Του Δημήτρη Τσελίκα,
Συνεχίζουμε, λοιπόν, τον βίο του Λεωνίδα, που ξεκινήσαμε εδώ κι εδώ. Στα προηγούμενα μέρη είδαμε όσα πράγματα γνωρίζουμε για τη ζωή του, και τα όσα προηγήθηκαν της μάχης των Θερμοπυλών.
Ο Ξέρξης περίμενε εκεί για 4 μέρες, χωρίς να κάνει καμία κίνηση. Πίστευε πως οι υπερασπιστές των Θερμοπυλών θα λύγιζαν από τον φόβο και θα υποχωρούσαν ή θα αυτομολούσαν. Την 5η ημέρα, εξοργίστηκε με αυτούς τους αναιδείς και τρελούς Έλληνες. Έστειλε κήρυκες στον Λεωνίδα με γραπτές επιστολές, τις οποίες διασώζει ο Πλούταρχος στα Λακωνικά Αποφθέγματα. Στην πρώτη έγραψε: «Έχεις τη δυνατότητα να µην τα βάλεις µε τους θεούς, να ταχθείς µε το µέρος µου και να γίνεις μονάρχης στην Ελλάδα», και ο Λεωνίδας του απάντησε, επίσης µε επιστολή: «Αν ήξερες τι είναι το καλό στη ζωή, θα απείχες απὀ τα να επιθυμείς ξένα πράγματα. Για μένα, είναι καλύτερο να πεθάνω για την Ελλάδα παρά να είµαι μονάρχης στους ομόφυλούς µου». Θύμωσε ο Ξέρξης, και του έγραψε δεύτερη επιστολή στην οποία έλεγε: «Στείλε τα όπλα σου». Και τότε, ο Λεωνίδας απάντησε με μια φράση που έμεινε αθάνατη στους αιώνες, και μόνον ένας Σπαρτιάτης, ένας Έλληνας θα μπορούσε να πει:
«ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ!»
Η φράση αυτή δεν σημαίνει απλώς «έλα να τα πάρεις» (come and get them), όπως λανθασμένα έχει επικρατήσει. Το μολὼν είναι μετοχή αορίστου τού ρήματος βλώσκω/μολώσκω, το οποίο σημαίνει «πηγαίνω κάπου με κόπο, αφού προηγουμένως έχω βρει τα ψυχικά αποθέματα». Σε λανθάνοντα υποθετικό λόγο: ΜΟΛΩΝ (εάν βρεις τα ψυχικά αποθέματα έλα) ΛΑΒΕ (και πάρ’ τα), ή, όπως θα λέγαμε σήμερα «εάν σού κοτάει/εάν σού βαστάει έλα».
Ο Ξέρξης έγινε έξαλλος. Αμέσως διατάζει τους καλύτερους πολεμιστές του, τους Μήδους και τους Κισσίους, να συλλάβουν πάραυτα τους αυθάδεις ζωντανούς και να τους παραδώσουν εμπρός του. Οι βάρβαροι πλημμυρίζουν τα στενά και ορμούν στους Έλληνες. Επιτίθενται κατά κύματα, όμως δεν μπορούν να κάμψουν τη γενναία αντίσταση των Ελλήνων και σφάζονται. Νέα τμήματα στρατού επιτίθενται, αλλά η κατάληξη είναι η ίδια. Οι βάρβαροι πέφτουν νεκροί κατά εκατοντάδες στο πεδίο της μάχης και όγκοι πτωμάτων στοιβάζονται στη γη. Οι Μήδοι, μετά από την πανωλεθρία τους, δεν ξαναπολέμησαν. Ο Ξέρξης διέταξε το επίλεκτο σώμα του στρατού του, τους Αθανάτους, να επιτεθούν και να εξολοθρεύσουν τους Έλληνες.
Οι Αθάνατοι ήταν Πέρσες, και ονομάζονταν έτσι διότι όταν πέθαινε ένας από αυτούς, αμέσως τον αντικαθιστούσε άλλος. Έτσι, έδιναν την εντύπωση πως δεν πέθαιναν ποτέ. Αρχηγός τους ήταν ο Υδάρνης. Οι Αθάνατοι έκαναν έφοδο στα στενά, αλλά και πάλι το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Επειδή μάχονταν σε στενό, τα κοντά τους δόρατα δεν μπορούσαν να αξιοποιηθούν, σε αντίθεση με τα ελληνικά, που ήταν μακριά και κατασκευασμένα από γερό ξύλο. Οι Σπαρτιάτες κάνουν επίδειξη πολεμικής ικανότητας στους άμαθους από πόλεμο Ασιάτες. Στρέφουν τα νώτα τους στον εχθρό και υποκρίνονται πως υποχωρούν. Οι βάρβαροι ορμούν με δυνατές κραυγές, πιστεύοντας πως νικάνε. Μόλις τους πλησιάζουν, όμως, οι Σπαρτιάτες στρέφονται αμέσως προς αυτούς και σκοτώνουν ένα τεράστιο πλήθος.
Μάλιστα, σε αυτή τη σύγκρουση, είχαμε και τις πρώτες απώλειες Σπαρτιατών. Οι Πέρσες, ηττημένοι κατά κράτος, αποσύρονται από το πεδίο. Ο Ξέρξης, από φόβο για την τύχη του στρατού του, αναπήδησε 3 φορές από τον θρόνο του κατά τη διάρκεια της μάχης. Η μάχη διήρκησε όλη την ημέρα. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, ο Λεωνίδας στέλνει καταδρομείς στο περσικό στρατόπεδο, ούτως ώστε να απαγάγουν τον Ξέρξη. Οι τολμηροί Έλληνες μετέβησαν υποθαλασσίως εκεί, όμως δεν βρήκαν τον Ξέρξη στη σκηνή του, και έτσι τη γλύτωσε.
Την επόμενη ημέρα, 2η της μάχης, οι βάρβαροι επιτέθηκαν και πάλι κατά κύματα, πιστεύοντας πως οι Έλληνες θα έχουν τραυματιστεί και καταπονηθεί. Το αποτέλεσμα όμως ήταν το ίδιο. Ο Ηρόδοτος δεν μας δίνει λεπτομέρειες, παρά μόνον στέκεται στο ότι οι Έλληνες μάχονταν κατά τάγματα και κατά πόλεις, ώστε να πολεμήσουν όλοι ανεξαιρέτως και να μην κουραστούν μόνο οι Σπαρτιάτες. Μόνο οι Φωκείς δεν πολεμούσαν στα στενά, επειδή φρουρούσαν ένα μονοπάτι που οδηγούσε στα νώτα των Ελλήνων, και θα μπορούσε, μέσω αυτού, ο εχθρός να τους κυκλώσει. Άρχιζε από τον ποταμό Ασωπό, προχωρούσε κατά μήκος προς την κορυφή και κατέληγε στην πόλη Αλπηνό. Ανόπαια ατραπός λεγόταν το συγκεκριμένο μονοπάτι, και ο Λεωνίδας πληροφορήθηκε για την ύπαρξή του από την πρώτη μέρα άφιξης στις Θερμοπύλες, στέλνοντας αμέσως τους Φωκείς εκεί για τη φύλαξή του. Το υψηλότατο ελληνικό φρόνημα, η υπεροχή της πολεμικής εκπαίδευσης και η άριστη φυσική κατάσταση των Ελλήνων τους καθιστά ανίκητους. Με το πέρας και της δεύτερης ημέρας μάχης, ο Ξέρξης βρισκόταν σε μεγάλη αμηχανία. Πλήρως απογοητευμένος, δεν γνωρίζει τι να κάνει προκειμένου να κάμψει την ελληνική άμυνα. Μια χούφτα Έλληνες έχουν ντροπιάσει εκατομμύρια βαρβαρικού στρατού.
Κι εκεί που είναι απελπισμένος, ξαφνικά παρουσιάζεται μπροστά του ένας Έλληνας. Δυστυχώς, πάντοτε στην ελληνική ιστορία, για κάθε γενναίο στρατό που πολεμούσε, υπήρχε και ένας προδότης ο οποίος, προς ίδιον όφελος, βοηθούσε τον εχθρό να βγει από το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόταν. Τα παραδείγματα πολλά, και θέλουν ξεχωριστό άρθρο. Στην περίπτωση των Θερμοπυλών, ο προδότης λεγόταν Εφιάλτης του Ευρυδήμου και ήταν ντόπιος Μαλιεύς. Αυτός, προσμένοντας μεγάλη αμοιβή από τον Ξέρξη, του εκμυστηρεύτηκε πως γνώριζε για ένα κρυφό μονοπάτι, ακολουθώντας το οποίο οι Πέρσες θα μπορούσαν να κυκλώσουν τους Έλληνες. Ο Ξέρξης καταχάρηκε, και διέταξε τον Υδάρνη με τους Αθανάτους του να ακολουθήσουν τον Εφιάλτη προς τα εκεί. Ο Εφιάλτης, μετά την μάχη, επειδή φοβόταν τους Σπαρτιάτες, κατέφυγε στην Θεσσαλία όπου και επικηρύχτηκε, και τελικά δολοφονήθηκε από τον Τραχίνιο Αθηνάδη στην Αντίκυρα.
Ξημέρωνε πια, όταν έφτασαν μπροστά στους 1.000 Φωκείς που φυλούσαν το πέρασμα. Λόγω της πυκνής βλάστησης και των δρυών, οι Φωκείς δεν μπορούσαν να εντοπίσουν τους βαρβάρους από μακριά, όμως άκουσαν τον θόρυβο από τα φύλλα και τα κλαδιά που πατούσαν καθώς ανέβαιναν, λόγω απόλυτης νηνεμίας που επικρατούσε. Αμέσως πετάχτηκαν πάνω και ετοιμάστηκαν για μάχη. Ο Υδάρνης τρόμαξε μόλις τους είδε, γιατί τους πέρασε για Σπαρτιάτες – τόσο μεγάλο τρόμο είχαν προκαλέσει οι Έλληνες στους βαρβάρους. Ο Εφιάλτης όμως τον καθησύχασε λέγοντάς του πως είναι Φωκείς, και έτσι οι Αθάνατοι άρχισαν να ρίχνουν ομοβροντία βελών προς αυτούς. Οι Έλληνες, επειδή νόμιζαν πως οι βάρβαροι βρίσκονταν εκεί για αυτούς, ανέβηκαν στο υψηλότερο σημείο του όρους, ώστε να αμυνθούν μέχρις εσχάτων. Οι Πέρσες, όμως, δεν τους έδωσαν καμία σημασία και, με το μονοπάτι πλέον ελεύθερο, κατηφόρισαν προς τα στενά.
Συνεχίζεται…
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Κων. Παπαρρηγόπουλου, «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τόμος 2, Αθήνα: Εκδόσεις Λυμπέρη – Εκδόσεις Οξύ.
- Πλεύρης, Κ. (2012), Οι βάρβαροι (Αναφορά στα Ελληνοπερσικά), Αθήνα: Εκδόσεις Ήλεκτρον.
- Ηρόδοτος Αλικαρνασσεύς, Ιστοριών Ζ’ – Πολύμνια (2012), μτφρ. Τζαφερόπουλος Α., Αθήνα: Βιβλιοθήκη Των Ελλήνων – Γεωργιάδης.
- Biographies – Οι μεγάλοι όλων των εποχών, τόμος 1: Αρχαιότητα, Αθήνα: Εκδόσεις Δομή Α.Ε.
- Leonidas, king of Sparta, greeka.com, Διαθέσιμο εδώ
- Leonidas, history.com, Διαθέσιμο εδώ