Της Χριστίνας Μπουέτι,
Η εξουσία του Πρωτοπαπά στην Κέρκυρα συναντάται για πρώτη φορά κατά την ιστορική περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ειδικότερα, το αξίωμα του Πρωτοπαπά, (πρώτου των πρεσβυτέρων ή ηγουμένου των πρεσβυτέρων ή πρωτοπρεσβυτέρου ή και αρχιπρεσβύτερου) εμφανίζεται τον 4ο αιώνα. Εντούτοις, ο όρος αρχίζει να χρησιμοποιείται από τα μέσα του 9ο αιώνα. Για τη βενετική πολιτεία ο πρωτοπαπάς ήταν ο εκπρόσωπος της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ωστόσο, από τη Λατινική Εκκλησία θεωρούνταν ο επίτροπος του λατίνου επισκόπου για τους ορθόδοξους πιστούς, ενώ για το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν ένας κοινός πρωτοπρεσβύτερος.
Στο διάστημα αυτό, το Βυζάντιο ασκούσε επιρροή στην Κέρκυρα, τόσο σε θρησκευτικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Η Κέρκυρα, ως μέρος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, βρισκόταν υπό την εκκλησιαστική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Οι Πρωτοπαπάδες ήταν ιερείς, που είχαν ανώτερες εξουσίες σε σύγκριση με τους απλούς παπάδες και πολλές φορές ασκούσαν επιρροή στα τοπικά θέματα της Εκκλησίας.
Από ιστορικής άποψης, η Κέρκυρα είχε πολλές αλλαγές κυριαρχίας στη διάρκεια της ιστορίας της, με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία να είναι μία από τις πιο σημαντικές. Κατά τη διάρκεια των βυζαντινών χρόνων, η Κέρκυρα υπέστη επιθέσεις από διάφορους επιδρομείς συμπεριλαμβανομένων των Σαρακηνών, Νορμανδών και άλλων, αλλά παρέμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα υπό την κυριαρχία της Κωνσταντινούπολης. Η εξουσία του Πρωτοπαπά υπήρξε σημαντική για τη διατήρηση της ορθόδοξης πίστης και της βυζαντινής παράδοσης στο νησί. Οι πρωτοπαπάδες σε συνεργασία με τον Άρχοντα των Εκκλησιών ή Μοναστηριών αποφάσιζαν για την ανοικοδόμηση ιερών ναών και μονών και στην συνέχεια τελούσαν τα εγκαίνια αυτών.
Ιστορικό πλαίσιο
Στην Κέρκυρα, ήδη από την ανδεγαυική περίοδο (1267-1386) είχε καταργηθεί η ορθόδοξη επισκοπή, καθεστώς το οποίο διατηρήθηκε επίσης κατά τη διάρκεια της βενετικής κυριαρχίας (1387-1799) και διατυπώθηκε με λεπτομέρειες στο χρυσόβουλο του 1387, το οποίο αποτέλεσε έκτοτε τον καταστατικό χάρτη του νησιού. Στο πλαίσιο αυτό, διατηρήθηκε η κατάργηση της ορθόδοξης επισκοπής του νησιού, αλλά αναγνωρίστηκε η ελεύθερη άσκηση της ορθόδοξης λατρείας και τα προνόμια, που είχαν χορηγήσει στους ορθόδοξους κληρικούς, αρχικά οι Βυζαντινοί και αργότερα οι Ανδεγαυοί. Από το έτος 1284 που οι Ανδεγαυοί (αναφέρεται σε μια διάσημη οικογένεια της Κέρκυρας από τη βυζαντινή περίοδο και τα πρώτα χρόνια της βενετικής κυριαρχίας) κατέλαβαν την Κέρκυρα και μέχρι το έτος 1799 που οι Βενετσιάνοι εγκατέλειψαν το νησί, ίσχυσε το παραπάνω σύστημα.
Ο Κάρολος Α΄ Ανδεγαυός, Γαλλικής καταγωγής και πρώτος κατακτητής του νησιού ήταν άνθρωπος που μισούσε θανάσιμα την Ορθοδοξία και ήταν φανατικός λάτρης του Ρωμαιοκαθολικισμού. Υπήρξε πειθήνιο όργανο του Πάπα Κλήμεντος κι αυτό γιατί ο Ποντίφικας της Ρώμης τον αναγνώρισε ως Βασιλέα της Νεαπόλεως και Απουλίας. Έτσι, για να δείξει την αφοσίωσή του και το σεβασμό του προς το πρόσωπό του, κατέστρεψε την Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Κέρκυρας. Οι κάτοικοι του νησιού, συγκλονισμένοι από την ανάρμοστη συμπεριφορά του Καρόλου, διαμαρτυρήθηκαν έντονα και ο Πάπας, για να καταπνίξει τις αντιρρήσεις του ορθόδοξου λαού, έδωσε στους πιστούς το δικαίωμα σε πνευματικό ηγέτη, τον επονομαζόμενο Μεγάλο Πρωτόπαπα των Κορυφών. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης απένειμε εξαιρετικά προνόμια και επισκοπικά δικαιώματα στους Μεγάλους Αρχιερείς. Η εκλογή του Πρωτοπαπά γίνονταν κάθε πέντε χρόνια και ορίζονταν προϊστάμενοι του ορθόδοξου κλήρου με επικεφαλής τον μέγα Πρωτοπαπά.
Η οικογένεια Βουλγάρεως και η συμβολή της στον πολιτισμό της Κέρκυρας
Οι Βουλγαρείς υπηρέτησαν την Ορθόδοξη Εκκλησία της Κέρκυρας ως Πρωτοπαπάδες, αξίωμα που προήλθε με τον υποβιβασμό του αρχιεπισκοπικού θρόνου της Κέρκυρας από τον Κάρολο Α΄ τον Ανδηγαυό. Ο Κάρολος επέτρεψε στους 32 ιερείς του Ιερού Τάγματος και σε ισάριθμους Κερκυραίους ευγενείς να εκλέξουν από την τάξη των Ευγενών έναν Πρωτοπαπά, ρυθμιστή της Ορθόδοξης Κερκυραϊκής Εκκλησίας. Η οικογένεια των Βουλγάρεων, η οποία ανήκε στην τάξη των ευγενώς (κομήτες) και και κατείχε κληρονομικό δικαιώματι τον Άγιο Σπυρίδωνα ανέδειξε έξι Πρωτοπαπάδες. Αυτοί, ήταν οι εξής: Αρτέμιος, Χριστόδουλος, Παναγιώτης, Σπυρίδωνας Α΄, Ιωάννης και τέλος ο Σπυρίδωνας Β΄.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Η αριστοκρατορική οικογένεια Βουλγάρεως και η συμβολή της στον πολιτισμό της Κέρκυρας, corfuland.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Μιχάλαγα, Δέσποινα Στεφ., Το εκκλησιαστικό οφφίκιο του “πρωτοπαπά” και η λειτουργία του στα βενετοκρατούμενα Επτάνησα, academia.edu, Διαθέσιμο εδώ
- Οι πρωτοπαπάδες της Κέρκυρας, corfuhistory.eu, Διαθέσιμο εδώ