Της Αγγελικής Γιοβανίδη,
Τις τελευταίες ημέρες και κατά τη διάρκεια της κακοκαιρίας «Daniel» που έπληξε τη χώρα, κατέκλυσαν τις οθόνες μας εικόνες εγκλωβισμένων σε δρόμους οδηγών, ιδιαιτέρως κατά τις πρωινές ώρες, οι οποίοι –ως επί το πλείστον– μετέβαιναν στους τόπους εργασίας τους. Εύλογα, λοιπόν, προκύπτει το ερώτημα: Έχει την υποχρέωση ένας εργαζόμενος να μεταβεί στον τόπο εργασίας του και να παράσχει αυτή, παρά τις ακραίες καιρικές συνθήκες που επικρατούν και τι θα συμβεί εάν απουσιάσει; Ποιες οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα αυτού και του εργοδότη του αντίστοιχα;
Καταρχήν και υπό φυσιολογικές συνθήκες, βασική υποχρέωση του εργαζομένου είναι η παροχή εργασίας σύμφωνα με τους καθορισμένους στη σύμβαση όρους, ενώ βασική υποχρέωση του εργοδότη είναι να του καταβάλει τον συμφωνημένο μισθό. Στον θεμελιώδη αυτόν κανόνα του εργατικού δικαίου, ότι, δηλαδή, ο μισθός είναι το αντάλλαγμα που οφείλεται για «παρασχεθείσα εργασία», υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις, λόγω ιδιαίτερης κοινωνικοηθικής σημασίας του μισθού για τον εργαζόμενο και για την προστασία του τελευταίου. Υπάρχουν, έτσι, περιπτώσεις, όπου ο μισθός οφείλεται, ακόμη και αν δεν παρασχεθεί η προβλεπόμενη εργασία. Κλασικό παράδειγμα τέτοιας εξαίρεσης είναι, παραδείγματος χάριν, η νόμιμη άδεια αναψυχής.
Σύμφωνα με το άρθρο 656 του Αστικού Κώδικα, αν ο εργοδότης έγινε υπερήμερος ως προς την αποδοχή της εργασίας, ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να απαιτήσει την πραγματική απασχόλησή του, καθώς και τον μισθό για το διάστημα που απασχολήθηκε. Δικαίωμα να απαιτήσει τον μισθό έχει και ο εργαζόμενος στην περίπτωση που η αποδοχή της εργασίας είναι αδύνατη για λόγους που αφορούν τον εργοδότη και δεν οφείλονται σε ανώτερη βία. Ακόμα, σύμφωνα με το άρθρο 657 του Αστικού Κώδικα, ο εργαζόμενος διατηρεί την αξίωσή του για τον μισθό, εάν ύστερα από δεκαήμερη τουλάχιστον παροχή εργασίας εμποδίζεται να εργαστεί για σπουδαίο λόγο που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά του.
Από τον συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι σε περιπτώσεις κωλυμάτων που αφορούν την εργασιακή σχέση είτε του εργοδότη είτε των εργαζομένων αυτού, γίνεται μια κατανομή κινδύνων. Αν οι λόγοι που παρακωλύουν την παροχή εργασίας αφορούν τον εργοδότη, π.χ. βλάβη μηχανών, έλλειψη υλικών, ανήκουν, δηλαδή, σε αυτό που ονομάζουμε «σφαίρα επιρροής» του ιδίου και ο εργαζόμενος είναι σε θέση να παράσχει την εργασία του, τότε οφείλεται κανονικά ο συμφωνημένος μισθός, ακόμη και αν τελικά ο εργαζόμενος δεν παράσχει πραγματικά αυτήν, διότι ο εργοδότης καθίσταται υπερήμερος ως προς την αποδοχή της προσφερόμενης εργασίας (με την επιφύλαξη της ανωτέρας βίας). Επίσης, εάν ο εργαζόμενος απουσιάσει χωρίς να υφίσταται περί αυτού σπουδαίος λόγος, όπως επιτάσσει το άρθρο 657 του ΑΚ, τότε δεν δικαιούται τον συμφωνημένο μισθό. Αντίθετα, όταν υφίσταται σπουδαίος λόγος για την απουσία του, όπως π.χ. ασθένεια, ατύχημα, επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα κλπ, θα δικαιούται κανονικά τον συμφωνημένο μισθό και ο εργοδότης δεν θα μπορεί να επιμετρήσει την ημέρα αυτή απουσίας στη νόμιμη άδεια ή να χρησιμοποιήσει το γεγονός αυτό ως λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας.
Επομένως, στο παράδειγμα της κακοκαιρίας των περασμένων ημερών, εάν εξαιτίας ακραίων καιρικών συνθηκών, ο εργαζόμενος κωλύεται να μεταβεί στον τόπο εργασίας του και εφόσον η επιχείρηση λειτούργησε κανονικά, τότε δικαιούται κανονικά τον μισθό του. Αν, όμως, εξαιτίας της σφοδρής κακοκαιρίας η επιχείρηση παρέμεινε κλειστή, τότε ο εργοδότης απαλλάσσεται από την υποχρέωση να καταβάλει τον οφειλόμενο μισθό στον εργαζόμενο, ακόμη και αν αυτός δεν ήταν σε θέση να μεταβεί στον τόπο εργασίας του.
Αυτό συμβαίνει, διότι, κατά την ορθότερη άποψη, η κακοκαιρία που δεν είναι συνηθισμένη και αποτελεί ένα εξαιρετικό γεγονός, εκτός της σφαίρας επιρροής του εργοδότη, θα θεωρηθεί ως περιστατικό ανωτέρας βίας κατά το προαναφεθέν άρθρο 656 του ΑΚ. Συγκεκριμένα, ως ανωτέρα βία, κατά την ορθότερη στη θεωρία άποψη, ορίζονται τα περιστατικά, τα οποία δεν θα ήταν δυνατόν να αποτραπούν ή να προβλεφθούν από τον εργοδότη ούτε με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης. Κάποια παραδείγματα περιστατικών που έχουν κριθεί ως γεγονότα ανωτέρας βίας είναι ο σεισμός, ο πόλεμος, η εκτεταμένη πυρκαγιά, η ασυνήθους μορφής και έκτασης χιονόπτωση κλπ.
Επομένως, λαμβάνοντας κανείς υπόψη τη σφοδρότητα των γεγονότων των προηγουμένων ημερών και το σπάνιο φαινόμενο της τόσο έντονης βροχόπτωσης, καταλήγει στο συμπέρασμα πως, τουλάχιστον για τις πληγείσες περιοχές (π.χ. Θεσσαλία), η μη λειτουργία της επιχείρησης θα χαρακτηρισθεί ως γεγονός ανωτέρας βίας και δεν θα οφείλεται ο συμφωνημένος μισθός. Αντίστοιχα και η απουσία των εργαζομένων θα χαρακτηρισθεί απολύτως δικαιολογημένη στις περιπτώσεις αυτές και έτσι θα υπάρξει κοινή απαλλαγή των μερών από τις υποχρεώσεις τους. Αλλά και σε περιοχές που τα φαινόμενα ήταν απλώς έντονα, ακόμη και αν λειτούργησαν κανονικά οι επιχειρήσεις, ο λόγος απουσίας των εργαζομένων θα θεωρηθεί, κατά την ορθότερη γνώμη, ως σπουδαίος και άρα δικαιολογημένος και ο μισθός θα οφείλεται κανονικά.
Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι βασική υποχρέωση του εργοδότη είναι και η μέριμνα για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων κατά την παροχή της εργασίας τους, αλλά και ότι υφίσταται σοβαρός κίνδυνος εργατικών ατυχημάτων, όταν, παρά τις αντίξοες καιρικές συνθήκες, απαιτείται η προσέλευση στην εργασία.
Συμπέρασμα: Σε περίπτωση αντίστοιχων φαινομένων προστατευόμαστε, ενημερωνόμαστε και μεριμνούμε για την ασφάλεια, τόσο τη δική μας όσο και των ατόμων που εξαρτώνται από εμάς.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Δ. Ζερδελής, Εργατικό Δίκαιο, εκδ. Σάκκουλας (2022)
- Κ. Παπαδημητρίου, Ατομικό Εργατικό Δίκαιο, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη (2022)