και οι πέντε είχαν σκοπό να γράψουν στην έκθεση τί τους είχε κάνει ο κόσμος να πιστεύουν για τους εαυτούς τους, στο τέλος όλοι γράφουν κάτι τελείως διαφορετικό και αλλάζουν γνώμη για τους άλλους τέσσερις που πέρασαν την τιμωρία μαζί.
Ο Hughes πετυχαίνει μέσα από τους χαρακτήρες του πολλά διαχρονικά γνωρίσματα των εφήβων, όπως τα βλέμματα που ανταλλάσσουν τα δημοφιλή παιδιά Claire και Andrew και οι συνήθειες που έχουν η Allison και ο Brian, να τρώνε τα νύχια τους και να δαγκώνουν το στυλό τους αντίστοιχα. Έτσι, καταφέρνει να κάνει τους έφηβους από το 1985 έως και σήμερα να ταυτιστούν με τους ήρωες και να νιώσουν άνετα μαζί τους, βλέποντας ένα κομμάτι του εαυτού τους σ’ αυτούς.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της ταινίας, οι ήρωες αποκαλύπτουν πλευρές τους που δεν είναι τόσο φανερές, όπως ότι ο John είναι θύμα ενδοοικογενειακής βίας ή ότι η Claire δέχεται έντονη πίεση από τους φίλους της. Όλοι οι χαρακτήρες είναι πιο περίπλοκοι απ’ ό,τι φαίνονταν στην αρχή, έτσι οι θεατές μπορούν με μεγαλύτερη ευκολία να βρουν κάποιο κοινό στοιχείο μ’ αυτούς.
Παράλληλα, η ταινία παρουσιάζει, με αρκετά ρεαλιστικό τρόπο και χρησιμοποιώντας όσο πιο πολλά στερεότυπα μπορεί, πέντε διαφορετικές προσωπικότητες που συναντώνται σε ένα σχολείο διαχρονικά, από τη δεκαετία του 1980 και πίσω έως και σήμερα. Αυτές είναι η «πριγκίπισσα» (Claire), ο «αθλητής» (Andrew), ο «εγκληματίας» (John), η «τρελή» (Allison) και το «φυτό» (Brian).
Αυτοί οι χαρακτηρισμοί, αν και τελείως στερεοτυπικοί και απαρχαιωμένοι, χρησιμοποιούνται δυστυχώς μέχρι και σήμερα, βάζοντας ταμπέλες σε ανθρώπους, ειδικά νέα παιδιά, οι οποίες δεν τους αντιπροσωπεύουν πλήρως, καθώς δεν δείχνουν όλο το φάσμα, αλλά μόνο μία πλευρά του χαρακτήρα τους. Είμαστε, όμως, όλοι τόσο συνηθισμένοι μ’ αυτές τις ετικέτες, που ακόμα και οι ήρωες της ταινίας τις νιώθουν τόσο οικίες και «αγκαλιάζει» ο καθένας τη δική του.
Στο τέλος, όμως, η ταινία καταφέρνει να σπάσει αυτά τα στερεότυπα με μεγάλη επιτυχία. Οι ήρωες συνειδητοποιούν πως δεν πρέπει να είναι αυτό που θέλει ο κόσμος, αλλά αυτό που επιθυμούν οι ίδιοι. Όταν φεύγουν από το σχολείο, μετά τη λήξη της τιμωρίας τους, λένε αντίο εγκάρδια, όμως οι θεατές μένουν με ένα πολύ μεγάλο ερωτηματικό: τη Δευτέρα στην τάξη θα έχουν άραγε την ίδια άνεση ή θα γυρίσουν πάλι στην προηγούμενη συνθήκη, στις προηγούμενες ταμπέλες τους και θα αντιμετωπίσουν ο ένας τον άλλον ως ξένο; Μπορεί να βρέθηκαν μία μόνο φορά, αλλά άλλαξαν τις ζωές τους για πάντα. Ή μήπως όχι;
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- The breakfast club, imdb.com, διαθέσιμο εδώ
- “The Breakfast Club”: how does it hold up over three decades later?, hollywoodinsider.com, διαθέσιμο εδώ
- “The Breakfast Club”: smells like teen realness, criterion.com, διαθέσιμο εδώ