Του Κωνσταντίνου Κατσούλα,
Ο Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας, γόνος φτωχής πλην όμως ευγενούς οικογένειας, έγινε ένας από τους μεγαλύτερους υπερασπιστές της ρωμαϊκής αριστοκρατίας. Η εκστρατεία του Μάριου στην Νουμιδία, στην οποία ο Σύλλας συμμετείχε ως λοχαγός, έδωσε στον τελευταίο την ευκαιρία να αναδειχθούν οι δεξιότητές του, καθώς με ευστροφία έπεισε τον βασιλιά της Νουμιδίας να του παραδώσει τον σφετεριστή Ιουγούρθα. Η φιλοπόλεμη φύση του τον οδήγησε να εκστρατεύσει εκ νέου μαζί με τον Μάριο στη βόρεια Ιταλία, για να πετύχουν την αναχαίτιση των Κίμβρων και των Τευτόνων, επιχείρηση η οποία στέφθηκε με μεγάλη επιτυχία.
Με το πέρας της εκστρατείας αυτής, ο Σύλλας επέστρεψε στη Ρώμη και επανήλθε στην πρότερη ζωή του, η οποία περιείχε όλες τις απολαύσεις της εποχής. Εξελέγη αγορανόμος και ήταν ο πρώτος που καθιέρωσε τις λεοντομαχίες στα ρωμαϊκά αμφιθέατρα. Στη συνέχεια εξελέγη πραίτορας, αξίωμα το οποίο συνοδευόταν από στρατιωτικές ευθύνες. Η εκστρατεία που ανέλαβε να φέρει εις πέρας ήταν η αποκατάσταση του Αριοβαρζάνη στον θρόνο της Καππαδοκίας, τον οποίο είχε ανατρέψει ο Μιθριδάτης. Ο Σύλλας, αφού πέτυχε το σκοπό της εκστρατείας επέστρεψε στην Ρώμη θριαμβευτής και αρκετά πλουσιότερος.
Με την επιστροφή του στη Ρώμη και την πιο ενεργή ανάμειξή του στα κοινά της Res Publica, ο Σύλλας επέλεξε να απέχει από τα κόμματα της εποχής και να χρηματοδοτεί μόνος του, τους πολιτικούς του αγώνες. Ωστόσο, για να καταφέρει να εκλεγεί στο αξίωμα του Υπάτου το 88 π.Χ. ο Σύλλας συμμάχησε με τους αριστοκράτες, συμμαχία η οποία επισφραγίστηκε με τον (τέταρτο κατά σειρά) γάμο του Σύλλα με την Καικίλια Μέτελλα, κόρη του Pontifex Maximus της Συγκλήτου, γάμος μέσω του οποίου απέκτησε την εύνοια των αριστοκρατικών. Ο Σύλλας εξελέγη τελικά, και ανέλαβε, όπως προβλεπόταν, την διοίκηση στρατεύματος για να εξοντώσει τον Μιθριδάτη στην Μικρά Ασία, ωστόσο ο Σουλπίκιος Ρούφος διαφωνούσε με την εκλογή αυτή, και προσπάθησε ώστε η εκστρατεία στην Μικρά Ασία να διεξαχθεί από τον Μάριο και όχι από τον Σύλλα. Ο Μάριος ξεκίνησε να δημιουργεί στράτευμα στην Ρώμη για να αντιμετωπίσει τον Σύλλα, ο δεύτερος όμως κινούμενος γρήγορα από τη Νώλα (πόλη της νοτίου Ιταλίας), αντί να φύγει προς τη Μικρά Ασία έσπευσε στην Ρώμη, όπου και κατανίκησε το στράτευμα του Μάριου. Ο μεγάλος σε ηλικία στρατηγός κατέφυγε στην Αφρική ενώ ο Σουλπίκιος δολοφονήθηκε από ένα σκλάβο του.
Ενώ μετά τη νίκη του ο στρατός του βρισκόταν στο Forum, ο Σύλλας εξέδωσε διάταγμα με βάση το οποίο καμία πρόταση δε θα τίθετο προς συζήτηση στην Συνέλευση αν πρώτα δεν είχε λάβει άδεια από τη Σύγκλητο, ενώ επαναφέρθηκε η σειρά ψήφισης που καθορίζοταν από το «πολίτευμα του Σερβίου», το οποίο έδινε πλεονέκτημα στις ανώτερες τάξεις. Αφού πέτυχε να εκλεγεί Ανθύπατος, και διασφάλισε τη διοίκηση της στρατιάς στη Μικρά Ασία, επέτρεψε να εκλεγούν στο αξίωμα του Υπάτου ο πληβείος Κορνήλιος Κίννας και ο πατρίκιος Γάιος Οκτάβιος.
Με το που απέπλευσε ο Σύλλας από την Ιταλία για να εκστρατεύσει στη Μικρά Ασία, ξεκίνησε ένας αδυσώπητος εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των αριστοκρατών (optimates) που στήριζαν τον Οκτάβιο και των πληβείων, οι οποίοι βρίσκονταν στο πλευρό του Κίννα, με τις δυνάμεις του πρώτου να νικούν αρχικά. Ο Κίννας έφυγε από τη Ρώμη, ενώ στον πόλεμο ενεπλάκη και ο Μάριος, ο οποίος μαζί με τον Κίννα δημιούργησε στρατό έξι χιλιάδων ανδρών, σκλάβων κατά κύριο λόγο, για να βαδίσει εναντίον της Ρώμης. Ο Μάριος με τον Κίννα κατέλαβαν τη Ρώμη με τους στρατιώτες τους να σφαγιάζουν χιλιάδες Ρωμαίους, μεταξύ των οποίων και πολλοί Συγκλητικοί, που οι κεφαλές τέθηκαν σε κοινή θέα για να δείξουν σε όλους τους πολίτες την επικράτηση της επανάστασης. Ο Σύλλας κηρύχθηκε έκπτωτος, η περιουσία του δημεύθηκε και οι φίλοι του στη Ρώμη καταδιώχθηκαν, με πολλούς εξ αυτών να δολοφονούνται. Επί ένα έτος συνεχίστηκε η αναρχία και η τρομοκρατία στη πόλη, μέχρι που ο Κίννας παγίδευσε και δολοφόνησε τους απελεύθερους στρατιώτες του με την βοήθεια γαλατικού στρατεύματος.
Φτάνοντας πλέον στο 86 π.Χ. οι δύο άνδρες εκλέγονται Ύπατοι, με τον Μάριο να πεθαίνει στον πρώτο μήνα της θητείας του και να αντικαθίσταται από τον Βαλέριο Φλάκκο, ο οποίος και ανέλαβε να εκστρατεύσει εναντίον του Σύλλα με στράτευμα δώδεκα χιλιάδων ανδρών. Όταν ο Φλάκκος και το στράτευμά του ξεκινούσε την εκστρατεία, ο Σύλλας πολιορκούσε την επαναστατημένη Αθήνα, την οποία και εκπόρθησε τελικά τον Μάρτιο του 86 π.Χ. Ο Σύλλας κατέσφαξε τους κατοίκους των Αθηνών, εκδικούμενος για την αντίσταση που του επέδειξαν, ενώ νωρίτερα είχε λεηλατήσει τους πλούσιους από θησαυρούς ναούς της γύρω περιοχής ώστε να χρηματοδοτήσει την εκστρατεία του. Στην συνέχεια, κατανίκησε μια μεγάλη στρατιά του Μιθριδάτη στη Χαιρώνεια, ενώ προχώρησε προς τα βόρεια και πέρασε τον Ελλήσποντο για να αντιμετωπίσει οριστικά την απειλή του βασιλιά του Πόντου.
Τότε συναντήθηκε με τον Φλάκκο, ο οποίος και τον ειδοποίησε ότι πρέπει να του παραδώσει την διοίκηση των στρατευμάτων. Ο Σύλλας καταφέρνει και πείθει τον Φλάκκο να του επιτρέψει την ολοκλήρωση της εκστρατείας, το οποίο είχε όμως ως αποτέλεσμα να δολοφονηθεί ο Φλάκκος από τον αξιωματικό του, Φιμβρία, ο οποίος ήθελε να αντισταθεί το στράτευμα στον Σύλλα και προσπάθησε να υποκινήσει μια εξέγερση για να το πετύχει. Ο Σύλλας, για να διευθετήσει τα προβλήματα αυτά, το 85 π.Χ. αποφάσισε τη σύναψη συνθήκης ειρήνης με τον Μιθριδάτη, μέσω της οποίας έλαβε χρηματική αποζημίωση, χρήσιμη για τις επόμενες κινήσεις του. Κινήθηκε ενάντια στον Φιμβρία, του οποίου ο στρατός προσχώρησε ολοκληρωτικά στις τάξεις του Σύλλα, με αποτέλεσμα ο Φιμβρίας να αυτοκτονήσει και ο Σύλλας να βρεθεί εκ νέου νικητής.
Πίσω στην Ρώμη, οι δημοκρατικοί χαρακτήρισαν την ειρήνη που σύναψε ο Σύλλας ταπεινωτική, ενώ ο Σύλλας εξεστράτευσε με τον στρατό του εναντίον τους. Οι αριστοκράτες που είχαν απομείνει στη Ρώμη προσήλθαν με τη θέληση τους στο στρατό του Σύλλα, ενώ η δύναμη που έστειλαν οι δημοκράτες για να τον αντιμετωπίσουν ηττήθηκε, με αποτέλεσμα αυτοί να εκκενώσουν την Ρώμη. Τα υπολείμματα του δημοκρατικού στρατεύματος ενώθηκαν με ένα Σαμνιτικό στράτευμα 100.000 ανδρών, το οποίο ο Σύλλας με τους 50.000 άνδρες του αντιμετώπισε στην Κολλίνη Πύλη, με τον Σύλλα για ακόμα μια φορά να στέφεται νικητής, σε μια μάχη η οποία ήταν ιδιαίτερα αιματηρή. Ακολουθώντας το έθιμο της εποχής, τα κεφάλια των φονευθέντων στρατηγών εκτέθηκαν σε κοινή θέα, πάνω σε λόγχες, όταν ο στρατός του Σύλλα προχώρησε ενάντια στην Πραινεστό, τελευταίο φρούριο των δημοκρατικών.
Η Πραινεστός κατελήφθη και ο Σύλλας αναγορεύθηκε από τη σύγκλητο δικτάτορας το 81 π.Χ. Για να εξουδετερώσει τους πολιτικούς του αντιπάλους χρησιμοποίησε κατά κόρον το μέτρο των προγραφών, με τις οποίες έδινε αμοιβή σε όποιον του παρέδιδε κάποιον από τους εχθρούς του ζωντανό ή νεκρό. Για να διασφαλίσει, όπως πίστευε, ένα σταθερό αριστοκρατικό πολίτευμα, έδωσε πίσω στη Σύγκλητο τις εξουσίες τις οποίες αυτή απολάμβανε μέχρι την εποχή των Γράκχων – μισό αιώνα νωρίτερα- ενώ έδωσε δικαιώματα Ρωμαίου πολίτη σε ορισμένους Ισπανούς και Κέλτες για να καταπολεμήσει τη συρρίκνωση του πληθυσμού της πρωτεύουσας, μείωσε την εξουσία της Συνέλευσης προς όφελος της Συγκλήτου, ενώ ήταν δική του πρωτοβουλία η απαγόρευση παρουσίας στρατού στην Ιταλία. Οι νόμοι αυτοί ονομάστηκαν Κορνήλιοι νόμοι, από το όνομα του γένους του Σύλλα, και θεωρήθηκαν από τους πλέον συντηρητικούς στην ιστορία της ρωμαϊκής Res Publica.
Μετά από διετή δικτατορία, στο τέλος του 80 π.Χ. ο Σύλλας ιδιώτευσε στην Κύμη, όπου και εξέπνευσε το 78 π.Χ. Όντας ένας άνδρας ο οποίος είχε καταφέρει όλους του τους στόχους και είχε εξοντώσει κάθε εμπόδιο στην παντοδυναμία του, δίκαια η ιστορία του έδωσε το προσωνύμιο Σύλλας ο Ευτυχής (Sulla Felix). Η ζωή του συνοψίζεται στην φράση, την οποία επέλεξε ο ίδιος ως επιγραφή για τον τάφο του «Κανείς φίλος δεν με εξυπηρέτησε και κανείς εχθρός δεν με έβλαψε χωρίς να του το ξεπληρώσω εξ ολοκλήρου».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Montanelli, Indro (2008), Storia Di Roma, μετάφραση Δρακοπούλου Αθανασία, Αθήνα: Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα
- Will, Durant (1944), “The Story of Civilization Volume III: Caesar and Christ”, Νέα Υόρκη: Εκδόσεις Simon & Chuster.