10.5 C
Athens
Πέμπτη, 26 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΌψεις της έννοιας του τέλους στα διηγήματα του Δημήτρη Χατζή

Όψεις της έννοιας του τέλους στα διηγήματα του Δημήτρη Χατζή


Της Γεωργίας Σκαμπελτζή,

Ο τόπος καταγωγής ενός συγγραφέα πολλές φορές αποτελεί την πηγή έμπνευσής του, καταθέτοντας συχνά έργα σταθμούς στην ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της παραπάνω διαπίστωσης αποτελεί η συλλογή διηγημάτων του Δημήτρη Χατζή, που τιτλοφορείται Το τέλος της μικρής μας πόλης.

Ο Δημήτρης Χατζής, γεννημένος στα Ιωάννινα το 1913, ήταν γιος του Γεώργιου Χατζή, που εξέδιδε την εφημερίδα Ήπειρος, τη διεύθυνση της οποίας ανέλαβε ο ίδιος το 1930, μετά τον θάνατο του πατέρα του. Η πρώτη επίσημη εμφάνιση του συγγραφέα στα ελληνικά γράμματα πραγματοποιήθηκε το ίδιο έτος, όταν δημοσιεύθηκε το ποίημά του Λυτρωμός στο τοπικό περιοδικό Ελλοπία. Λόγω της προσχώρησής του στο Κομμουνιστικό Κόμμα συνελήφθη, βασανίστηκε και εξορίστηκε στη Φολέγανδρο από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Το 1937 επέστρεψε στον γενέθλιο τόπο του, αλλά το 1941 στρατεύθηκε για να πολεμήσει στο αλβανικό μέτωπο. Το 1948 εκδόθηκε το πρώτο του μυθιστόρημα υπό τον τίτλο Φωτιά. Το 1953 εκδόθηκε Το τέλος της μικρής μας πόλης, έργο το οποίο τον καθιέρωσε στον κανόνα της νεοελληνικής λογοτεχνίας.

Ο Δημήτρης Χατζής. Πηγή εικόνας: keimenabooks.gr

Ο Χατζής στα διηγήματά του επιλέγει ως τόπο εξέλιξης της ιστορίας μία επαρχιακή πόλη, τα Ιωάννινα, σε αντίθεση με άλλους εκπροσώπους της εποχής που είχαν στραφεί στο κλεινόν άστυ. Ακόμη κι αν η πόλη δεν κατονομάζεται, υπάρχουν στοιχεία του κειμένου που υποδεικνύουν τον τόπο, κάτι που γίνεται ευκολότερα αντιληπτό από όλους όσοι έχουν μια εικόνα για την περιοχή.

Όσον αφορά τον τίτλο και με βάση τα όσα διαδραματίζονται στα διηγήματα της συλλογής, η έννοια του τέλους δεν αφορά απαραίτητα στη στενή έννοια του όρου, αλλά συμβολίζει ένα τέλος εποχής, είτε πρόκειται για μετάβαση σε μία νέα περίοδο είτε για αλλαγή του τρόπου ζωής, των επαγγελμάτων, των συνηθειών και ούτω καθ’ εξής. Μέσα από τις μικροϊστορίες και το «τέλος» της κάθε μίας, βλέπουμε πώς εγγράφονται σε ένα ευρύτερο σύνολο. Το τέλος σηματοδοτεί την όποια αλλαγή, η οποία δεν είναι πάντα καλοδεχούμενη από τους ήρωες ή άλλοτε εκείνοι είναι που την επιδιώκουν.

Οι ήρωες του Χατζή δεν είναι μονοδιάστατοι, εκπροσωπούν διάφορους τύπους, που έχουν διαφορετικές αφετηρίες, κοινωνικές, ηθικές κ.λπ. Γι’ αυτό και ο συγγραφέας προσπαθεί να κατανοήσει τον τρόπου που αυτοί ενεργούν, ανεξάρτητα από το αν συμφωνεί ή όχι μαζί τους.

Περνώντας στις επιμέρους ιστορίες και ξεκινώντας από τον «Σιούλα τον Ταμπάκο», ο συγγραφέας πληροφορεί τον αναγνώστη για τα ταμπάκικα, δηλαδή τα εργαστήρια βυρσοδεψίας που βρίσκονταν στην παραλίμνια περιοχή της πόλης, προς το Κάστρο, τις συνήθειες, αλλά και τις σχέσεις που είχαν με άλλες ομάδες της περιοχής. Μέσα από την ιστορία του Σιούλα, βλέπουμε πώς ο ήρωας προσπαθεί να αντισταθεί στην προδιαγεγραμμένη λόγω της επέλασης της τεχνολογίας και μοιραία για το επάγγελμά του αλλαγή, αλλά, εν τέλει, αναγκάζεται να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και να «εξερευνήσει άλλο μονοπάτι» επαγγελματικά, αλλά και να αντιμετωπίσει με διαφορετικό τρόπο την επαφή του με τους συμπολίτες του. Το τέλος εδώ έχει να κάνει με την καθοδική πορεία της συντεχνίας των ταμπάκων και τη διάλυσή της, αφού η τεχνολογική άνοδος αποτέλεσε τη χαριστική βολή για τη βυρσοδεψία.

Πηγή εικόνας: bookpress.gr

Στον «Τάφο» παρακολουθούμε δύο ήρωες που προσπαθούν να ζήσουν μέσω των μικρών παραγκών που βρίσκονται έξω από την πόλη. Ο Αντώνης έχει όλα τα χαρακτηριστικά που τον κάνουν αποδεκτό από την κοινωνία: οικογένεια, πολιτικές διασυνδέσεις και τη θέση του επιτρόπου στην εκκλησία, με στόχο να διατηρεί το συμφέρον του. Από την άλλη, ο Σπούργος, ένας αγαθός άνθρωπος, που είναι ολιγαρκής και αρκείται σε όσα έχει. Ο Αντώνης επιχειρεί να δολοπλοκήσει εναντίον του Σπούργου, προκειμένου να αποκομίσει εκείνος περισσότερα κέρδη, όμως, αργότερα, αντιλαμβάνεται ότι με τις δικές του ενέργειες ήρθε και το δικό του «τέλος». Ο πολυπόθητος δρόμος αποτέλεσε το τέλος των ιδιοκτητών μικρών επιχειρήσεων, άρα και το δικό του, ανοίγοντας την πόρτα σε μια άλλη εποχή που δεν υπάρχει χώρος για τις συνήθειες που επικρατούσαν έως τότε.

Στη «Μαργαρίτα Περδικάρη» ξετυλίγεται η ιστορία της κόρης μιας υπό κατάρρευση αριστοκρατικής οικογένειας, ξεκινώντας αυτή τη φορά από το τέλος, δηλαδή τον θάνατό της. Το στερνό παιδί μιας οικογένειας που έχει εκπέσει, μέσα από τη δική της «επανάσταση», αλλάζει τον ρου της ιστορίας της και παραμένει μέχρι το τέλος πιστή στις αντιλήψεις της, ακόμη κι αν αυτή η στάση συνεπάγεται τον θάνατό της.

Για λόγους οικονομίας δεν μπορεί να γίνει αναφορά σε όλα τα διηγήματα, όμως μπορούν να εξαχθούν κάποια συμπεράσματα σε σχέση με τους ήρωες. Για παράδειγμα, βλέπουμε πώς δύο διαφορετικοί χαρακτήρες αντιλαμβάνονται την παράδοση και τα ήθη της εποχής, την εσωτερική του πάλη και τη διαχείρισή της, κάτι που συμβαίνει και για την κάστα στην οποία ανήκουν (ταμπάκοι, εβραϊκή κοινότητα κ.λπ). Παράλληλα, βλέπουμε πώς οι κοινωνικοί και πολιτικοί έχουν εκπέσει, καθώς αρκετοί από τους πρωταγωνιστές ενδιαφέρονται μόνο για το δικό τους συμφέρον και πολλές φορές «τιμωρούνται». Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι γυναικείοι χαρακτήρες, καθώς, από τη μία, συναντάμε γυναίκες που υποτάσσονται στους συζύγους και, γενικότερα, μένουν απαθείς σε διάφορες καταστάσεις, ενώ, από την άλλη, υπάρχουν και αυτές που «παίρνουν» τη ζωή στα χέρια τους, ακόμη κι αν δεν ήταν η αναμενόμενη γι’ αυτές εξέλιξη.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γεωργία Σκαμπελτζή
Γεωργία Σκαμπελτζή
Γεννήθηκε στις Σέρρες το 1995. Απόφοιτη του τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και κάτοχος του Διπλώματος Μεταπτυχιακών Σπουδών στη Νεοελληνική Φιλολογία: Ερμηνεία, Κριτική και Κειμενικές Σπουδές του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων, με τη μουσική και τα παζλ.