Του Αντώνη Πετρόπουλου,
Ο Φραντς Κάφκα σημάδεψε τον 20ο αιώνα με τα λογοτεχνικά του έργα και παρά τη σύντομη ζωή του, έγραψε διηγήματα, νουβέλες και μυθιστορήματα που έχουν μείνει ανεξίτηλα στον χρόνο και αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της παγκόσμιας κλασικής λογοτεχνίας.
Τα πιο σημαντικά έργα του Τσέχου πεζογράφου, όπως «Η Δίκη», «Η Μεταμόρφωση», «Ο Πύργος», έχουν υπάρξει πολλές φορές επίκεντρο εξιδεικευμένων μελετών για το ύφος της συγγραφής του, το περιεχόμενό τους αλλά και τη φυσιογνωμία του ίδιου.
Μολονότι, ο Φραντς Κάφκα έχει διαμορφωθεί και εδραιωθεί από την πεζογραφία του, τα τελευταία χρόνια οι μελετητές του έχουν προσεγγίσει τα γραπτά του μέσα από τα ημερολόγια που κρατούσε, την ογκώδη αλληλογραφία του, τις παρατηρήσεις και καταγραφές γύρω από την καθημερινότητά του. Τα χειρόγραφά του διασώθηκαν από τον κοντινό του φίλο Μαξ Μπροντ, παρά την επιθυμία και ρητή εντολή του Κάφκα να καταστρέψει τα κείμενά του.
Οι σημειώσεις του Κάφκα από τα ημερολόγια, την αλληλογραφία του και τα τετράδιά του εμπεριέχουν ποιήματα, αφορισμούς, αποσπάσματα διηγημάτων, καταγραφές καθημερινών συμβάντων και είναι εμφανές ότι ο συγγραφέας κατέφυγε σε διάφορα είδη λογοτεχνίας και έκφρασης. Μάλιστα, ανάμεσα σε σημειώσεις του που είδαν το φως της δημοσιότητας έγραφε: «Μου είναι απαραίτητο να γράφω πάλι ημερολόγιο. Η ανασφάλειά μου, η Φελίτσε, η παρακμή στο γραφείο, η σωματική μου αδυναμία και η εσωτερική μου ανάγκη να το κάνω».
Όπως στα διηγήματά του, αντίστοιχα και στις σημειώσεις του, ο συγγραφέας σχοινοβατεί ανάμεσα σε πραγματικό και φανταστικό, με την ακραία αίσθηση της πνιγηρής καθημερινότητας, την απόγνωση, την αγωνία, τη μελαγχολία και τη θλίψη που χαρακτηρίζουν τα έργα του. Ο Φραντς Κάφκα φαίνεται ότι δεν έμεινε σε μία πρωτόλεια προσπάθεια στίχων και ποιημάτων από το δημοσιευμένο υλικό 1500 επιστολών που βρίθουν από ποιητικές συλλήψεις.
Στίχοι της στιγμής με εξομολογητικό τόνο, συνεχείς συγκρούσεις με τον εαυτό του και μακάβρια διάθεση. Σε μία επιστολή του προς τον συμμαθητή του Όσκαρ Πόλλακ το φθινόπωρο του 1903, ο Κάφκα έγραφε:
Ψυχρή είναι σήμερα η μέρα και σκληρή.
Παγωμένα τα σύννεφά.
Οι άνεμοι σέρνουν το κρύο.
Παγωμένοι κι οι άνθρωποι.
Τα βήματα ηχούν σα μέταλλο,
Πάνω σε χάλκινες πλάκες
Και τα μάτια ατενίζουν
Λίμνες λευκές.
Σ’ αυτό το απόσπασμα αναδύεται το εφιαλτικό περιβάλλον που συνηθίζει να περιγράφει με τις εικόνες του ο Κάφκα, δίνοντας τόνους μελαγχολίας και απέραντης θλίψης.
Η ποίηση έγινε καταφύγιό του και επιτακτικότερη ανάγκη, όταν εκδηλώθηκε στον οργανισμό του η φυματίωση, από την οποία και πέθανε. Η μάχη με την θανατηφόρο νόσο και το επίκεντρο της δυστυχίας του, όπως ο ίδιος τόνισε, οι μη αποδεκτές γραμμές του, εκφράζονται πλήρως στην αλληλογραφία και τις σημειώσεις του. Σε γράμμα του Δεκεμβρίου 1912 προς τον φίλο του Μαξ Μπροντ γράφει: «Το επίκεντρο όλης της δυστυχίας μου είναι ότι δεν μπορώ να γράψω. Δεν έχω γράψει ούτε μια γραμμή που να μπορώ να αποδεχτώ… Οι φράσεις κυριολεκτικά θρυμματίζονται κάτω από την πένα μου…».
Η απαισιόδοξη γραφίδα του λογοτέχνη μοιάζει με μία ατέρμονη εσωτερική πάλη του ίδιου σε συνδυασμό με την αποσύνθεση του κοινωνικού και οικονομικού ιστού της χώρας του μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ενασχόληση του Φραντς Κάφκα με την ποίηση και γενικότερα τη στιχοποιία φαίνεται, λοιπόν, πως έχει μία σημαντική βαρύτητα για τη ζωή και το έργο του, γνωρίζοντας ο ίδιος καλά και αυτή την τέχνη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Franz Kafka, Η πληγή και η λέξη, μετάφραση Νίκος Βουτυρόπουλος, Eκδόσεις Σαιξπηρικόν, 2012
- Τα άγνωστα ποιήματα του Κάφκα, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ