Του Κωνσταντίνου Γκότση,
Η περίοδος που διανύουμε θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε ως μια εποχή «τεκτονικών» αλλαγών στην ιστορία της ανθρωπότητας. Από την πολιτική, τις διεθνείς σχέσεις και το εμπόριο, μέχρι την παραγωγή, την ενέργεια, τις μεταφορές, την τεχνολογία και σε πολλούς ακόμα τομείς. Οι συγκυρίες που βρίσκονται στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια, που, εν μέρει, διαφαίνονταν πως θα ξεσπάσουν κάποια στιγμή, αν μελετήσουμε με μια πιο προσεκτική ματιά τα ιστορικά στοιχεία (πέραν της πανδημίας του Covid-19, που αποτέλεσε το πιο απρόβλεπτο γεγονός), δημιουργούν ένα διεθνές περιβάλλον με νέες προκλήσεις, ανάγκες και τάσεις στην οικονομία.
Μία από τις μεγαλύτερες μεταβολές που συντελούνται αυτή τη στιγμή στην παγκόσμια οικονομία είναι η ανάδυση (ορυκτών) εμπορευμάτων ως διαμορφωτές της γεωοικονομικής σκακιέρας. Τέτοια εμπορεύματα είναι το λίθιο, το νικέλιο, ο χαλκός και το κοβάλτιο, συστατικά απαραίτητα για μπαταρίες και τεχνολογικά προϊόντα, φέρνοντας στην επιφάνεια (ακόμα και για πρώτη φορά στην ιστορία) οικονομίες με μικρή ισχύ στο διεθνές εμπόριο. Η αυξανόμενη ζήτηση για αυτά τα εμπορεύματα αρχίζει να κλονίζει τόσο την οικονομία όσο και τη γεωπολιτική του ενεργειακού κόσμου.
Η εντεινόμενη ζήτηση και σημαντικότητα αυτών των εμπορευμάτων ωθεί τα κράτη-παραγωγούς να αλλάξουν τη στάση της πολιτικής τους, κινούμενα σε πιο προστατευτικά και καιροσκοπικά μονοπάτια. Για παράδειγμα, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, η οποία έχει ένα από τα μεγαλύτερα ορυχεία χαλκού και κοβαλτίου στον κόσμου και αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό κοβαλτίου διεθνώς, διαθέτοντας, μάλιστα, τεράστια ποσότητα αποθεμάτων από τα συγκεκριμένα εμπορεύματα, αναθεωρεί όλες τις κοινοπραξίες εξόρυξης με ξένους επενδυτές, όπως με την κινεζική CMOC. Πολύ απλά, θέλουν να αποκτήσουν μεγαλύτερο μερίδιο της αλυσίδας αξίας του φάσματος των upstream και downstream δραστηριοτήτων για το κοβάλτιο (και τον χαλκό), ώστε να απολαμβάνουν μεγαλύτερο μέρος της προστιθέμενης αξίας που μπορεί να αποφέρει η αξιοποίηση των εμπορευμάτων που εξορύσσουν.
Το παραπάνω παράδειγμα της Λ.Δ.Κ. με το κοβάλτιο και τον χαλκό αποτελεί ένα παράδειγμα της ευρύτερης τάσης που επικρατεί στα κράτη που παράγουν τα αγαθά που προαναφέραμε. Καθώς ο κόσμος μετακινείται από ένα ενεργειακό σύστημα που βασίζεται σε ορυκτά καύσιμα σε ένα που τροφοδοτείται από ηλεκτρική ενέργεια και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η παγκόσμια ζήτηση για υλικά, όπως ο χαλκός, το κοβάλτιο, το νικέλιο και το λίθιο, ενισχύει τη διαπραγματευτική ισχύ των παραγωγών τους. Η εξόρυξη ορισμένων μετάλλων συγκεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό σε λίγες μόνο χώρες, όπως συμβαίνει περίπου και με τον «μαύρο χρυσό», το πετρέλαιο. Για το κοβάλτιο, η Λ.Δ.Κ. αντιπροσωπεύει το 70% της παγκόσμιας εξόρυξης. Στο νικέλιο, οι τρεις πρώτοι παραγωγοί (Ινδονησία, Φιλιππίνες και Ρωσία) αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα της αγοράς. Ενώ, για το λίθιο, οι τρεις κορυφαίοι παραγωγοί (Αυστραλία, Χιλή και Κίνα) αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 90%.
Βάσει των παραπάνω, είναι λογικό οι χώρες-παραγωγοί να αναπτύσσουν πιο προστατευτικές πολιτικές, με την επιβολή π.χ. υψηλότερων δασμών σε εισαγόμενα, ποσοστώσεων στην παραγωγή, αλλά και στις εξαγωγές, ώστε η περαιτέρω επεξεργασία και η παραγωγή προϊόντων που περιέχουν αυτά τα εμπορεύματα να συμφέρει περισσότερο να γίνει εντός της ίδιας της χώρας που το εξόρυξε. Αυτό θα οδηγήσει σε άνοδο της εισροής ξένων κεφαλαίων για επενδύσεις σε αρκετούς αλληλένδετους τομείς. Παράλληλα, θα ενταθεί ο ρόλος του κράτους σε αυτές τις δραστηριότητες, μέσω περισσότερων έργων Σ.Δ.Ι.Τ., κρατικοποιήσεων και ημικρατικοποιήσεων, διότι θα θεωρούνται, πλέον, ιδιαίτερης εθνικής στρατηγικής σημασίας βιομηχανίες. Μεταξύ άλλων, συζητείται έντονα και η δημιουργία καρτέλ από τις χώρες παραγωγούς, ώστε να μπορούν πιο εύκολα να ελέγχουν την παγκόσμια προσφορά και, κατ’ επέκταση, τις τιμές, όπως συμβαίνει στην αγορά πετρελαίου με τον OPEC+.
Ωστόσο, στις αγορές του λιθίου, του νικελίου, του χαλκού και του κοβαλτίου υπάρχουν διαφορές συγκριτικά με αυτή του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Η σύμπραξη καρτέλ, για παράδειγμα, αποτελεί μια αρκετά δύσκολη και μη συμφέρουσα ενέργεια στους συγκεκριμένους τομείς, καθώς είναι εμπορεύματα που η κατανομή των αποθεμάτων τους είναι πιο κατακερματισμένη (τουλάχιστον όσον αφορά τα γεωλογικά αποθέματα, αν όχι τα πραγματικά λειτουργικά ορυχεία). Επίσης, είναι αρκετά εύκολη η εύρεση ή δημιουργία υποκατάστατων, σε περίπτωση που το κόστος απόκτησής τους γίνει ασύμφορο για τις υπόλοιπες βιομηχανίες. Η ταχύτητα με την οποία εξελίσσονται οι τεχνολογίες μπαταριών και που αλλάζουν τα συστατικά τους θα μπορούσε να υπονομεύσει τις προσπάθειες για τη δημιουργία καρτέλ. Τα εργαστήρια που αναπτύσσουν νέες χημικές ουσίες μπαταριών εξελίσσουν συνεχώς τις φόρμουλές τους για να χρησιμοποιούν λιγότερα μέταλλα που είναι ακριβά ή δύσκολο να αποκτηθούν. Αυτό έχει, ήδη, αρχίσει να συμβαίνει με το κοβάλτιο, το οποίο οι αυτοκινητοβιομηχανίες προσπαθούν να μειώσουν στις μπαταρίες τους λόγω του υψηλού κόστους του, καθώς και λόγω ανησυχιών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Λ.Δ.Κ. Επίσης, η χρήση μπαταριών χωρίς κοβάλτιο στην Κίνα έχει αυξηθεί από το 18% της αγοράς ηλεκτρικών οχημάτων το 2020 στο 60% φέτος, σύμφωνα με την Rho Motion, με τις μπαταρίες με πιο βασικό συστατικό το μαγγάνιο να λαμβάνουν μεγαλύτερο μερίδιο, με αποτέλεσμα να μειώνεται περαιτέρω τη χρήση κοβαλτίου.
Λίγο πολύ αυτά έχουν συμβεί και στην αγορά πετρελαίου, με την εμφάνιση εναλλακτικών πηγών ενέργειας, την άνοδο των Α.Π.Ε. και την ανάδειξη νέων παραγωγών κρατών, όχι, όμως, σε τόσο μεγάλο βαθμό, ώστε η μεγάλη συμμαχία του OPEC να χάσει εντελώς την επιρροή της στην αγορά. Ένα ακόμα παράδειγμα για το πόσο εύκολα μπορεί να αλλάξει η παραγωγή ορυκτών είναι η εξόρυξη λιθίου στη Νότια Αμερική. Η Χιλή είναι σήμερα ο κυρίαρχος παραγωγός της περιοχής, αλλά η γειτονική Αργεντινή, η οποία έχει πιο φιλικές προς τις επιχειρήσεις πολιτικές εξόρυξης, θα μπορούσε τελικά να την ξεπεράσει. Με επενδύσεις λιθίου περίπου $ 9,6 δις που έχουν ανακοινωθεί τα τελευταία τρία χρόνια και με 38 έργα σε εξέλιξη, οι αξιωματούχοι της χώρας λένε ότι η παραγωγή της Αργεντινής θα εξαπλασιαστεί τα επόμενα πέντε χρόνια.
Συνοψίζοντας, η ζήτηση για αυτά τα εμπορεύματα πρόκειται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, αλλά χωρίς να έχουν προοπτικές μακροπρόθεσμου ορίζοντα ανάπτυξης. Μάλιστα, η ήδη υπάρχουσες ελλείψεις, λόγω της μέχρι τώρα περιορισμένης προσφοράς, αλλά και οι προστατευτικές και ολιγοπωλειακές πρακτικές των παραγωγών (που είτε ήδη εφαρμόζουν είτε πρόκειται να ασκήσουν μελλοντικά), ίσως ωθήσουν πολλά κράτη-εισαγωγείς σε πιο άμεσες εναλλακτικές.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- The new commodity superpowers, ft.com, διαθέσιμο εδώ