20.4 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΔιεθνήΔιεθνείς ΟργανισμοίΗ άσκηση βίας στη διεθνή πραγματικότητα (Μέρος Α’)

Η άσκηση βίας στη διεθνή πραγματικότητα (Μέρος Α’)


Του Χρήστου Πεξομάτη,

Η παγκόσμια ιστορία, ανά του αιώνες, έχει συνδεθεί πολλάκις με το φαινόμενο των ενόπλων συρράξεων. Από τις πιο σημαντικές πολεμικές συγκρούσεις που βίωσε ποτέ η ανθρωπότητα, τόσο ως προς τα αίτια, όσο και ως προς τα αποτελέσματα, ήταν οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι του 1914 και 1939. Θεωρίες γύρω από τα αίτια, τις επιδιώξεις και τα αποτελέσματα ενός πολέμου, υπάρχουν πολλές. Σήμερα, στο πεδίο των διεθνών σχέσεων και ιδιαίτερα στον τομέα των συρράξεων, η θεωρία του Ρεαλισμού είναι αυτή που έχει αναλάβει να δώσει μια εξήγηση γύρω από αυτά τα ερωτήματα.

Ο Ρεαλισμός αποτέλεσε κύρια πηγή έμπνευσης της εξωτερικής πολιτικής διαφόρων χωρών κατά την διάρκεια του ψυχρού πολέμου, καθώς οι αναταραχές της περιόδου δεν άφηναν μεγάλα περιθώρια για την ανάδειξη μιας λιγότερο επιθετικής και διπλωματικής πολιτικής. Την δεκαετία του ‘90, το κλίμα μεταβάλλεται οριστικά. Με την πτώση του τείχους του Βερολίνου, το 1989, και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το 1991, η παντοδυναμία του ρεαλισμού αρχίζει να δίνει την θέση της στον ήδη αναδυόμενο Φιλελευθερισμό, δείχνοντας έτσι ένα νέο μονοπάτι στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η συνεργασία.

Όμως η συνύπαρξη Ρεαλισμού και Φιλελευθερισμού ως θεωρίες διεθνών σχέσεων, είναι ένα σχετικά σύγχρονο φαινόμενο, το οποίο εμφανίζεται με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όπως βέβαια, συνήθως συμβαίνει με τις θεωρητικές προσεγγίσεις σε πολύπλοκα φαινόμενα, έτσι και εδώ, υπάρχει ένα θεωρητικό και φιλοσοφικό υπόβαθρο που φτάνει από τον Thomas Hobbes και τον John Locke (15ο -16ο αιώνας), μέχρι τον ίδιο τον Θουκυδίδη. Αλλά σε πρώτο στάδιο, τι υποστηρίζει σήμερα ο Ρεαλισμός και τι ο Φιλελευθερισμός για τις διεθνείς σχέσεις και πώς δυο θεωρητικές προσεγγίσεις συνδέονται με την διεθνή χρήση βίας σήμερα;

Ο Λεβιάθαν και η Βία της Εξουσίας, Τόμας Χόμπς. Πηγή εικόνας και δικαιώματα χρήσης: Wikimedia Commons

Αρχικά, όταν μιλάμε για θεωρία διεθνών σχέσεων δεν σημαίνει ότι πρόκειται για απλή θεωρία, χωρίς να υπάρχουν πολύ πρακτικές και πραγματικές απολήξεις. Οι θεωρητικές προσεγγίσεις στην διεθνή πολιτική, όπως αντίστοιχα και οι πολιτικές ιδεολογίες, είναι εργαλεία παρατήρησης, ερμηνείας και αξιολόγησης της πραγματικότητας. Όταν μια θεωρία αξιοποιείται για την αξιολόγηση μιας κατάστασης, μπορεί εύκολα να οδηγήσει και στην δράση. Σε ποια δράση, λοιπόν, οδήγησε ακριβώς η θεωρία του Ρεαλισμού;

Ο Ρεαλισμός είναι μία θεωρία που χαρακτηρίζεται από μερικές βασικές αρχές, αυτή του Κρατισμού, της Αυτοβοήθειας και της Δύναμης. Ο σημαντικότερος όρος για το ζήτημα που μας απασχολεί είναι η δύναμη. Πολλοί ορισμοί έχουν δοθεί για το τί είναι η δύναμη, αλλά δυο είναι οι πιο σημαντικοί. Η δύναμη αναγνωρίζεται, είτε ως η ύπαρξη ισχυρού στρατού, μία πολιτική που οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να ακολουθούν ευλαβικά, δεδομένου ότι δαπανούν περίπου 1 τρισεκατομμύριο από τον ετήσιο προϋπολογισμό τους για αμυντικές δαπάνες, είτε ως η δυνατότητα να επηρεάσεις τις αποφάσεις και την πολιτική ενός άλλου κράτους. Η ύπαρξη και διατήρηση στρατιωτικής ισχύος κρίνεται τόσο σημαντική, λόγω της αντίληψης του ρεαλισμού για τις διεθνείς σχέσεις γενικότερα. Ο Ρεαλισμός υποστηρίζει ότι κάθε κράτος δρα με γνώμονα μόνο το συμφέρον του, οι διεθνείς σχέσεις χαρακτηρίζονται από την απόλυτη αναρχία και το κάθε κράτος οφείλει να είναι αυτάρκες και αυτόνομο, χωρίς να βασίζεται σε συμμαχίες και συνεργασίες με άλλα κράτη, καθώς μπορεί να το προδώσουν. Η προσωπική μου γνώμη για τον Ρεαλισμό είναι ότι πρόκειται απλώς για μια πάρα πολύ πεσιμιστική εξήγηση της πραγματικότητας, στην οποία δεν υπάρχει περιθώριο για συνεργασία, ανάπτυξη και εξέλιξη, αλλά μόνο για φόβο, επιθετική διπλωματία και πόλεμο. Δεδομένου των επιτευγμάτων διεθνών οργανισμών όπως της Ε.Ε. ή της Αφρικανικής Ένωσης, του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ή ακόμα και του ΟΗΕ, είναι λυπηρό να αναπαράγεται ακόμη και σήμερα μια πεποίθηση, που βασίζεται στις ιδέες του Χομπς περί κακής ανθρώπινης φύσης και της παντοδυναμίας του φόβου και της βίας.

Η στιγμή που ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών υπογράφεται από την αντιπροσωπία των Ηνωμένων Πολιτειών Πηγή εικόνας: US embassy in Georgia. Δικαιώματα χρήσης: AP

Ο Φιλελευθερισμός από την άλλη, γνώρισε μεγάλη απήχηση, τόσο ως εργαλείο ερμηνείας, όσο και ως πηγή έμπνευσης της εξωτερικής πολιτικής κρατών, μετά την δεκαετία του 80. Παρότι αναγνωρίζει την ύπαρξη της αναρχίας στις διεθνείς σχέσεις, καθώς δεν υπάρχει κάποια ανώτερη αρχή από τα ίσα και ανεξάρτητα κράτη για να τους επιβάλλει νόμους, υποστηρίζει επίσης ότι αυτή η αναρχία είναι διαχειρίσιμη μέσω της διπλωματίας, των διεθνών οργανισμών, της καλλιέργειας του δημοκρατικού αισθήματος σε περισσότερα κράτη, καθώς και της ύπαρξης ενός παγκοσμιοποιημένου εμπορίου που επιτρέπει την ανταλλαγή αγαθών. Το φιλοσοφικό υπόβαθρο του Φιλελευθερισμού ως θεωρία διεθνών σχέσεων μας παρέχει ενδεικτικά ο Locke, ο οποίος αν και μιλούσε για την ατομική και όχι την κρατική δράση, υποστήριζε μία πιο αισιόδοξη αντίληψη περί πολέμου και βίας. Ουσιαστικά ο πόλεμος δεν είναι μέρος της φύσης μας, αλλά η πλήρης παρέκκλιση μας από αυτή. Παρά τις καταστροφικές του συνέπειες, δεν αποτελεί τον κανόνα, αλλά την εξαίρεση και για την αποτροπή του χρειάζεται ένα περίπλοκο κοινωνικό συμβόλαιο, στο οποίο κυριαρχεί η συνεργασία. Αν και ο Locke μιλούσε για ένα θεωρητικό κοινωνικό συμβόλαιο, η ισότητα και η ανεξαρτησία των κρατών δεν είναι θεωρητική, είναι κωδικοποιημένο και εθιμικό διεθνές δίκαιο.

Αυτές είναι οι δύο βασικές θεωρίες γύρω από τις διεθνείς σχέσεις σήμερα, στις οποίες περικλείεται και η χρήση βίας. Αλλά ακόμη, δεν έχουμε αναφερθεί σε αυτήν αναλυτικά. Υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις στην έννοια της βίας γενικότερα, αλλά θεωρώ πως ένα από τα κυριότερα ερωτήματα γύρω από αυτήν είναι το πότε είναι δικαιολογημένη και νομιμοποιημένη. Το ζήτημα αυτό θα το προσεγγίσουμε συγκριτικά, αρχικά με το φιλοσοφικό υπόβαθρο της Ευρώπης για την ιδέα του «δίκαιου πολέμου», έπειτα με το αντίστοιχο φιλοσοφικό υπόβαθρο στον κομφουκιανισμό της Κίνας και όχι μόνο, και τέλος με το τί ισχύει νομικά, στο πλαίσιο του ΟΗΕ σήμερα.

Η ιδέα του δίκαιου πολέμου, ουσιαστικά, θέτει ένα σύνολο καταστάσεων και πράξεων που δικαιολογούν την χρήση βίας, καθώς και ένα σύνολο ηθικών κανόνων κατά την διάρκεια του ίδιου του πολέμου. Αυτό στα λατινικά ονομάζεται jus ad bellum (το δικαίωμα να διεξάγεις πόλεμο) και jus in bello (δίκαιη διεξαγωγή του πολέμου). Μία κοινή συνθήκη και στα δύο μοντέλα σκέψης, είναι το δικαίωμα στην αυτοάμυνα. Επίσης, σημαντικό κριτήριο είναι από ποιόν διεξάγεται ο πόλεμος. Μετά την συνθήκη της Βεστφαλίας του 1648, με το τέλος του τριακονταετούς πολέμου, τίθεται για πρώτη φορά η ιδέα ίσων και ανεξάρτητων κρατών, τα οποία διοικούνται από μία ενιαία μορφή διακυβέρνησης. Αυτό σημαίνει, ότι πόλεμο μπορούν να κηρύξουν μόνο αυτόνομα και ανεξάρτητα κράτη, το οποίο είναι ένα ακόμη σημείο σύγκλισης. Όμως, εδώ αρχίζει μια μικρή διαφοροποίηση. Ενώ, για την πλειοψηφία του λεγόμενου «Δυτικού Κόσμου», το δικαίωμα της εξουσίας να κηρύξει πόλεμο της δίνεται αυτόματα, ακριβώς επειδή πρόκειται για μία ενιαία μορφή διακυβέρνησης, σύμφωνα με το ανατολικό μοντέλο σκέψης, πρέπει και ο ηγέτης αυτής της κυβέρνησης να πληροί ηθικά κριτήρια για την διεξαγωγή ενός πολέμου. Αν αυτά τα ηθικά κριτήρια απουσιάζουν, ουσιαστικά απουσιάζει και η νομιμοποίηση της εξουσίας να προβεί σε πολεμική σύρραξη. Αυτά τα κριτήρια αφορούν κυρίως την σχέση ηγεμόνα και λαού, ένα ζήτημα το οποίο έχει απασχολήσει και πολλούς φιλοσόφους της Ευρωπαϊκής Ηπείρου.

Φωτογραφία αγάλματος που απεικονίζει τον Κομφούκιο. Πηγή εικόνας: Asia Exchange. Φωτογράφος και δικαιώματα χρήσης: Erika Wittlieb

Ένα άλλο στοιχείο διαφοροποίησης, είναι το ζήτημα της παρέμβασης στο εσωτερικό ενός άλλου κράτους, για έναν ηθικά ανώτερο σκοπό, όπως π.χ. η προστασία της ανθρώπινης ζωής. Ενώ στον Κομφουκιανισμό κάτι τέτοιο δικαιολογείται, δεν φαίνεται να υπάρχει κάτι αντίστοιχο στο δυτικό μοντέλο σκέψης. Παρόλο, που απουσιάζει το θεωρητικό υπόβαθρο, η χρήση βίας ήταν ένας αποδεκτός τρόπος προώθησης της εξωτερικής πολιτικής των κρατών μέχρι το 1945. Με την ίδρυση του ΟΗΕ, αυτό σταμάτησε, αλλά τέθηκαν ορισμένα νομικά κριτήρια που αφορούσαν την παρέμβαση στο εσωτερικό κρατών από εξωτερικές δυνάμεις. Το νομικό αυτό πλαίσιο έχουν εκμεταλλευτεί ποικίλες φορές ποικίλες χώρες, από τις Η.Π.Α. για την εισβολή στο Ιράκ μέχρι την ΕΣΣΔ για την εισβολή στο Αφγανιστάν. Και οι δύο χώρες επικαλέστηκαν την προστασία της δημοκρατίας και των πολιτών τους. Είναι πάντως αρκετά ενδιαφέρον το γεγονός ότι σε αυτό το μοντέλο σκέψης, συμπεριλαμβάνονται στη νομιμοποίηση της εξουσίας και ηθικά κριτήρια κατά την άσκηση της, πέρα από τον τρόπο απόκτησης της.

Στο μέρος Β αυτού του άρθρου, θα γίνει μία εκτενέστερη αναφορά ως προς τα κριτήρια που έχει θέσει ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών για την διεθνή χρήση βίας, τον ρόλο που διαδραματίζει σε αυτό ο Ερυθρός Σταυρός, καθώς και το τι πρεσβεύει το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο, γνωστό και ως Δίκαιο του Πολέμου.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Meiser, J. W., Introducing Liberalism in International Relations Theory, E-International Relations, διαθέσιμο εδώ
  • Junhan, T., A Just Cause? The Eastern Interpretation of Just War Theory, E-International Relations, διαθέσιμο εδώ
  • ‌‌Soviet invasion of Afghanistan | Summary & Facts, Encyclopedia Britannica, διαθέσιμο εδώ
  • ‌War and international humanitarian law, ICRC, διαθέσιμο εδώ
  • ‌Camisão, I., & Antunes, S., Introducing Realism in International Relations Theory, E-International Relations, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χρήστος Πεξομάτης
Χρήστος Πεξομάτης
Γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη. Είναι προπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και περνά τον ελεύθερό του χρόνο κυρίως με τους φίλους του. Κατά καιρούς ασχολείται και με Εrasmus+. Γνωρίζει αγγλικά, ενώ μαθαίνει τουρκικά και ευελπιστεί σε ισπανικά.