22.1 C
Athens
Σάββατο, 2 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ μάχη των Καρρών (53 π.Χ.): Μια μεγάλη ρωμαϊκή τραγωδία

Η μάχη των Καρρών (53 π.Χ.): Μια μεγάλη ρωμαϊκή τραγωδία


Του Ιωάννη Περγαντή,

Στα μέσα του 1ου αιώνα π.Χ., η Ρωμαϊκή Δημοκρατία δεν θύμιζε σε τίποτα τον παλιό της ένδοξο εαυτό: κρατική δυσλειτουργία, διαφθορά θεσμών και αρκετά φιλόδοξοι στρατιωτικοί που διεκδικούσαν την εξουσία για τον εαυτό τους, προφασιζόμενοι φυσικά το «καλό» της Δημοκρατίας. Έτσι, από το 60 π.Χ. οι τρεις ισχυρότεροι άνδρες της Ρώμης (Ιούλιος Καίσαρας, Πομπήιος, Μάρκος Λικίνιος Κράσσος) ανέλαβαν από κοινού τη διακυβέρνηση του κράτους, στο πλαίσιο της Πρώτης Τριαρχίας. Αν και η φύση αυτού του θεσμού ήταν να ενώσει τα κομμάτια της αποδιαρθρωμένης Δημοκρατίας, τελικά θα δημιουργήσει ένθερμες καταστάσεις αλλά και έναν ανεπιθύμητο πόλεμο, ο οποίος θα αλλάξει ριζικά τις ισορροπίες στο εσωτερικό και το εξωτερικό του κράτους.

Στο πλαίσιο της Τριανδρίας, οι τρεις ισχυροί άνδρες θα αναλάμβαναν ο καθένας μια περιοχή προς διακυβέρνηση, παραβλέποντας εκ θεμελίων τις αρχές της Res Publica. Αν και ο καθένας είχε τις δικές του φιλοδοξίες, οι οποίες καταπατούσαν τις αντίστοιχες των άλλων, ο θεσμός αυτός διήρκησε για περίπου μια δεκαετία, έχοντας να επιδείξει πολλά σημαντικά επιτεύγματα. Παρά, όμως, τη φαινομενικά αποτελεσματική λειτουργία της, η Τριανδρία δημιούργησε τριβές μεταξύ των στρατηγών, γύρω από την απόκτηση φήμης και κύρους. Αυτή η έριδα, στο τέλος της δεκαετίας, θα ήταν ο καθοριστικός παράγοντας για το μέλλον του θεσμού, αλλά και της Τριανδρίας.

Προτομή του Κράσσου. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Ο Μάρκος Λικίνιος Κράσσος, ως μέλος την Τριανδρίας, ήταν από όλες τις απόψεις ένας πετυχημένος άνδρας: μεγάλη οικογενειακή περιουσία, στρατιωτικές επιτυχίες και τώρα διοικητής μεγάλου μέρους της Δημοκρατίας. Ο καθένας θα μπορούσε να πει ότι τα είχε καταφέρει όλα στη ζωή του, με το όνομα του να έχει γραφτεί με χρυσά γράμματα στην ιστορία της Ρώμης. Σε αυτό όμως δεν θα συμφωνούσε καθόλου ο Κράσσος. Την περίοδο της Τριανδρίας, οι άλλοι δύο ισχυροί άνδρες επιδόθηκαν σε μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες, όπως ο Ιούλιος στη Γαλατία και ο Πομπήιος στη Μεσόγειο. Ο Κράσσος, βλέποντας τους άλλους δύο να αποκτούν περαιτέρω κύρος και δύναμη, θέλησε να πάρει και αυτός ένα κομμάτι από την «πίτα». Έτσι, έστριψε το βλέμμα του προς την Ανατολή, και την πλούσια Παρθία.

Βασιλιάς των Πάρθων τότε ήταν ο Ορόσδης Β΄, ο οποίος είχε συνάψει συνθήκη ειρήνης με τον Πομπήιο, με όρους ευνοϊκούς και για τις δύο πλευρές. Όμως ο Κράσσος έσπασε αυτή τη συμφωνία, όταν τον Νοέμβριο του 55 μ.Χ. εισέβαλε στην περιοχή του Ευφράτη, λεηλατώντας και κατακτώντας πόλεις. Εκεί πέρασε και τον χειμώνα, περιμένοντας ενισχύσεις τις οποίες θα διοικούσε ο γιός του Πόπλιος, μια δύναμη 4.000 Γαλατών ιππέων. Συνολικά, ο στρατός του Κράσσου έφτανε τις 40.000 με ανάμεικτα σώματα λεγεωνάριων, ιππέων και τοξοτών.

Με τον ερχομό της άνοιξης και την έναρξη της εκστρατείας, ο Κράσσος έκανε ένα μεγάλο (και μοιραίο όπως εξελίχθηκε) λάθος. Παρά τις εκκλήσεις των συμμάχων του Αρμενίων να επιτεθούν στους Πάρθους από τα εδάφη τους, ο Κράσσος οδήγησε τον στρατό του μέσα από τις άγονες, καυτές και στρατιωτικά μειονεκτικές για τους Ρωμαίους πεδιάδες της Μέσης Ανατολής. Στο διάβα του κατακτούσε περιοχές τη μια μετά την άλλη, δίνοντας του αρκετό θάρρος ώστε να συνεχίσει τη πορεία του προς το εσωτερικό της Παρθίας.

Παράδειγμα Πάρθου έφιππου τοξότη. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Το 53 π.Χ. ο Κράσσος εισβάλει στη Μεσοποταμία, προκαλώντας την αντίδραση του Ορόσδη Β΄ αλλά και του τοπικού άρχοντα Σουρένα, με τον καθένα από τους άνδρες να αναλαμβάνει διαφορετικές προτεραιότητες: ο Ορόσδης τα νώτα του Κράσσου και ο Σουρένας τον ίδιο τον Κράσσο. Ο Ορόσδης επιτέθηκε στην Αρμενία, την οποία και απέκτησε, ώστε να αποτρέψει τυχόν αποστολή βοήθειας, ενώ ο Σουρένας με μια δύναμη αποκλειστικά έφιππων στρατιωτών κινήθηκε ενάντια του Ρωμαίου στρατηγού. Με το άκουσμα της κινητοποίησης του Σουρένα, ο Κράσσος έλαβε αμέσως μια αμυντική στάση, η οποία αποδείχθηκε καταστροφική.

Ο στρατός του στάθμευσε κοντά τη πόλη των Καρρών, σε παράταξη στενού τετραγώνου, με το πεζικό περιμετρικά και τοξότες-ιππικό στο κέντρο. Αν και αυτή η τακτική είναι αρκετά αποτελεσματική, στις αχανείς και επίπεδες πεδιάδες της Μέσης Ανατολής, με τους Πάρθους για αντίπαλους κρίθηκε άχρηστη. Όλα αυτά λόγω του «μυστικού» όπλου των Πάρθων: τους έφιππους τοξότες και το βαρύ λογχοφόρο ιππικό, δύο μονάδες οι οποίες έκριναν την έκβαση της μάχης προς όφελος των Πάρθων.

Από την πρώτη επαφή μεταξύ Κράσσου και Σουρένα, έγινε εμφανής η δυσμενής θέση του ρωμαϊκού στρατού. Οι Πάρθοι, αντί για την κατά μέτωπο αντιμετώπιση με τους Ρωμαίους, απλώς περικύκλωναν τις παρατεταμένες λεγεώνες, εξαπολύοντας ατελείωτα και θανατηφόρα βέλη, με τους βαρείς λεγεωνάριους να μην μπορούν να πράξουν τίποτα. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια, ο Κράσσος, βλέποντας τους στρατιώτες του να δέχονται απανωτά χτυπήματα, έδωσε εντολή στον γιο του Πόπλιο να κινηθεί με μια μονάδα στρατού για την απώθηση των Πάρθων. Ο Πόπλιος όμως έπεσε στη παγίδα των Πάρθων, μέσω της στρατηγικής υποχώρησης των εφίππων, την οποία ακολούθησε μια κατά μέτωπο επίθεση λογχοφόρων και τοξοφόρων ιππέων ενάντια των απομονομένων Ρωμαίων. Η κατάληξη ήταν τραγική, με 5.000 νεκρούς στρατιώτες, μαζί και με τον Πόπλιο, καθώς και η αρπαγή των signis, στρατιωτικών λαβάρων τα οποία θεωρούνταν «ιερά» για τον ρωμαϊκό στρατό.

Η παράταξη των δύο στρατών στη μάχη. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Το απόγευμα η μάχη έπαψε, για την ανταλλαγή νεκρών αλλά και για τον Κράσσο να θρηνήσει τον χαμό του γιου του. Η κατάσταση ήταν αρκετά απελπιστική, γεγονός το οποίο κατάλαβε ο Κράσσος. Έτσι το βράδυ, ο Κράσσος και όλοι οι ετοιμοπόλεμοι στρατιώτες του διέφυγαν από το στρατόπεδο προς τη πόλη των Καρρών, αφήνοντας πίσω 4.000 τραυματίες, που την επόμενη μέρα θανατώθηκαν από τις δυνάμεις του Σουρένα. Μετά την περικύκλωση της πόλης από τους Πάρθους, ο Σουρένα ζήτησε αμέσως την παράδοση των Κράσσου και του Κάσσιου, ισχυρού στρατηγού του. Ο Κράσσος απέφυγε οποιαδήποτε σύγκρουση με τον Σουρένα, από τον οποίο προσπάθησε να διαφύγει υπό το σκοτάδι την νύχτας, με τη συνοδεία μέρους του στρατού του. Η φυγή όμως δεν έληξε αίσια, καθώς ο Κράσσος έπεσε θύμα προδοσίας οδηγούμενος σε μια βαλτώδη και δύσβατη περιοχή. Όταν το αντιλήφθηκε αυτό ο Κράσσος, οδήγησε τον στρατό του σε ένα λόφο, λαμβάνοντας αμυντική στάση. Ο εξουθενωμένος και τρομοκρατημένος στρατός του όμως δεν άντεξε, οδηγώντας τον Κράσσο στο να παραδοθεί. Τελικά, οι Κράσσος και Κάσσιος θανατώθηκαν, καθώς και ένα μεγάλο μέρος του στρατού τους.

Ο πόλεμος αυτός ξεκίνησε με σκοπό την απόκτηση κύρους και δύναμης, αλλά αντί για αυτού 20.000 Ρωμαίοι στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους, η έχθρα μεταξύ Ρώμης και Παρθίας αναζωπυρώθηκε και οι ισορροπίες στο εσωτερικό της Τριανδρίας φθάρηκαν. Η συγκεκριμένη μάχη θεωρείτε ως μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές της Ρώμης, η πίκρα της οποίας διήρκησε για αρκετό καιρό. Το 53 π.Χ. αποτελεί ημερομηνία ορόσημο, καθώς σύντομα ξεκίνησε ο εμφύλιος μεταξύ Ιουλίου Καίσαρα και Πομπήιου αλλά και η αντίστροφη μέτρηση για τον βίο της ρωμαϊκής Res Publica.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Battle of Carrhae, britannica.com, Διαθέσιμο εδώ
  • Battle of Carrhae, 53 BCE, worldhistory.org, Διαθέσιμο εδώ
  • The Disastrous Battle of Carrhae, warfarehistorynetwork.com, Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωάννης Περγαντής
Ιωάννης Περγαντής
Γεννήθηκε στη Ρόδο το 2003. Είναι φοιτητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, με το επιστημονικό του ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στην Αρχαία Ελληνική και Ρωμαϊκή Ιστορία. Είναι γνώστης αγγλικών, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο αρέσκεται στον αθλητισμό, την ενασχόληση με τη μουσική και την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων.