Της Γεωργίας Κυριακοπούλου,
Στις 22 Ιανουαρίου 1963, υπογράφηκε στο Μέγαρο των Ηλυσίων στο Παρίσι, η ομώνυμη συνθήκη, η οποία αποτελούσε μια συνθήκη φιλίας μεταξύ Γαλλίας και Δυτικής Γερμανίας. Υπογράφηκε από τον Πρόεδρο Σαρλ ντε Γκωλ και τον Καγκελάριο Κόνραντ Αντενάουερ, θέτοντας έτσι με την συνομολόγηση της, νέα θεμέλια για τη σχέση τους, δίνοντας τέλος στην «προαιώνια» έχθρα των δύο χωρών.
Στο εύθραυστο κλίμα του Ψυχρού Πολέμου αλλά και της μικρής απόστασης από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η συνθήκη αποτέλεσε βάση νέας συσφίγξεως των δεσμών, σφραγίζοντας το τέλος μιας μακράς και αιματοβαμμένης αντιπαράθεσης και ταυτόχρονα ανοίγοντας πολιτικά τον δρόμο για την προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η γαλλογερμανική συνεργασία βρίσκεται στον πυρήνα μιας Ευρώπης που ενοποιείται ολοένα και περισσότερο και αποτελεί από πολλές απόψεις μια επαναστατική αλλαγή που εξελίχθηκε σε συναίνεση σε όλα τα επίπεδα. Η εγκαθίδρυση αυτής της σταθερότητας αποτελούσε προτεραιότητα υψίστης σημασίας. Με το πνεύμα συνεργασίας, ο Σαρλ ντε Γκωλ, Πρόεδρος της Γαλλίας από το 1958 έως το 1969, επικεντρώθηκε σε δράσεις που τόνωναν τις διμερείς σχέσεις. Η Γαλλία παρά το γεγονός ότι έθετε ως κύρια προτεραιότητα την αποδυνάμωση του γερμανικού κράτους μετά τη λήξη του πολέμου, κρίθηκε να αντιμετωπίσει το ίδιο δίλλημα, μεταξύ ισχυρής Γερμανίας ή σοβιετικού κινδύνου, επιλέγοντας το πρώτο, εντός όμως ενός νέου προσδιορισμένου γεωπολιτικού θεσμικού πλαισίου. Το πλαίσιο αυτό ταυτιζόταν με τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής Γερμανίας.
Η γαλλική πολιτική επιδίωξε αυτόν το στόχο πολλαπλώς: μέσω του θεσμοθετημένου υπερεθνικού ελέγχου των γερμανικών στρατιωτικών δυνατοτήτων και μέσω της προώθησης της οικονομικής συνεργασίας. Ωστόσο, τίποτα από αυτά δεν θα ήταν εφικτό να πραγματοποιηθούν αν η Γαλλία και η Γερμανία δεν έδιναν προσοχή στη σταδιακή θεσμική εδραίωση ενός άτυπου Διευθυντηρίου που κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή ανάπτυξη μέσω της Συνθήκης των Ηλυσίων από το 1963 και μετά. Η συνθήκη καλούσε σε τακτικές διαβουλεύσεις μεταξύ Γαλλίας και Δυτικής Γερμανίας για όλα τα ζητήματα που αφορούσαν θέματα άμυνας, εκπαίδευσης και νεολαίας. Απαιτούσε επίσης τακτικές συνόδους κορυφής, κάθε τρείς μήνες για να διασφαλιστεί η στενή συνεργασία μεταξύ των δύο κρατών.
Δύο μήνες μετά την υπογραφή της, πολλοί στο Βερολίνο ανησυχούσαν ότι η Γαλλία χρησιμοποιεί αυτή την προσέγγιση για να τους απομακρύνει από τη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ, την οποία η Βόννη θεωρούσε ζωτικής σημασίας για τη δική της ασφάλεια. Ως εκ τούτου, το γερμανικό κοινοβούλιο συμπεριέλαβε μια αναφορά στο προοίμιο της συνθήκης που καθιστά σαφές ότι η Δυτική Γερμανία παραμένει πλήρως προσηλωμένη στη φιλία της με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Μεγάλη Βρετανία. Όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ εκδήλωσε την δυσαρέσκειά του για το θέμα αυτό στον πρέσβη της Δυτικής Γερμανίας στην Ουάσιγκτον, το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο (Μπούντεσταγκ) περιέλαβε στο προοίμιο της συνθήκης μια αναφορά με την οποία διασαφηνιζόταν, ότι καλούσε τη Γαλλία και τη Δυτική Γερμανία να συνεργαστούν στενά με τις ΗΠΑ, την είσοδο της Βρετανίας στην ΕΟΚ, την επιθυμία επίτευξης μιας συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου στο πλαίσιο της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου και τέλος την στρατιωτική ολοκλήρωση της Δύσης στο ΝΑΤΟ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ.
Η λειτουργική σύμπραξη μεταξύ των δύο χωρών οδήγησε στη δημιουργία του γαλλο-γερμανικού Γραφείου Νεότητας, στη δημιουργία γαλλο-γερμανικών γυμνασίων και στην αδελφοποίηση πολλών γαλλικών και γερμανικών πόλεων, σχολείων και περιφερειών. Ένας άλλος καρπός της συνθήκης ήταν η γαλλο-γερμανική στρατιωτική ταξιαρχία, η οποία ιδρύθηκε το 1987 και παραμένει ακόμα άθικτη.
Συνοψίζοντας, η Γαλλία και η Γερμανία αποτελούν τις δύο μεγαλύτερες γεωπολιτικές δυνάμεις της ηπειρωτικής Ευρώπης από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα. Παρά τις διαρκείς διακυμάνσεις στις διεθνείς συνθήκες η συντήρηση της γαλλογερμανικής συμφιλίωσης του 1963 παρέμεινε σταθερή και λειτουργική για τις επόμενες δεκαετίες. Αυτή η επαναπροσέγγιση των δύο χωρών μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, συνέδραμε ουσιαστικά στην οικοδόμηση της Ενωμένης Ευρώπης, δημιουργώντας ένα σύγχρονο πλαίσιο σχέσεων που διαμορφώνεται σταδιακά, μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Φωτέας, Παναγιώτης Σωτ. (1974), Ο ΓΚΩΛΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΠΕΜΠΤΗ ΓΑΛΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Αθήνα: Διδακτορική διατριβή εγκεκριμένη από τη Π.Α.Σ.Π.Ε.
- Το τέλος της μεγάλης έχθρας – Η αρχή της ενωμένης Ευρώπης, tanea.gr, Διαθέσιμο εδώ