Της Βασιλικής Ησύχου,
Λίγα λόγια για τον καλλιτέχνη
Ο Jean-Léon Gérôme, γιος ενός χρυσοχόου, γεννήθηκε στην πόλη Vesoul της δυτικής Γαλλίας. Από πολύ μικρή ηλικία, ο καλλιτέχνης φανέρωσε την έφεσή του στα γράμματα και την αγάπη του για γνώση, ενώ, μεγαλώνοντας, ακολούθησε τις επιστήμες των λατινικών, των ελληνικών και της ιστορίας. Ο νεαρός Jean-Léon σύντομα απασχολήθηκε με την τέχνη της ζωγραφικής και προσηλώθηκε σ΄ αυτή. Διδάχθηκε σχέδιο από τον γνωστό ζωγράφο νεοκλασικών έργων Claude–Basile Cariage, ο οποίος, αντιλαμβανόμενος το πάθος και το ταλέντο του, τον παρότρυνε να μελετήσει από γύψινα μοντέλα. Ήδη στα δεκαέξι του χρόνια, αποφοιτά και αποφασίζει να μετακομίσει στο Παρίσι, ερχόμενος αντιμέτωπος με την έντονη επιθυμία των γονιών του να αφοσιωθεί στις σπουδές του.
Ο Gérôme για τα επόμενα τρία χρόνια αγωνίζεται για την επιβίωση, επιβάλλοντας στον εαυτό του μια επίπονη και αυστηρή καθημερινότητα, αποτελούμενη από μελέτη, ζωγραφική και εργασία. Οι μόχθοι του καλλιτέχνη ανταμείβονται σε βάθος χρόνου, με την αποδοχή από τον πατέρα του, καθώς και από την απρόβλεπτα ανοδική πρόοδό του στον χώρο της τέχνης. Αυτή η πρόοδος αποδείχθηκε η κινητήρια δύναμη να συνεχίσει την καριέρα του στην Ιταλία και να υιοθετήσει νέες τεχνικές και αντιλήψεις. Στην ενήλικη ζωή του πλέον, αναζητεί νέες εμπειρίες στη Μέση Ανατολή και την Αίγυπτο, ανεφοδιάζοντας τη φαρέτρα του με τα «αιχμηρά βέλη» του Οριενταλισμού.
Ξεκινώντας από τα μέσα της δεκαετίας του 1890, όντας ο Jean-Léon στη δύση του –απεβίωσε λίγα χρόνια αργότερα, το 1904– φιλοτέχνησε τουλάχιστον τέσσερις πίνακες, αναπαριστάνοντας την αλήθεια ως μια γυμνή γυναίκα, η οποία είτε καταλήγει στον πυθμένα είτε ξεπροβάλλει από ένα πηγάδι. Μέσα από αυτήν τη σειρά έργων, ο Gérôme δίνει πνοή και μορφή σ΄ έναν αφορισμό του Έλληνα φιλοσόφου Δημόκριτου:
«Για την αλήθεια δεν ξέρουμε τίποτα, γιατί η αλήθεια είναι μέσα στον βυθό»,
(ἐτεῇ δὲ οὐδὲν ἴδμεν: ἐν βυθῷ γὰρ ἡ ἀλήθεια).
Η γυμνή Αλήθεια
Από αυτήν τη σειρά έργων προκύπτει ο παγκοσμίου φήμης πίνακας Η Αλήθεια βγαίνει από το πηγάδι, το 1896. Το στιγμιότυπο της εικόνας και αυτή η ενσάρκωση της Αλήθειας ήταν αποτέλεσμα της επιρροής του Jean–Leon από έναν μύθο του 19ου αιώνα. Σύμφωνα με αυτόν, μια μέρα η Αλήθεια και το Ψέμα συναντήθηκαν. «Είναι μια υπέροχη μέρα σήμερα», διακόπτει τη σιωπή το Ψέμα. Η Αλήθεια, τότε, εστιάζει το βλέμμα της στο γαλάζιο του ουρανού και αφουγκραζόμενη τον ανάλαφρο αέρα με μια αυθόρμητη εισπνοή, επιβεβαιώνει τα λόγια του. Πέρασαν πολύ χρόνο μαζί, ώσπου φτάνουν, τελικά, δίπλα σ΄ ένα πηγάδι. Κοντοστέκονται λίγο, μέχρις ότου το Ψέμα προτείνει στην Αλήθεια να κάνουν ένα μπάνιο μαζί, μιας και ισχυριζόταν πως το νερό του πηγαδιού ήταν πολύ ωραίο. Η Αλήθεια σκύβει το κεφάλι της και κοιτάζει τα νερά. Πράγματι, ήταν δελεαστικά όμορφα. Έτσι, οι δυο τους απολαμβάνουν το μπάνιο.
Ξαφνικά, το Ψέμα, σε μια περίοδο απόλυτης επανάπαυσης της Αλήθειας, βγαίνει από το πηγάδι, φοράει τα ρούχα της και εξαφανίζεται με γρήγορους ρυθμούς. Η εξαγριωμένη Αλήθεια, μη μπορώντας να συγκρατήσει την ορμή του θυμού της, βγαίνει από το πηγάδι γυμνή σε μια απόπειρα να βρει το Ψέμα. Ο Κόσμος, βλέποντας την απογυμνωμένη όψη της, οργιάζει και ύστερα περιφρονεί την παρουσία της. Έχοντας εκλάβει αυτήν την αντιμετώπιση, η Αλήθεια γεμάτη ντροπή, βρίσκει καταφύγιο στο σκοτεινό πηγάδι, σε μια γωνιά παρθένα από τις ακτίνες του ήλιου.
Το ηθικό δίδαγμα
Αυτός ο πίνακας, λοιπόν, είναι κάτι παραπάνω από την καλλιτεχνική υπογραφή ενός πασίγνωστου ζωγράφου: είναι η παρουσίαση μίας ανίκητης φοβίας, μέσω μιας ηττημένης γυναίκας, της Αλήθειας. Συγκεκριμένα, στον προαναφερθέντα μύθο, το Ψέμα και η Αλήθεια, αντίθετες έννοιες που παρουσιάζουν ανθρώπινα χαρακτηριστικά και πάθη, φαίνεται να περνούν αρκετό καιρό μαζί, μοιραζόμενοι κοινές στιγμές. Με βάση αυτό, θα μπορούσαμε να τους χαρακτηρίζαμε ως επιστήθιους φίλους, ως αδέλφια, ακόμα και ως συναδέλφους που αποφάσισαν να συναντηθούν εκτός του εργασιακού τους περιβάλλοντος.
Στην πορεία, όμως, αποδεικνύεται ότι δεν έβλεπαν και οι δυο από την ίδια οπτική γωνία αυτή τη σχέση. Το Ψέμα, κερδίζοντας μακροχρόνια την εμπιστοσύνη της Αλήθειας, καταφέρνει σε μια αναπάντεχη και αδύναμη στιγμή να της κλέψει τα ρούχα της –τα υπάρχοντά της– και να κυκλοφορεί στην κοινωνία με ένα προσωπείο και μια ξένη «ταυτότητα».
Από την άλλη, η Αλήθεια απορρίπτεται από τον Κόσμο και προτιμάει να πνίξει τη ντροπή της στα έγκατα ενός πηγαδιού. Τυχαίο, επίσης, δεν είναι το γεγονός ότι η Αλήθεια είναι μια γυναίκα και ο Κόσμος ένας άντρας. Η Αλήθεια υποδηλώνει, μεταξύ των άλλων, τις γυναικείες εξεγέρσεις για την ανάκτηση μιας ισότιμης θέσης στην κοινωνία, που, όμως, ο Κόσμος κατακρίνει και περιφρονεί, αφήνοντας για πολλά χρόνια το γυναικείο φύλο σ’ έναν γνωστικό σκοταδισμό.
Ερχόμενοι στην πραγματικότητα, θα μπορούσαμε, δειλά έστω, να συμφωνήσουμε στο ότι εμείς οι άνθρωποι αδυνατούμε να αντικρίσουμε την αλήθεια και αντ’ αυτού, προτιμάμε να μας καθησυχάζουμε με μια ψευδαίσθηση, ενώ άλλες φορές, μάλιστα, επιτρέπουμε στο ψέμα να μας συνοδεύει με το πιο κομψό κουστούμι του στα μεγαλύτερα «ρεσιτάλ» της ζωής μας. Όταν βρει την ευκαιρία, μας ρίχνει από τη σκηνή και εμείς καταλήγουμε αργά πια μαζί με την αλήθεια, μόνοι, μέσα σ΄ ένα «πηγάδι προβληματισμού».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Benoît Noël, Jean Hournon, Parisiana: La capitale des peintres au XIXe siècle, Les Presses Franciliennes, Broché – 30 novembre 2006.
- Jean-Léon Gérôme Biography, thehistoryofart.org, διαθέσιμο εδώ