Του Δημήτρη Καρυδάκη,
Οι μυστηριακές θρησκευτικές παραδόσεις των πληθυσμών του αρχαίου κόσμου προξενούν στον κάθε μελετητή τους μια αδιαμφισβήτητη έλξη της οποίας την ύπαρξη οφείλουμε οπωσδήποτε να παραδεχτούμε. Από τα γραπτά του «Ερμή Τρισμεγίστου» και τα αρχαία Αιγυπτιακά μυστήρια στα οποία θα μυηθεί ο Πυθαγόρας κατά την διάρκεια των ταξιδιών του, μέχρι τις φοινικικές μυστηριακές παραδόσεις της Κυβέλης και προφανώς τα Ελευσίνια μυστήρια προς τιμήν της θεάς Δήμητρας και της Περσεφόνης, οι θρησκευτικές παραδόσεις του αρχαίου κόσμου υπόσχονταν στον εκάστοτε «μύστη» ή ακόμη και μέτοχο σε αυτά, μια απόκρυφη και εξ ολοκλήρου απόκοσμη γνώση των μυστικών του σύμπαντος, συνάμα με προσωπικό ψυχικό καθαρμό και λύτρωση. Τούτες οι παραδόσεις, ακόμη και αν επικράτησαν για δύο με τρεις χιλιετίες στο πέρασμα του χρόνου, συνεχίζουν να κάνουν έκδηλη την παρουσία τους ακόμη και την εποχή της ύστερης αρχαιότητας (1ος-3ος μ.Χ. αι.), όταν πλέον όλοι οι γεωγραφικοί χώροι της «Γηραιάς Ηπείρου» θα βρίσκονται κάτω από τον «εναγκαλισμό» της Ρωμαϊκής εξουσίας.
Όπως ακριβώς και ο Γνωστικισμός, ο οποίος όπως έχει ήδη γίνει φανερό σε προηγηθέν άρθρο, θα αποτελέσει ένα από τα πολυάριθμα θρησκευτικά κινήματα των πρώτων τριών αιώνων μετά Χριστόν, έτσι και σήμερα θα γίνει ένας σχετικά εκτενής λόγος για ακόμη ένα τέτοιο κίνημα της άνωθεν χρονολογικής περιόδου, το οποίο όπως και ο Γνωστικισμός, αποτέλεσε έναν από τους βασικότερους ανταγωνιστές του Χριστιανισμού στα πρώτα βήματά του. Ο λόγος φυσικά γίνεται για την λατρεία του Μίθρα, στην οποία θα επιστήσουμε την προσοχή μας στο σημερινό άρθρο.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, η ύστερη αρχαιότητα αποτελεί μια ιδιαίτερα περίπλοκη περίοδος, όχι μόνο για τις συνταρακτικές κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα σε αυτήν, αλλά κατά βάση για τις έντονες θρησκευτικές διαμάχες ανάμεσα στον «παλαιό κόσμο», δη εκείνον των έως τότε επικρατούντων πολυθεϊστικών ή εθνικών θρησκειών (δωδεκάθεο, ρωμαϊκό πάνθεον κλπ.), και εκείνον τον «νέο κόσμο» του οποίου ο ερχομός διαγραφόταν χειμαρρώδης και περίλαμπρος. Επομένως, λίγο πριν το «κατώφλι της πόρτας», η οποία θα άνοιγε τον δρόμο για την εποχή του Μονοθεϊσμού δια της ελεύσεως κι τελικής επικράτησης του Ιησού Χριστού, τα τελευταία απομεινάρια των αρχαίων μυστηριακών παραδόσεων κυριαρχούν στους κόλπους της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας κι ενσαρκώνονται μέσα από πολυάριθμα μυστηριακά κινήματα τα οποία διαβιούν σε αυτήν ως μέρη του ευρύτερου θρησκευτικού «μωσαϊκού» των εποχών, με άλλα να θάλλουν και άλλα να φθίνουν. Εκ των θαλλόντων κινημάτων ήταν και η λατρεία του Μίθρα.
Με τον όρο «Μιθραϊσμός», ερχόμαστε να κατονομάσουμε το σύστημα θρησκευτικών πεποιθήσεων το οποίο περιτριγυρίζεται γύρω από το πρόσωπο της θεότητας του Μίθρα. Σύμφωνα με τους μελετητές, το πρόσωπο του Μίθρα έχει ιρανό-ινδικές καταβολές, με τον θεό να δοξάζεται υπό το όνομα “Mitra” ή “Mitu/Itu” από τους Ινδούς, οι οποίοι τον δοξολογούν ως θεό του ήλιου και της βλάστησης, ως μέρος της βεδικής πολυθεϊστικής τους θρησκείας, αλλά και από τους Πέρσες, των οποίων η Ζωροαστρική παράδοση τοποθετεί τον “Mithra” πάλι ως την κύρια ηλιακή θεότητα, και την φορά αυτή ως το δεξί χέρι του Αχούρα Μάζντα. Επίσης, στην ίδια περσική παράδοση, ο Μίθρα παρουσιάζεται ως γεννημένος από την αειπάρθενο θεά της γονιμότητας «Αναχίτα», ένα μοτίβο το οποίο εκλείπει της αρκετά μεταγενέστερης ρωμαϊκής εκδοχής του μύθου. Θεός της αλήθειας, του φωτός και πανόπτης (ετυμ. Παν + ὁρῶ, βλέπω τα πάντα), η πιο πρώιμη απεικόνιση του Μίθρα τον παρουσιάζει ως την ίδια την ηλιακή σφαίρα, επάνω σε ένα ιπτάμενο άρμα καθοδηγούμενο από τέσσερα λευκά άλογα. Μεταγενέστερα βέβαια, με την αφομοίωση της λατρείας του Μίθρα από την ρωμαϊκή κοινωνία κι τα στρατεύματα των λεγεωνάριων, ο ρωμαϊκός «Μίθρας» θα λάβει και αρκετά πολεμικά στοιχεία τα οποία θα τον ανάγουν ως ύψιστο θεό του σύμπαντος και άγρυπνο υπερασπιστή του.
Παρόλο που η δογματική και τελετουργική παράδοση της λατρείας του Μίθρα είναι άγνωστη σε εμάς, γνωρίζουμε για αυτήν τόσο από τα εκατοντάδες μνημεία προς τιμήν του θεού σε όλη την υφήλιο, από την Ινδία μέχρι την Σκωτία, από τα γραπτά των πρώτων πατέρων της εκκλησίας τα οποία αν και ενημερωτικά, ήταν διόλου αντικειμενικά, καθώς και από τα έργα διαφόρων νέο-πλατωνικών φιλοσόφων της εποχής εκείνης. Πιθανολογείται ότι από την αρχική του έδρα στην Ινδία και την Περσία, ο Μιθραϊσμός θα εξαπλωθεί μέχρι και τα νοτιοανατολικότερα σημεία της Μικράς Ασίας, αλλά και στην περιοχή του Πόντου και της Αρμενίας. Σταδιακά και με το ξεκίνημα της εκστρατείας του Πομπηίου κατά των πειρατών της Κιλικίας το 70 π.Χ., ο ρωμαϊκός στρατός θα αφομοιώσει την λατρεία των πειρατών και θα την διαδώσει σε όλα τα εδάφη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μέσω της μετάθεσης των τακτικών αυτών σωμάτων στρατού σε διαφορετικά στρατόπεδα σε όλη την έκταση αυτής.
Η λατρεία του Μίθρα, παρόλο που θα αποκτήσει συμπαγές δόγμα και τελετουργικό σώμα τον 1ο π.Χ. αιώνα, θα εξαπλωθεί ταχέως και θα φτάσει στο ζενίθ της επιρροής του τους πρώτους τρεις αιώνες μ.Χ., ειδικά όταν το πρόσωπο του Μίθρα θα ταυτιστεί με εκείνο του θεού “Sol Invictus” («Ήλιος Ανίκητος» ή «Ακυρίευτος Ήλιος»), όταν μετά το έτος 274 μ.Χ. ο Αυρηλιανός Αύγουστος θα ορίσει τον “Sol Invictus” ως κραταιά θρησκεία της Αυτοκρατορίας αλλά και ως παραμονή της γεννήσεως του «Ανίκητου Ήλιου» τις 25 του Δεκέμβρη με το χειμερινό ηλιοστάσιο (ο παραλληλισμός με τα Χριστούγεννα είναι εμφανής).
Τα μυστήρια του Μίθρα τελούνταν στα «Μιθραία», σε υπόγειους ναούς ή και σπήλαια, τα οποία φαίνεται ότι είχαν ως σκοπό να υποδείξουν την κυρίαρχη εκδοχή της γέννησης του Μίθρα για τους Ρωμαίους, τουτ’ έστιν την γέννηση του Μίθρα «εκ της πέτρας». Ο συμβολισμός αυτός, όμορφα πλασμένος, με σκοπό να παραλληλίσει το σπήλαιο με την γυναικεία μήτρα, δεν αποτελεί πρωτότυπο μοτίβο, καθώς η γέννηση θεότητας σε σπήλαιο είναι ένα μοτίβο γνωστό στις αρχαίες θρησκείες (βλ. γέννηση Διός και ανατροφή του στο Δικταίο σπήλαιο της Κρήτης από την αίγα Αμάλθεια κ.α.). Ορκιζόμενος σε άκρα μυστικότητα σχετικά με τα πεπραγμένα στα Μιθραία, ο μύστης όφειλε να πάρει μέρος σε ορισμένα μυστήρια και τελετές προκειμένου να ανέλθει στην Μιθραϊκή ιεραρχία, της οποίας τα επτά στάδια ονομάζονταν ως εξής: 1) Κόραξ, 2) Μυστικιστής, 3) Στρατιώτης, 4) Λέων, 5) Πέρσης, 6) Δρομέας του Ηλίου και 7) Πατήρ.
Αυστηρά ανδροκρατούμενη, η ρωμαϊκή αυτή λατρεία του Μίθρα είχε ως θιασώτες κατά βάση τον ρωμαϊκό στρατό. Παρόλα αυτά, όλοι οι άνδρες μπορούσαν να γίνουν μύστες ασπαζόμενοι τον Μίθρα, ανεξαιρέτως κοινωνικής θέσης και συνάμα οικονομικής ευχέρειας, με εμφανή την δυνατότητα των ανώτερων κοινωνικά ατόμων να ανέλθουν στα υψηλότερα στάδια της άνωθεν ιεραρχίας. Πέραν της ταύτισης της ημερομηνίας της Μιθραϊκής πρωτοχρονιάς στις 25 Δεκέμβρη με την ημερομηνία γέννησης του Ιησού, οφείλω να αναφέρω και κάποιες ακόμη ομοιότητες μεταξύ των δύο κινημάτων.
Πρώτον, οι τελετές της βάπτισης και της θείας κοινωνίας αποτελούν κοινά στοιχεία των δύο δογμάτων. Συγκεκριμένα, με την βρώση ψωμιού και την πόση του χυμού «Σόμα», οι μύστες αναπαριστούσαν την απεικόνιση του δείπνου του Μίθρα με τον θεό Ήλιο, πρόσωπα τα οποία όπως είδαμε ακόμη και αν παρουσιάζονταν ως ξέχωρα, εν τέλει συγχέονταν με τον ένα να είναι το “alter–ego” του άλλου. Εν συνεχεία, τόσο ο Μίθρας όσο και ο Ιησούς είχαν 12 μαθητές οι αποστόλους. Η βασική διαφορά έγκειτο στο ότι οι «12 μαθητές» του Μίθρα ήταν οι 12 ζωδιακοί αστερισμοί, σε αντίθεση με εκείνων του Χριστού οι οποίοι ήταν όντως πρόσωπα υπαρκτά. Τέλος, και οι δύο είχαν ως ιερή μέρα την Κυριακή.
Ας μην παραλειφθεί και η απεικόνιση της «Ταυροκτονίας» ως η σημαντικότερη του Μίθρα, η οποία τον παρουσιάζει πλήρως ενδεδυμένο με την ρωμαϊκή του ενδυμασία να σκοτώνει τον ταύρο με το μαχαίρι του. Παράλληλα, δίπλα από τον ταύρο βλέπουμε τον σκύλο του Μίθρα να προσπαθεί να γλείψει το αίμα του ταύρου που αναβλύζει από την πληγή, με τους «απεσταλμένους» του διαβολικού Αριμάν, το φίδι και τον σκορπιό να γλείφουν την πληγή και να τσιμπούν τους όρχεις του ταύρου αντιστοίχως. Ακριβώς από πάνω παρατηρούμε ένα κοράκι να επιβλέπει το σκηνικό. Η εικόνα αυτή, στον πυρήνα της Μιθραϊκής λατρείας, έρχεται σύμφωνα με νεότερους μελετητές να απεικονίσει τους αντίστοιχους αστερισμούς του ουρανού (κόρακος, μικρού κύωνος, σκορπιού, ταύρου και όφεως), με την εκτέλεση του ταύρου από τον Μίθρα να συμβολίζει το τέλος της «εποχής του Ταύρου» σύμφωνα με το γεωκεντρικό μοντέλο θεώρησης του κόσμου (αυτό χρησιμοποιεί η αστρολογία) και την ιδιότητα εκείνη του Μίθρα ως «παντοκράτορα» να προκαλεί κατά βούληση την περιστροφική κίνηση του σύμπαντος και τον ερχομό μιας νέας εποχής.
Καταληκτικά, οφείλουμε αδιαμφισβήτητα να αναγνωρίσουμε την επιρροή του Μιθραϊσμού στον επερχόμενο Χριστιανισμό. Και αυτό όχι γιατί τάχα μου (και όπως θέλουν να λένε κάποιοι) η λατρεία του Χριστού δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια λιτανεία στον «θεό Ήλιο» ή ότι ο Μίθρας ήταν ανώτερος του Χριστού και άλλες τέτοιες μπουρδολογίες, αλλά γιατί δίχως την επίγνωση της ύπαρξης και λειτουργίας αυτών των προ-χριστιανικών αιρέσεων και κινημάτων, μένουμε φαινομενικά αδύνατοι στο να εξηγήσουμε το πώς ήρθε εμπρός και είδε εν τέλει άνοδο η ίδια η λατρεία του Χριστού. Ο Μιθραϊσμός θα δει μεγάλη ακμή τους πρώτους τρεις αιώνες μετά Χριστόν, για να «ξεψυχήσει» οριστικά στα τέλη του 4ου μ.Χ. αιώνα με την επικράτηση του Χριστιανισμού ως επίσημη θρησκεία του Ρωμαϊκού κράτους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Mithra: The Pagan Christ (by Acharya S/D.M. Murdock), mythikismos.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Origins of the Persian godess ‘Anahita’, thearchaeologist.org, Διαθέσιμο εδώ
- Masterpiece Story: Mithras Slaying the Bull, dailyartmagazine.com, Διαθέσιμο εδώ
- The cosmic mysteries of Mithras, ldysinger.com, Διαθέσιμο εδώ