Της Βασιλικής Ησύχου,
Σύμφωνα με την παράδοση, η φυλή των Māori ήταν αποτέλεσμα ενός μεταναστευτικού κύματος, το οποίο χρονολογείται στα μέσα του 14ου αιώνα και λαμβάνει χώρα στη μυθική Hawaiki, που συχνά αναφέρεται ως “Tahiti”. Αυτός ο μύθος αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο για την κοινωνική συγκρότηση και οργάνωση της φυλής.
Τα μέλη της κάθε υποφυλής είχαν κοινή καταγωγή και πίστη σ΄ έναν ή περισσότερους αρχηγούς, τους ariki. Η «ανώτερη» κοινωνική τάξη ήταν αυτή των hapū. Η πλειοψηφία των ατόμων που την απάρτιζαν ήταν γαιοκτήμονες, γι’ αυτό πολλοί κάτοικοι κατώτερων οικονομικά τάξεων επιδίωκαν την παντρειά αυτών με τα παιδιά τους. Η πρώτη ευρωπαϊκή επαφή με αυτή τη φυλή εγκαινιάστηκε από την έφοδο του Άμπελ Τάσμαν, ο οποίος έπλευσε στα ανοικτά των ακτών της Νέας Ζηλανδίας, τον Δεκέμβριο του 1642. Πάλεψε με τους Māori, αλλά δεν κατάφερε να καταγράψει σημαντικά πολιτισμικά και γεωγραφικά ευρήματα.
Η επόμενη απόπειρα «γνωριμίας» με τον τότε ξένο τόπο έγινε από τον Τζέιμς Κουκ, ο οποίος κατάφερε να κάνει τον περίπλου των δύο κυριότερων και μεγαλύτερων νησιών. Ο Κουκ, επιστρέφοντας πίσω στην Ευρώπη, αποτύπωσε και κοινοποίησε τις νέες του γνώσεις σχετικά με το «υπό μελέτη νέο έδαφος» και, συγκεκριμένα, για τη νοημοσύνη των Māori, αλλά και για την καταλληλότητα της Νέας Ζηλανδίας για αποικισμό και επέκταση.
Η πρώτη επιτυχημένη προσέγγιση των Ευρωπαίων ήταν αυτή των θηρευτών φαλαινών και φωκιών. Μετά από αυτή τη συναναστροφή, επακολούθησε μια συνεχής αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών και των Māori. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εξάπλωση ασθενειών, την υιοθέτηση νέων γεωργικών μεθόδων και την επιρροή από ιεραποστόλους. Αυτό το τρίπτυχο, αποδείχθηκε η αιτία της αποδόμησης της κοινωνίας των Māori. Μάλιστα, στα τέλη της δεκαετίας του 1830, η Νέα Ζηλανδία εντάχθηκε στην Ευρώπη και Ευρωπαίοι εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη «νέα γη». Αξίζει να αναφέρουμε, όμως, ότι παρ’ όλη την εσωτερική αναστάτωση, οι γηγενείς κατάφεραν να ανακτήσουν και να διατηρήσουν τη μητρική τους γλώσσα –Te reo Māori–, εγκαθιστώντας την το 1987 ως επίσημη γλώσσα της Νέας Ζηλανδίας.
Ερχόμενοι, πια, στον 21ο αιώνα, έπειτα από την έντονη πληθυσμιακή μετακίνηση και την πολιτισμική αποδιοργάνωση αυτής της φυλής, το να είσαι Māori ορίζεται ως ο σεβασμός προς τους γνήσιους προγόνους, τους αρχικούς τρόπους σκέψης, αλλά και η ικανότητα να μιλάς τη μητρική γλώσσα. Πληρώντας αυτές τις προϋποθέσεις κερδίζει κάποιος την επίσημη αναγνώριση των “Tangata Whenua” («ανθρώπων της γης»). Πολλές πολιτιστικές πρακτικές των Māori διατηρούνται ζωντανές στη σύγχρονη Νέα Ζηλανδία. Μία από αυτές αποτελεί η ομάδα τελετουργικών χορών, γνωστή ως “Haka”. Οι Haka χοροί κινούν το ενδιαφέρον του παρατηρητή, εξαιτίας των έντονων κινήσεων και εκφράσεων του προσώπου, σε συνδυασμό με τη χαρακτηριστική ρυθμική συνοδεία.
Οι Haka εκτελούνται τόσο από άνδρες, όσο και γυναίκες και απώτερο σκοπό έχουν το καλωσόρισμα διακεκριμένων επισκεπτών, τον εορτασμό μεγάλου επιτεύγματος ή ακόμα και τον αποχαιρετισμό κάποιου νεκρού συμπατριώτη. Τα άτομα που παρουσιάζουν έναν τέτοιο χορό ονομάζονται “kapa haka”, με τη λέξη “kapa” να μεταφράζεται ως «κοντοπόδης» ή «χορεύεις» και η φράση ως σύνολο «ομάδα haka». Γενικά, πιστεύεται από το ευρύ πλήθος ότι όλοι οι Haka αποτελούν εναρκτήρια τελετή πολέμου και ότι συνδέονται με τις παραδοσιακές προετοιμασίες μάχης των ανδρών πολεμιστών. Ωστόσο, αυτή η ερμηνεία όχι απλά αποδείχθηκε σε μεγάλο ποσοστό λανθασμένη, αλλά φάνηκε πως έθιξε τον Μαορικό λαό, αφού οι χοροί αυτοί, στην πλειονότητά τους τουλάχιστον, δημιουργήθηκαν για να δοξάζουν το μεγαλείο όλων των εκφάνσεων της ζωής, όχι να σηματοδοτούν έναν αιματηρό πόλεμο.
Σύμφωνα με τη μελέτη του Tīmoti Kāretu, μετά τη διαδικασία της δημιουργίας, ο θεός του ήλιου, ο Tama-nui-te-rā, απέκτησε δύο συζύγους: τη Hine-raumati, η οποία τον υπηρετούσε το καλοκαίρι, και τη Hine-takurua, υπηρέτριά του το χειμώνα. Οι χοροί αυτοί προήλθαν με τον ερχομό του Tāne-rore –γόνος από τη συνεύρεση του θεού ήλιου και της Hine-raumati– η παρουσία του οποίου, συνοδευόταν από ζεστές μέρες με ελαφρύ αεράκι. Ο Hyland σχολίασε έπειτα από ανάγνωση της προαναφερόμενης μελέτης ότι: «Ο haka είναι ένα φυσικό φαινόμενο: οι καυτές καλοκαιρινές ημέρες, με τις λαμπερές ατμοσφαιρικές αντανακλάσεις και ο αέρας που προσγειώνεται στο έδαφος».
Με την πάροδο των χρόνων, οι haka δεν αρκέστηκαν μόνο στη μυθοπλασία. Κατηγοριοποιήθηκαν, αντιπροσωπεύοντας ο καθένας, διαφορετικές καθημερινές περιστάσεις και γεγονότα που επηρεάζουν τον ψυχικό κόσμο των ανθρώπων. Έτσι, δημιουργήθηκαν διάφοροι τύποι haka, μεταξύ των οποίων είναι οι whakatū waewae, tūtū ngārahu και peruperu. Κύρια κίνηση στο tūtū ngārahu είναι τα άλματα από πλευρά σε πλευρά, ενώ ο whakatū waewae είναι μια εκδοχή του πρώτου δίχως τα άλματα. Ο manawa wera haka συνδέθηκε με καταστάσεις που προμηνύουν θάνατο ή με τις κηδείες. Τέλος, ο ngeri αναπαριστάνεται χωρίς τη χρήση όπλων και δημιουργήθηκε για την ψυχολογική ενθάρρυνση των πολεμιστών.
Ο War haka αποτελεί μια ειδική κατηγορία, που διαχωρίζεται από τα υπόλοιπα είδη. Στόχος του είναι η ανάδειξη της δύναμης και της ανδρείας των Māori, για να εκφοβίσουν την απειλή και τον εχθρό. Βασικά μέρη του είναι η σύσπαση των μυών του προσώπου, η έμφαση του λευκού σημείου του ματιού, αλλά και η προεξοχή της γλώσσας στους άνδρες. Αναπόσπαστα κομμάτια αυτού του χορού αποτελούν τα βροντερά χτυπήματα στο σώμα, οι κραυγές και τα γρυλίσματα.
Πλέον, ο haka χορός έχει καθιερωθεί ως μάθημα σε ορισμένα πανεπιστήμια και ως μέσο καλλιτεχνικής έκφρασης στο εθνικό φεστιβάλ Matatim, στο οποίο μπορούν να συμμετέχουν διάφορες ομάδες ανά τον κόσμο. Σ’ αυτές δίνεται η ευκαιρία μέσω της κίνησης να εξωτερικεύσουν τα αδάμαστα συναισθήματά τους!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Bengali, britannica.com, διαθέσιμο εδώ