Της Γιάννας Κοντοκώστα,
Κατά τη διάρκεια της εξιχνίασης ενός εγκλήματος, διερευνάται πάντα η συμμετοχή εκείνου ή εκείνων που το διέπραξαν. Στο Γενικό Μέρος του Ποινικού Δικαίου (άρθ. 45-47 ΠΚ), η συμμετοχή περιλαμβάνει την συναυτουργία, την ηθική αυτουργία και τη συνέργεια. Συναυτουργός, ηθικός αυτουργός και συνεργός, τιμωρούνται με μεγαλύτερη ή μικρότερη ποινή κατά περίπτωση, ανάλογα με την ποινική ευθύνη που φέρουν. Ηθικός αυτουργός, κατά το άρθρο 46 παράγραφος 1 του Ποινικού Κώδικα, είναι «…όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε». Ο «άλλος» στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι ο φυσικός αυτουργός. Και οι δύο ευθύνονται ποινικά και τιμωρούνται, αλλά ο ηθικός αυτουργός τιμωρείται βαρύτερα, διότι είναι ο «εγκέφαλος» της εγκληματικής πράξης. Είναι εκείνος που πρώτος αποφάσισε να προσβάλλει ένα έννομο αγαθό. Ο φυσικός αυτουργός, από την άλλη, είναι εκείνος που αντικειμενικά τέλεσε την πράξη, αποτελεί, όμως, υποχείριο στα χέρια του ηθικού, οπότε και τιμωρείται με ελαφρύτερη ποινή.
Τα δομικά στοιχεία της ηθικής αυτουργίας είναι δύο. Το πρώτο είναι η πρόκληση στον φυσικό αυτουργό της απόφασης να τελέσει μια άδικη πράξη. Το δεύτερο είναι η τέλεση της τελικά άδικης πράξης από αυτόν. Προφανώς και απαιτείται διπλός δόλος του ηθικού αυτουργού, αφού και προκαλεί σε άλλον την απόφαση για προσβολή έννομου αγαθού, αλλά, επιπλέον, τελεί και την εγκληματική ενέργεια μέσω του φυσικού αυτουργού. Αν τα δομικά αυτά στοιχεία απουσιάζουν, τότε δεν υφίσταται άδικη πράξη, επομένως ούτε και ηθική αυτουργία. Οι προπαρασκευαστικές πράξεις, κατά βάση, δεν τιμωρούνται από το Ποινικό Δίκαιο. Βέβαια, το ίδιο δεν συμβαίνει στην περίπτωση της απόπειρας ηθικής αυτουργίας, η οποία για ορισμένες περιπτώσεις αδικημάτων τιμωρείται, κατά το άρθ. 186 ΠΚ. Συγκεκριμένα, όταν ο ηθικός αυτουργός δίνει ή υπόσχεται αμοιβή σε άλλον, για να τελέσει ένα έγκλημα και εκείνος τη δέχεται, τιμωρείται με ανάλογη ποινή, διαφορετική, εάν πρόκειται για κακούργημα ή πλημμέλημα.
Η παράτυπη πράξη που τελεί ο φυσικός αυτουργός, πρέπει να είναι και αρχικά και τελικά άδικη για να τιμωρηθεί. Αντιθέτως, στην περίπτωση του ηθικού αυτουργού, αρκεί η πρόθεση. Απαιτείται δόλος -έστω και ενδεχόμενος-. Προβλήματα ανακύπτουν, όταν ο φυσικός αυτουργός, αντί να τελέσει την άδικη πράξη που τον διέταξε ο ηθικός, πράττει διαφορετική εγκληματική ενέργεια. Τιμωρείται σε αυτή την περίπτωση ο ηθικός αυτουργός ή μένει ατιμώρητος; Σαφώς και δεν φέρει ποινική ευθύνη. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Έστω ότι ο Α πείθει τον Β να τελέσει κλοπή κατά του Γ και ο Β προκαλεί στον Γ σωματική βλάβη. Ο Α δεν θα τιμωρηθεί ως ηθικός αυτουργός σωματικής βλάβης. Το ίδιο ισχύει ακόμη και στην περίπτωση που ο Α προκαλέσει τον Β να ληστέψει το σπίτι του Γ και ο Β ληστεύει το σπίτι του Δ.
Όσον, τώρα, αφορά τον τόπο τέλεσης της ηθικής αυτουργίας, θα πρέπει, πέραν του άρθ. 46 ΠΚ, να λάβουμε υπόψη και το άρθ. 16 ΠΚ για τον τόπο τέλεσης της πράξης. Σύμφωνα με το άρθ. 16 ΠΚ «τόπος τέλεσης της πράξης θεωρείται ο τόπος όπου ο υπαίτιος διέπραξε ολικά ή μερικά την αξιόποινη ενέργεια ή παράλειψη, καθώς και ο τόπος όπου επήλθε ή, σε περίπτωση απόπειρας, έπρεπε να επέλθει σύμφωνα με την πρόθεσή του το αποτέλεσμα». Άρα, ο τόπος τέλεσης της ηθικής αυτουργίας, είναι, αρχικά, τόπος στον οποίο έγινε η πρόκληση της απόφασης στον φυσικό αυτουργό. Κατά δεύτερον, είναι ο τόπος, στον οποίο έλαβε χώρα η πραγματοποίηση της εγκληματικής ενέργειας, και τρίτον, ο τόπος στον οποίο επήλθε το αποτέλεσμα αυτής. Για παράδειγμα, ο Α από την Ελλάδα, πείθει τον Β από την Γαλλία, να στείλει δέμα με εκρηκτικό μηχανισμό στον Γ που βρίσκεται στην Αγγλία. Ως τόποι τέλεσης της ηθικής αυτουργίας, θεωρούνται και οι τρεις χώρες.
Ανεξάρτητα από τα ανωτέρω, στο ποινικό δίκαιο, γίνεται λόγος και για ειδικές περιπτώσεις ηθικής αυτουργίας. Μια από αυτές, είναι η αλυσιδωτή ηθική αυτουργία και συμβαίνει, όταν ο Α προκαλεί στον Β την απόφαση να προκαλέσει τον Γ να σκοτώσει τον Δ. Σε αυτή την περίπτωση, ηθικοί αυτουργοί είναι τόσο ο Α, όσο και ο Β. Βέβαια, από την άλλη, όταν πολλά πρόσωπα ταυτόχρονα προσπαθούν να πείσουν τον φυσικό αυτουργό να τελέσει μια εγκληματική ενέργεια, τότε κάνουμε λόγο για κατά συναυτουργία τέλεση της ηθικής αυτουργίας.
Σε ό,τι έχει να κάνει με την ποινή που επιβάλλεται στον ηθικό αυτουργό, πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη, κατά την επιμέτρηση της ποινής, το άρθ. 79 ΠΚ. Σύμφωνα με αυτό το άρθρο, πρέπει να διερευνώνται μεταξύ άλλων, ο βαθμός ενοχής του υπαιτίου, η βλάβη που προξένησε και η φύση της πράξης, τα στοιχεία που λειτουργούν υπέρ και σε βάρος του υπαιτίου. Το δικαστήριο κατά την παράγραφο 7 του εν λόγω άρθρου του Ποινικού Κώδικα, πρέπει ρητά να αναφέρει τους λόγους που δικαιολογούν την κρίση του για την επιμέτρηση της ποινής που επέβαλε.
Εν κατακλείδι, η ηθική αυτουργία αποτελεί μια εγκληματική ενέργεια, η οποία τιμωρείται αυστηρά στον Ποινικό Κώδικα. Ο ηθικός αυτουργός αποσκοπεί στην προσβολή ενός εννόμου αγαθού, παρατυπεί και χρησιμοποιεί τον φυσικό αυτουργό για να πετύχει τον σκοπό του. Μπορεί να μην πράττει ο ίδιος απευθείας την άδικη πράξη, αλλά αυτός αποφάσισε πρώτος την διάπραξή της. Ο ποινικός δικαστής, οφείλει να καταλογίσει ευθύνες τόσο στον ίδιο, όσο και στον φυσικό, να επιβάλλει ποινές ανάλογες του εγκλήματος που τέλεσαν και να απονείμει, έτσι, δικαιοσύνη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
-
Καϊάφα – Γκμπάντι Μ., Συμεωνίδου – Καστανίδου Ε., Ποινικό Δίκαιο Γενικό Μέρος, Σάκκουλα: Αθήνα Θεσσαλονίκη, 2022,
-
Ποινικός Κώδικας, Σάκκουλα: Αθήνα – Θεσσαλονίκη, 2022