Της Ηλιάνας Πολύζου,
Όσοι από εσάς είστε λάτρεις του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού θα έχετε έρθει, σίγουρα, σε επαφή με κάποιο τραγούδι του Γιώργου Μητσάκη, του «δασκάλου», όπως ήταν γνωστός. Δεξιοτέχνης του μπουζουκιού, συνθέτης και στιχουργός, σημάδεψε κατ’ ανεξίτηλο τρόπο τη λαϊκή μουσική σκηνή, πρωτοστάτησε στην πορεία και εξέλιξη του ρεμπέτικου τραγουδιού και συνέβαλε στην ανάδειξη του νέου λαϊκού τραγουδιού. Η πορεία της ζωής του, η εξέλιξή του στη μουσική σκηνή, καθώς και οι δύσκολες στιγμές που βίωσε κατά την περίοδο της Κατοχής αποτυπώνονται εναργώς στην αυτοβιογραφία του που κυκλοφορεί από τις Protasis Music, σε συνεργασία με τις Εκδόσεις Παρουσία, όπως εξομολογήθηκε ο ίδιος καθώς διένυε τις τελευταίες στιγμές της ζωής του στον Νίκο Οικονόμου, ο οποίος και τις κατέγραψε, με το βιβλίο να φέρει τον τίτλο Γιώργος Μητσάκης: Αυτοβιογραφία.
Ο Νίκος Οικονόμου, γεννηθείς το 1953 σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά η μεγάλη του αγάπη ήταν η μουσική, στην οποία επιδόθηκε ολοκληρωτικά μετά τις σπουδές του στο Ελληνικό Ωδείο. Το 1981 πρωτοεμφανίστηκε ως συνθέτης στους Μουσικούς Αγώνες του Μάνου Χατζιδάκι. Έπειτα από αυτό, κυκλοφόρησαν δώδεκα τραγούδια του από τη Δισκογραφική Εταιρεία Λύρα, περνώντας σταδιακά στον χώρο της δισκογραφίας. Το 1994 ίδρυσε τη δική του εταιρεία με το επωνύμιο Protasis Music, μέσω της οποίας προέκυψε η συνεργασία με τον μεγάλο συνθέτη, Γιώργο Μητσάκη, ο οποίος του εμπιστεύθηκε τη συγγραφή της αυτοβιογραφίας του.
Ο Μητσάκης από μικρός γνώριζε ότι δεν του ταίριαζε η ζωή της επαρχίας. Έτσι, μόλις στα 17 του χρόνια, αποφάσισε να εγκαταλείψει το πατρικό του και να πάρει τον δικό του δρόμο, αυτόν προς τη Θεσσαλονίκη και τη μουσική. Οι αντιξοότητες ποικίλες και τα χρήματα ανύπαρκτα, αλλά όπως λέει ο λαός: «Όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει τρόπος».
Πράγματι, στη Θεσσαλονίκη γνωρίστηκε με μεγάλα ονόματα της λαϊκής μουσικής σκηνής, τα οποία τον βοήθησαν να καταπιαστεί με τη μουσική και το μπουζούκι. Η αρχή είχε γίνει. Λίγο αργότερα, ωστόσο, ξέσπασε ο πόλεμος. Στην Κατοχή έπαιζε με μικρά σχήματα σε ταβερνάκια και καφενεία. Τα μαγαζιά πολλά, οι συνεργασίες ακόμα περισσότερες. Αργότερα, έζησε στην Αθήνα όπου και ήρθε σε επαφή με πολλά γνωστά ονόματα, μερικά από τα οποία ήταν καθοριστικά για την εξέλιξη της μουσικής πορείας του αλλά και της προσωπικής ζωής του.
Ρομαντικός, ασυμβίβαστος και δημιουργικός, ύψωσε ηθικό ανάστημα απέναντι στις δυσκολίες της ζωής, προσανατολίστηκε γύρω από τους καημούς του λαού, εμπλουτίζοντας το ρεμπέτικο ελληνικό τραγούδι με επιτυχίες που ακούγονται έως και σήμερα, κατακτώντας έτσι τον τίτλο ενός εκ των σημαντικότερων ποιητών του ρεμπέτικου.
Η αυτοβιογραφία του είναι χωρισμένη σε δύο μέρη: Το ένα ανατρέχει στη ζωή του, επιτρέποντάς μας να γνωρίσουμε τον Μητσάκη και τα καθοριστικά γεγονότα της ζωής του, το άλλο μισό είναι αφιερωμένο στο πολύτιμο έργο του, καθώς περιλαμβάνει τραγούδια ανέκδοτα και αποστάγματα.
Ο Μητσάκης κατατάσσεται στην κατηγορία των αυθεντικών δημιουργών. Ένα από τα πράγματα που τον χαρακτήριζαν υπήρξε η επιθυμία του να γράφει τους δικούς του στίχους. Επανειλημμένως είχε αρνηθεί στίχους άλλων, όσο και αν του άρεσαν. Οι στίχοι του ήταν μοναδικοί και αποτύπωναν με έναν ξεχωριστό τρόπο τις ανησυχίες και τα όνειρα των απλών ανθρώπων, τις μικρές αλλά σημαντικές στιγμές της καθημερινότητάς τους.
Η παραστατική του αυτοβιογραφία μας ταξιδεύει στα πρώτα χρόνια της ζωής του, στα ερεθίσματα που τον ώθησαν στη στιχουργία αλλά και τις δύσκολες στιγμές της Κατοχής. Αναφέρεται σε όλες του τις συνεργασίες, αποδίδοντας φόρο τιμής στα άτομα που στάθηκαν δίπλα του και διαμόρφωσαν έναν από τους μεγαλύτερους συνθέτες που είδε ποτέ η ελληνική λαϊκή σκηνή. Στις 17 Νοέμβρη του 1993, ο Γιώργος Μητσάκης έφυγε από τη ζωή, αφήνοντας πίσω του μία εθνική κληρονομιά.