14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ κατά τόπον αρμοδιότητα των πολιτικών δικαστηρίων (Μέρος Α΄)

Η κατά τόπον αρμοδιότητα των πολιτικών δικαστηρίων (Μέρος Α΄)


Της Καρολίνας Σόμπτσυκ,

Σε προηγούμενα άρθρα έγινε εισαγωγή και ανάλυση, του λόγου και του τρόπου κατανομής του όγκου των υποθέσεων που ανατίθενται στα ελληνικά πολιτικά δικαστήρια. Εν ολίγοις, για τον εντοπισμό της καθ’ ύλην αρμοδιότητας κοιτάμε στο «εσωτερικό» μιας υπόθεσης: δηλαδή, ποιο το είδος της διαφοράς και ποιο το ύψος του επίδικου αντικειμένου. Έτσι, καταλήγουμε στα Ειρηνοδικεία, τα Πρωτοδικεία και στις κατ’ έφεση δίκες, στα Εφετεία.

Η δεύτερη σημαντική παράμετρος που μελετάμε, όταν αναζητάμε ακριβώς το αρμόδιο δικαστήριο για κάθε υπόθεση που έχουμε στα χέρια μας, είναι σε τίνος τόπου (ή τόπων) το δικαστήριο πρέπει (ή και απλώς μπορούμε) να καταθέσουμε το δικόγραφο της αγωγής, ώστε μετά την επίδοση αντιγράφου στον εναγόμενο, η τελευταία να έχει ασκηθεί παραδεκτώς. Δηλαδή, η αρμοδιότητα του δικαστηρίου είναι μια από τις διαδικαστικές προϋποθέσεις της δίκης. Ο ΚΠολΔ στα άρθρα 22επ., που έπονται των σχετικών με την καθ’ ύλην, ρυθμίζει τη λεγόμενη κατά τόπον ή τοπική αρμοδιότητα (ιδωμένη από την πλευρά του δικαστηρίου), άλλως δωσιδικία (από την πλευρά της διαφοράς και των υποκειμένων της δίκης). Για παράδειγμα, η Χ υπόθεση υπάγεται στην κατά τόπον αρμοδιότητα του ΜΠρΛαρ, ενώ λέμε συγχρόνως ότι υπάγεται στη δωσιδικία της δικαιοπραξίας, ότι πχ οι δικηγόροι δωσιδικούν στον τόπο άσκησης της δραστηριότητάς τους. Στο νόμο αναφέρονται και οι 2 όροι.

Για την κατανόηση, λοιπόν, των ρυθμίσεων του νόμου, πρέπει αρχικά να γίνει διάκριση των δωσιδικιών σε 2 νοητά ζεύγη: α) γενική & ειδική, β) συντρέχουσα & αποκλειστική. Στο νόμο συναντώνται και οι 4 συνδυασμοί των 2 ζευγών, άρα τη δωσιδικία κάθε υπόθεσης πάντα τη χαρακτηρίζουν 2 επίθετα, πχ γενική συντρέχουσα, ειδική αποκλειστική, κλπ. Η συγκεκριμένη υπόθεση που έχουμε κάθε φορά στα χέρια μας, με το επίδικο αντικείμενο, εναγομένους κλπ όπως αναφέρονται στο δικόγραφο της αγωγής, μας οδηγούν στα άρθρα του νόμου και τις ανάλογες δωσιδικίες. Ως προς το 2ο ζεύγος, αυτές πολύ απλά διακρίνονται από την ίδια τη διατύπωση του νόμου: όταν ορίζεται ότι η τάδε υπόθεση «μπορεί» να ασκηθεί «και» στο δικαστήριο του Χ τόπου, η δωσιδικία αυτή συντρέχει με κάποια άλλη.

Με βάση το άρθ. 41α’ δικαίωμα επιλογής ανάμεσα σε περισσότερα κατά τόπον συντρεχόντως αρμόδια δικαστήρια, έχει ο ενάγων, που θα αποφασίσει με βάση το δικό του συμφέρον, που θα ασκήσει τελικά την αγωγή. Στο άρθ. 41β’, ωστόσο, διευκρινίζεται ότι με την άσκηση της αγωγής αποκρυσταλλώνεται η αρμοδιότητα του δικαστηρίου-ο ενάγων, αφού επιλέξει να ασκήσει την αγωγή σε κάποιο συντρεχόντως αρμόδιο δικαστήριο, δε μπορεί μεταγενέστερα να αιτηθεί στο πλαίσιο της ίδιας δίκης τη μεταβολή του αρμοδίου δικαστηρίου, επιλέγοντας κάποιο άλλο συντρεχόντως επίσης αρμόδιο. Μπορεί μόνο να παραιτηθεί από την αγωγή και να ασκήσει νέα, καταθέτοντας δικόγραφο σε άλλο δικαστήριο.

Πηγή εικόνας: istockphoto.com

Όπως είναι λογικό, μια συντρέχουσα μπορεί να συντρέχει και να διεκδικεί ταυτόχρονη εφαρμογή μαζί μόνο με κάποια άλλη συντρέχουσα. Αντίθετα, όταν στη διατύπωση δεν υπάρχει «και» και χρησιμοποιείται απλώς οριστική ενεστώτα (πχ «υπάγεται»), τότε η δωσιδικία είναι αποκλειστική και παραμερίζονται άλλες δωσιδικίες. Εάν αξιώνουν εφαρμογή 2 αποκλειστικές, τότε κατά την κρατούσα στη νομολογία άποψη θα υπερισχύσει η ειδική αποκλειστική έναντι της γενικής-ωστόσο, δεν πρόκειται για πάγια θέση και μπορεί αυτή να παραμεριστεί κατά την τελολογική εκτίμηση του δικαστή, εάν απαιτείται για τη διευκόλυνση της διαδικασίας της αποδείξεως στη δίκη, κλπ.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΩΣΙΔΙΚΙΕΣ

Στο άρθ. 22 έχουμε τη βασική γενική, που μπορεί πάντοτε να εφαρμοστεί. Αναφέρεται σε όλες τις διαφορές που μπορεί να σχετίζονται με τον εναγόμενο ως φυσικό πρόσωπο. Η φράση «εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά» λέμε ότι διαπλάθει τη γενική αυτή δωσιδικία ως συντρέχουσα. Από το ουσιαστικό δίκαιο προκύπτει ότι για να θεωρηθεί ένας τόπος ως κατοικίας, πρέπει να υπάρχει στενή σύνδεση με αυτόν (corpus & animus). Το άρθ. 25 παρ. 1 συμπληρώνει το άρθ. 22 (θα μπορούσε δηλαδή κάλλιστα να ονομαζόταν άρθ. 22 παρ. 2) και εισάγει ρυθμίσεις παράλληλες με εκείνες του 22 για τα νομικά πρόσωπα ως εναγομένους (για το Δημόσιο ως εναγόμενο μπορεί σύμφωνα με το κριτήριο της υποκείμενης αιτίας να έχουν δικαιοδοσία είτε τα πολιτικά είτε τα διοικητικά, ανάλογα με την έννομη σχέση που κατάγεται σε δίκη). Το 25 παρ. 2 αναφέρεται στα μη φυσικά πρόσωπα, δηλαδή τις ενώσεις προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα-αυτές μπορούν να είναι διάδικοι κατά το άρθ. 62 β΄. Το άρθ. 23 επίσης συμπληρώνει το 22: παρ. 1, ρυθμίζεται η άγνωστη κατοικία & παρ. 2, η ειδική κατοικία ως τόπος άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας (του φυσικού μόνον προσώπου) αφορά μόνο τις σχετικές με το επάγγελμα διαφορές ανεξάρτητα από το είδος τους, πχ αγωγή διαζυγίου δε μπορεί να ασκηθεί στον τόπο ειδικής κατοικίας του προσώπου.

Άρα δεν είναι ειδική, αλλά γενική περιορισμένη και φυσικά συντρέχει με του άρθ. 22, δηλαδή διεκδικούν εφαρμογή παράλληλα, άρα μπορεί ο ενάγων να επιλέξει (εφόσον η διαφορά σχετίζεται με την επαγγελματική δραστηριότητα του εναγομένου) είτε του άρθ. 23 παρ. 2 είτε του 22. Στο άρθ. 32 οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι στρατιωτικοί δωσιδικούν και στον τόπο όπου υπηρετούν, για κάθε τυχόν διαφορά. Στο άρθ. 38 έχουμε και εδώ γενική περιορισμένη, καθώς δεν ορίζεται το είδος των διαφορών, ώστε να αποτελεί ειδική, αλλά απαιτείται να είναι η επίδικη απαίτηση περιουσιακού χαρακτήρα. Ο νόμος στο άρθ. 38 αναφέρεται (εκτός των άλλων) σε υπαλλήλους ιδιωτικούς, αλλά και δημοσίους και όσους εν γένει αμείβονται από το Δημόσιο. Άρα, ως προς τους δημοσίους υπαλλήλους που σχετίζονται με περιουσιακή διαφορά, συντρέχουν οι 32 & 38 ταυτόχρονα. Επομένως, οι διατάξεις των άρθρων 22, 23 παρ. 2, 25 παρ. 2, 38, 32 εισάγουν δωσιδικίες συντρέχουσες γενικές ή γενικές περιορισμένες (όχι ως προς το αντικείμενο, αλλά ως προς την ιδιότητα του υποκειμένου).

Γενικές αποκλειστικές εισάγουν τα άρθ. 24 και 26. Το άρθ. 24 είναι μικρής πρακτικής αξίας. Το δε σημαντικότατο άρθ. 26 για τους δικηγόρους και τους συμβολαιογράφους αναφέρεται σε κάθε είδους διαφορές. Πρόκειται για αποκλειστική δωσιδικία, καθώς η Βουλή που ψήφισε τον εισαγωγικό της διάταξης αυτής νόμο απαρτιζόταν (όπως κάθε υπηρετούσα έκτοτε Βουλή) κατά κύριο λόγο από λειτουργούς της Δικαιοσύνης, οι οποίοι θεωρείται σώφρον να μην απομακρύνονται από τον τόπο, όπου ασκούν το λειτούργημά τους.

Πηγή Εικόνας: alamy.com/Zoonar GmbH

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΩΣΙΔΙΚΙΕΣ

Μια ειδική δωσιδικία αποδίδεται στις δίκες επί συγκεκριμένου είδους διαφορών. Παραδείγματα αποτελούν τα άρθρα 29, 30, 27, 28, που συγχρόνως αποτελούν τις βασικές αποκλειστικές ειδικές δωσιδικίες – δηλαδή, αφορούν σε ένα μόνο είδος διαφορών και ταυτόχρονα, όταν διεκδικούν εφαρμογή, αποκλείουν αυτόματα όλες τις συντρέχουσες. Όπως ειπώθηκε, την ταυτόχρονη συνδρομή των 2 και άνω αποκλειστικών δωσιδικιών λύνει η κατά την κρατούσα άποψη στη νομολογία υπερίσχυση της ειδικής έναντι μιας γενικής ή, σε κάθε περίπτωση, η εκάστοτε κρίση του δικαστηρίου. Τα δε άρθρα 33, 36, 39, 40 εισάγουν ειδικές συντρέχουσες, ενώ τα 31, 34, 37 μελετώνται ως ειδική κατηγορία δωσιδικιών. Οι ειδικές δωσιδικίες θα αναλυθούν στο άρθρο της γράφουσας που θα ακολουθήσει.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Κεραμεύς, Κ. (1986). Αστικό Δικονομικό Δίκαιο, 1η Έκδοση. Εκδ. Σάκκουλα.
  • Νίκας, Ν. (2022). Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, 4η Έκδοση. Εκδ. Σάκκουλα.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Καρολίνα Σόμπτσυκ
Καρολίνα Σόμπτσυκ
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Χανιά. Είναι απόφοιτη της Νομικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και επαγγελματικά έχει στραφεί στη Διοίκηση Ανθρωπίνων Πόρων. Αγαπά πολύ να ταξιδεύει, να μαθαίνει καινούριες γλώσσες και να διαβάζει ο,τιδήποτε βρεθεί στα χέρια της. Πιστεύει ότι οι δημιουργικές δραστηριότητες είναι η πιο αξιόλογη μορφή ψυχαγωγίας και η σοφότερη επένδυση ελεύθερου χρόνου.