8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΕυρώπηΞορκίζοντας τα «φαντάσματα» του βαλκανικού εθνικισμού

Ξορκίζοντας τα «φαντάσματα» του βαλκανικού εθνικισμού


Του Θανάση Μάριζα,

Όταν ο Otto von Bismarck, «μαέστρος» της γερμανικής ενοποίησης κι ένας εκ των σημαντικότερων (αν όχι ικανότερων) διπλωματών όλων των εποχών, είπε, το 1888, «Εάν υπάρξει ποτέ άλλος ένας πόλεμος στην Ευρώπη, θα προκύψει από κάποιο καταραμένα ανόητο πράγμα στα Βαλκάνια», φαίνεται να είχε αντιληφθεί πλήρως τον παλμό της κατάστασης. Πράγματι, που αλλού στην Ευρώπη, εκτός από τη Βαλκανική Χερσόνησο, μπορούσε να εντοπιστεί τότε μια παραφουσκωμένη «πυριτιδαποθήκη», έτοιμη να εκραγεί με την πρώτη μεταφορική σπίθα; Το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων και του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, 25 χρόνια αργότερα, επιβεβαίωσαν πλήρως τα λεγόμενά του.

Φυσικά, ο χαρακτηρισμός του Bismarck δε λειτουργεί ως ακριβής αξιολόγηση για τα Βαλκάνια μονάχα των τελών του 19ου / αρχών του 20ου αιώνα. Η περιοχή αποτελεί αέναα ιδιαίτερη περίπτωση σε ευρωπαϊκό, ή και παγκόσμιο, επίπεδο. Όντας τοποθετημένη ακριβώς στα «προπύλαια» μεταξύ Ανατολής και Δύσης, μπορεί να ειπωθεί πως διαρκώς ταλαντεύεται ανάμεσα στο «ταπεραμέντο» της πρώτης και τον «πολιτισμό» της δεύτερης (για να χρησιμοποιηθεί ένας γενικευμένος, εάν όχι ελαφρώς στερεοτυπικός, χαρακτηρισμός). «Σφραγίδα» της ανωτέρω παρατήρησης αποτελούν τα κατάλοιπα της – επι χονδρικά μισής χιλιετίας – οθωμανικής κυριαρχίας στα (πλέον) ευρωπαϊκά κράτη. Ο τούρκικος καφές, παραδείγματος χάριν, έχει βαφτιστεί τόσο «ελληνικός», όσο και «σέρβικος» και «βοσνιακός».

Συνεχίζοντας πέρα από τα… ροφήματα, η εν λόγω «διπολική» κουλτούρα έχει σαφώς επηρεάσει τις σχέσεις των Βαλκανίων με την υπόλοιπη Ευρώπη. Η επιφυλακτική αντιμετώπιση των πρώτων, από τους βορειότερους «συνδαιτυμόνες» τους, είναι διάχυτη κατά τη (συγκριτικά) σύντομη μοντέρνα ύπαρξή τους, τα τελευταία 200 περίπου χρόνια. Οι βαλκανικο-δυτικές σχέσεις χρήζουν συνειδητά λεπτών χειρισμών και συνομιλιών, κάτι που επιτρέπει τη συνέχιση της ύπαρξης ενός (ομολογουμένως, πλέον, αχνού) «παραπετάσματος» μεταξύ των δυο πλευρών.

Ως εκ τούτου, οι βαλκανικές χώρες έχουν συχνά αναγκαστεί να αγωνιστούν με ζήλο για μια «θέση στο τραπέζι». Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελούν οι προαναφερθέντες Βαλκανικοί Πόλεμοι. Θέτοντας τις διαφορές τους, έστω και προσωρινά, στην άκρη, τα πρώην υποτελή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κράτη κατόρθωσαν να εδραιώσουν την αυτονομία τους και να μοιραστούν εδάφη, τα οποία διεκδικούσαν σε βάθος χρόνου. Καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη αυτή έπαιξε η προσεκτικά διατηρημένη εθνική ταυτότητα και ο διάπυρος εθνικιστικός ζήλος της εκάστοτε χώρας, έτοιμης πλέον να υιοθετήσει εκ νέου τον μανδύα του κατακτητή κι όχι του κατακτημένου.

Πολιτικό καρτούν, με τίτλο «Το Σημείο Βρασμού», του Leonard Raven-Hill για το περιοδικό Punch (1912). Πηγή και Δικαιώματα Χρήσης Εικόνας: Getty Images.

Εκεί ακριβώς, όμως, εντοπίζεται κι η… άλλη πλευρά του νομίσματος. Πώς μπορούν να εξισορροπηθούν και συνάμα να ικανοποιηθούν τα τόσο άκαμπτα και αντιφατικά ιδεώδη, που το κάθε βαλκανικό κράτος έχει καλλιεργήσει για τον εαυτό του; Γνωστά είναι τα μεγαλεπήβολα οράματα: Βουλγαρία της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, Μεγάλη Αλβανία ή Σερβία, Ελληνική Μεγάλη Ιδέα κλπ. Ας επιστρέψουμε, για μια ακόμη φορά, στους Βαλκανικούς Πολέμους. Η δυσαρέσκεια της Βουλγαρίας, από το εύρος των εδαφικών της λαφύρων, σε συνδυασμό με την αδιαλλαξία των (πρώην) συμμάχων της, προσέδωσε «εμφύλιο» χαρακτήρα στη δεύτερη φάση των Πολέμων. Το εν λόγω περιστατικό δεν αποτελεί μεμονωμένη παρελθοντική εξαίρεση, αλλά μπορεί να καταμετρηθεί ως ένα επιπλέον επιχείρημα υπέρ της άποψης πως, στις διεθνείς σχέσεις, η γειτνίαση συχνά συνεπάγεται εχθρικά αισθήματα.

Ακολουθώντας τη συνέχιση του ρου της Ιστορίας, τα κράτη των Βαλκανίων επέδειξαν μαχητικές ικανότητες υψηλότερες του βεληνεκούς τους, κατά τους δυο Παγκοσμίους Πολέμους, εύσημα για τις οποίες μπορούν να δοθούν και στα έντονα εθνικά αισθήματα των πληθυσμών τους. Αυτή η μαχητική υστεροφημία ενίσχυσε περισσότερο τα αισθήματα αυτά, ιδίως για τις μετέπειτα γενιές, σε μια σχέση αλληλοτροφοδοσίας. Ούτε το κομμουνιστικό «διάλειμμα», που βίωσε η βαλκανική πλειοψηφία, δεν μπόρεσε να τα καταλαγιάσει, καθώς, αν μη τι άλλο, αυτά συνέβαλαν και στην πτώση των εκάστοτε «κόκκινων» καθεστώτων.

Εδώ χρειάζεται, όμως, να πραγματοποιηθεί ακόμη ένα στρίψιμο του μεταφορικού νομίσματος. Είναι γνωστές οι φρικαλεότητες που προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια διάσπασης της τότε Γιουγκοσλαβίας, σχεδόν όλες βασισμένες εν μέρει και σε στυγνές εθνικιστικές πεποιθήσεις. Οι αιματοβαμμένες καμπάνιες είναι (ίσως υπερβολικά) γνώριμες σε όλη τη Χερσόνησο, ως βάναυσες υπενθυμίσεις του τι συμβαίνει όταν το «τέρας» του εθνικισμού αφήνεται να αλωνίζει ανεξέλεγκτο. Η πάνω κάτω οικουμενική προσάρτηση των Βαλκανίων στην παγκόσμια δυτική σφαίρα επιρροής κατεύνασε κάπως τα ατίθασα εθνικά πνεύματα, χωρίς αυτό, όμως, να σημαίνει πως οι επίπονες «ουλές» έχουν πάψει να υφίστανται.

Μεταπηδώντας στο σήμερα, μπορούν να γίνουν αβίαστα αντιληπτές οι εστίες διχόνοιας στην περιοχή. Τον τίτλο του μεγαλύτερου «μήλου της έριδος» παίρνει η ευρύτερη οντότητα της Μακεδονίας. Ας σημειωθεί, πως εδώ εννοείται η ευρύτερη ιστορικά αναγνωρισμένη περιοχή που περιλαμβάνει το κράτος παλαιότερα γνωστό ως ΠΓΔΜ, τα νότια της Σερβίας, τα ανατολικά της Αλβανίας, τα δυτικά της Βουλγαρίας και, φυσικά, την ομώνυμη περιφέρεια στα βόρεια της Ελλάδας. Ακόμη κι αυτή η διευκρίνιση προϊδεάζει για τον ευαίσθητο χαρακτήρα του ζητήματος. Η ύπαρξη του επισήμως ονομαζόμενου κράτους της «Βόρειας Μακεδονίας» αμφισβητείται από σεβαστή μερίδα του ελληνικού και βουλγαρικού πληθυσμού, ενώ η ονομασία έχει αποτελέσει, ως γνωστόν, αιτία πολυετούς ρήξης της Αθήνας με τα Σκόπια, σε σημείο που η συγκατάθεση της πρώτης για τη τωρινή ονομασία θεωρήθηκε μέχρι και «εθνική προδοσία». Ιστορικά δικαιολογημένες αξιώσεις, σε διαφορετικούς βαθμούς, για το συγκεκριμένο κομμάτι γης διαθέτουν, ταυτόχρονα, και τα υπόλοιπα κράτη της Χερσονήσου.

Απόσπασμα από το πολιτικό καρτούν «Τα Βαλκάνια, μια φάλτσα νότα στο Ευρωπαϊκό κονσέρτο» (1909). Πηγή και Δικαιώματα Χρήσης Εικόνας: History Today / Der Wahre Jacob.

Σε αυτά, όμως, προτεραιότητα συνήθως διαθέτουν άλλες, αν και παρόμοιου χαρακτήρα, αψιμαχίες. Η Σερβία, λόγου χάρη, δίνει τον πρώτο λόγο στην αμφισβήτηση της ύπαρξης τόσο του κρατιδίου του Κοσόβου, όσο και ουσιαστικά του μισού κράτους της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης. Αντίστοιχα, η Αλβανία έχει ανάλογες βλέψεις αναφορικά με την περιοχή του Κοσσυφοπεδίου, ενώ διαπληκτίζεται με την Ελλάδα και για τη Βόρεια Ήπειρο. Η Τουρκία, ως σημερινή έκφανση του οθωμανικού κράτους, διατηρεί σχέσεις στην καλύτερη δυσπιστίας και στη χειρότερη εχθρικότητας, με όλους σχεδόν τους «πλησίον» της. Μπορούν να παρατεθούν και επιπλέον περιπτώσεις, συγκριτικά ελάσσονος μεγέθους, αλλά η εικόνα γίνεται σαφώς ξεκάθαρη.

Τι μένει, λοιπόν, για το μέλλον; Εάν το ποτήρι βλέπεται ως μισοάδειο, τότε τα «φαντάσματα» του παρελθόντος, ζωντανεύοντας ξανά μέσα από βραχυχρόνιες εξάρσεις, δε θα επιτρέψουν ποτέ την πλήρη ειρήνευση, γαλήνη, και εγκαθίδρυση μιας εντελώς ομαλής διεθνικής συνεργασίας στην περιοχή. Εάν, πάλι, βλέπεται ως μισογεμάτο, τότε ίσως ο εθνικισμός, ως «δεμένο μαντρόσκυλο», υπάρχει μεν αρκετά ώστε να αποθαρρύνει τυχόν επιθετικές βλέψεις από άλλες χώρες, περιορίζεται δε σαφώς, ώστε να μην απειληθεί το status quo. Οι λεπτές ισορροπίες του τελευταίου σεναρίου, βέβαια, μοιάζουν όλο και περισσότερο αβέβαιες, μέσα στα πλαίσια της ευρύτερης ανόδου της ακροδεξιάς στην Ευρώπη.

Στα Βαλκάνια, οι επίπονες αναμνήσεις προκαλούν τον εθνικισμό, ως φυσική άμυνα στο πολύπαθές παρελθόν. Εκείνος, όμως, εύκολα ανοίγει νέες πληγές, στο όνομα των αντιποίνων για τις παλιές, δημιουργώντας έναν βασανιστικό φαύλο κύκλο. «Παν μέτρον άριστον», θα μπορούσε να προταθεί, ως ο συνδετικός κρίκος, αλλά το να εφαρμοστεί κάτι τέτοιο στην εν λόγω περίπτωση είναι μάλλον ακατόρθωτο. Ο εθνικισμός, εξάλλου, μπορεί ως… άσπονδος φίλος να χρησιμεύει, ως ενωτικό κάλεσμα, στις περιπτώσεις απειλής της κρατικής κι εδαφικής ακεραιότητας, αλλά δεν παύει να υπάρχει κι όποτε δεν είναι επιθυμητός, διαβρώνοντας τη χώρα – ξενιστή του, σαν μια… χρόνια πάθηση.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Christopher Clark, The Sleepwalkers: How Europe Went to War in 1914 (Penguin Books / Λονδίνο / 2013), σελ. 242 – 258
  • Robert D. Kaplan, Φαντάσματα των Βαλκανίων (Εκδόσεις Ροές / Αθήνα / 2002)
  • Δημήτρης Καιρίδης, Εθνικισμός: Εθνοτικές Συγκρούσεις & Διεθνείς Σχέσεις – Θεωρία και Πράξη στα Βαλκάνια (Εκδόσεις Ι. Σιδέρης / Αθήνα / 2015), σελ. 142 – 161
  • Θάνος Βερέμης, The Modern Balkans: A Concise Guide to Nationalism and Politics – The Rise and Decline of the Nation State (LSEE / Λονδίνο / 2014)

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θανάσης Μάριζας
Θανάσης Μάριζας
Γεννήθηκε το 2001 και κατοικεί στη Νέα Μάκρη. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών (Παντείου Πανεπιστημίου). Μιλά Αγγλικά, Γαλλικά και Νορβηγικά. Εστιάζει σε θέματα σύγχρονης πολιτικής και διπλωματικής ιστορίας. Στον ελεύθερό του χρόνο, ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων, τη (κυρίως ορεινή) φύση και τα κατοικίδια ζώα του.